Ενημερωτικότου αιρετού στο ΚΥΣΔΕ

Νεκτάριου Κορδή

Θέμα: Αυτοδίκαιη απόλυση εκπαιδευτικών – Επαναφορά στην ενεργό υπηρεσία

Συναδέλφισσες,συνάδελφοι,

Σας ενημερώνουμε για τις αλλαγές που έχουν επέλθει σχετικά με την αυτοδίκαιη απόλυση των εκπαιδευτικών και την επαναφορά τους στην ενεργό υπηρεσία:

Α. Αυτοδίκαιη απόλυση εκπαιδευτικών

Μετά την έκδοση του Ν. 4369/2016 (ΦΕΚ τ. Α΄ 33/27-2-2016), εκδόθηκε η υπ’αριθμ. 6497/4-3-2016 εγκύκλιος του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης με την οποία αντικαταστάθηκε η παρ. 1 του άρθρου 155 και καταργήθηκε η παρ. 2 του άρθρου 155 του Υπαλληλικού Κώδικα (Ν. 3528/2007 ΦΕΚ τ. Α’ 26/9-2-2007). Επομένως οι υπάλληλοι απολύονται αυτοδικαίως από την Υπηρεσία, λόγω ορίου ηλικίας, με τη συμπλήρωση του εξηκοστού εβδόμου (67ου) έτους της ηλικίας τους (άρθρο 59 του Ν. 4369/2016).

Μετά τα ανωτέρω, την επομένη της λήξης του διδακτικού έτους 2015-2016, δηλαδή από 1-7-2016, θα απολυθούν μόνον όσοι γεννήθηκαν το έτος 1948 (ανεξάρτητα του μήνα γέννησης), ενώ οι γεννηθέντες το έτος 1949 θα απολυθούν με τη λήξη του διδακτικού έτους 2016-2017 (1-7-2017), αφού ως ημερομηνία γέννησης, για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 155 του Υπαλληλικού Κώδικα (Ν. 3528/2007 ΦΕΚ τ. Α’ 26/9-2-2007), θεωρείται η 31η Δεκεμβρίου του έτους γέννησης (οι εκπαιδευτικοί απολύονται αυτοδίκαια με τη λήξη του διδακτικού έτους – αρ. 4 παρ. 1 του Ν. 3687/2008). Οι εκπαιδευτικοί που εμπίπτουν στην ως άνω περίπτωση θα ενημερωθούν με σχετικές διαπιστωτικές πράξεις εντός του Μαρτίου.

Επίσης σας ενημερώνουμε ότι οι εκπαιδευτικοί που ήδη συμπλήρωσαν ή θα συμπληρώσουν μέχρι 31-8-2016, τριάντα πέντε (35) έτη πραγματικής και συντάξιμης δημόσιας υπηρεσίας και γεννήθηκαν από το έτος 1949 μέχρι 31-12-1955, δεν θα απολυθούν αυτοδίκαια με τη λήξη του τρέχοντος διδακτικού (30-6-2016) ή του τρέχοντος σχολικού έτους (31-8-2016), αλλά με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας τους (π.χ. γεννηθείς το έτος 1949, θα απολυθεί αυτοδίκαια στις 1-7-2017).

Σημειώνεται ότι με τις διατάξεις του άρθρου 59 του Ν. 4369/2016, δεν αίρεται το δικαίωμα παραίτησης των υπαλλήλων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 148 του Υπαλληλικού Κώδικα και του άρθρου 36 (παρ. 20) του Ν. 4186/2013.

Το άρθρο 148 του Υπαλληλικού κώδικα ορίζει τα εξής:

1. Η παραίτηση αποτελεί δικαίωμα του υπαλλήλου και υποβάλλεται εγγράφως. Αίρεση, όρος ή προθεσμία στην αίτηση παραίτησης θεωρούνται ότι δεν έχουν γραφεί. 2. Η παραίτηση θεωρείται ότι δεν έχει υποβληθεί αν κατά την υποβολή της εκκρεμεί ποινική δίωξη για πλημμέλημα από τα αναφερόμενα στην περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 8 ή για κακούργημα ή πειθαρχική δίωξη ενώπιον του υπηρεσιακού συμβουλίου για παράπτωμα που μπορεί να επισύρει την ποινή της οριστικής παύσης ή αν η ποινική ή πειθαρχική δίωξη ασκηθεί μέσα σε δύο (2) μήνες από την υποβολή της αίτησης παραίτησης και πριν την αποδοχή της. Στην περίπτωση άσκησης πειθαρχικής δίωξης μετά την υποβολή αίτησης παραίτησης, εφόσον η πειθαρχική υπόθεση δεν εκδικασθεί σε πρώτο βαθμό εντός έξι (6) μηνών, ο υπάλληλος δικαιούται να υποβάλει νέα αίτηση παραίτησης κατά τους όρους του παρόντος άρθρου.

3. Ο υπάλληλος, που έχει τις υποχρεώσεις του άρθρου 58, δεν έχει δικαίωμα να παραιτηθεί πριν λήξει ο χρόνος που ορίζεται στη διάταξη αυτή.

4. Ο υπάλληλος μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός (1) μηνός από την υποβολή της αίτησης παραίτησης μπορεί να την ανακαλέσει εγγράφως, εφόσον αυτή δεν έχει γίνει αποδεκτή σύμφωνα με την επόμενη παράγραφο.

5. Η αίτηση παραίτησης γίνεται αποδεκτή με πράξη που εκδίδεται από το αρμόδιο όργανο και δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η υπηρεσία δεν μπορεί να κάνει αποδεκτή την αίτηση παραίτησης πριν από την πάροδο δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή της. Αν μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την πάροδο δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή της αίτησης παραίτησης ο υπάλληλος επανέλθει με δεύτερη αίτηση, εμμένοντας στην παραίτηση του, αυτή γίνεται αυτοδικαίως αποδεκτή και λύεται η υπαλληλική σχέση από την ημέρα υποβολής της δεύτερης αίτησης. Η αίτηση παραίτησης θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή και λύεται αυτοδικαίως η υπαλληλική σχέση, αν παρέλθει άπρακτη προθεσμία δύο (2) μηνών από την υποβολή της. Για τη λύση της υπαλληλικής σχέσης εκδίδεται διαπιστωτική πράξη, περίληψη της οποίας δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

6. Διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, που ρυθμίζουν την παραίτηση του υπαλλήλου σε ειδικές περιπτώσεις, διατηρούνται σε ισχύ.

Το άρθρο 36 (παρ. 20) του Ν. 4186/2013 ορίζει τα εξής :

«Οι αιτήσεις παραίτησης των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που υποβάλλονται μετά την 31η Μαΐου, καθώς και κατά τη διάρκεια του αμέσως επόμενου διδακτικού έτους, γίνονται αποδεκτές με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, ύστερα από γνώμη των Κεντρικών Υπηρεσιακών Συμβουλίων (Κ.Υ.Σ.Π.Ε., Κ.Υ.Σ.Δ.Ε.), για εξαιρετικούς λόγους, όπως βαριές και δυσίατες ασθένειες, οι οποίες αποδεικνύονται από πιστοποιητικά Υγειονομικής Επιτροπής ή Δημόσιου Νοσοκομείου, ή για ιδιαίτερα σοβαρούς οικογενειακούς λόγους. Αίτηση παραίτησης μόνιμου εκπαιδευτικού πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που υποβάλλεται το τελευταίο δεκαήμερο του Απριλίου θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή και λύεται αυτοδικαίως η υπαλληλική σχέση, με το τέλος του διδακτικού έτους.»

Β. Επαναφορά στην ενεργό υπηρεσία υπαλλήλων κατόπιν αυτοδίκαιης απόλυσης δυνάμει του άρθρου 155 του Υ.Κ.

Στις διατάξεις του άρθρου 35 του ν. 4369/2016 προβλέπονται τα εξής:

«Οι υπάλληλοι που απολύθηκαν αυτοδικαίως από την υπηρεσία κατά το χρονικό διάστημα από τις 19.8.2015 έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 155 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., όπως κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.3528/2007 (Α΄26) και σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 159 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, όπως κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3854/2007, δύνανται να επανέλθουν στη υπηρεσία με αίτησή τους που υποβάλλεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Οι υπάλληλοι που αιτούνται να επανέλθουν, μπορούν να παραμείνουν στην υπηρεσία μέχρι την αυτοδίκαιη απόλυσή τους, σύμφωνα τις διατάξεις του άρθρου 155 του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν.3528/2007) και τις διατάξεις του άρθρου 159 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, όπως αυτές τροποποιούνται με τον παρόντα νόμο. Η αίτηση μπορεί να γίνει δεκτή με απόφαση του οικείου Υπουργού ή του αρμοδίου οργάνου κατόπιν γνώμης του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου με βάση την εκτίμηση των υπηρεσιακών αναγκών. Η επαναφορά στην υπηρεσία σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια ισχύει από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης του οικείου Υπουργού ή του αρμοδίου οργάνου, με την οποία γίνεται αποδεκτή η αίτηση του υπαλλήλου. Η επαναφορά αφορά αποκλειστικά στην οργανική θέση που κατείχε ο υπάλληλος, χωρίς να παρέχεται δικαίωμα επανάκτησης τυχόν καθηκόντων ευθύνης που ασκούσε κατά την αυτοδίκαιη απόλυσή του, ή τυχόν θέσεων και ιδιοτήτων που κατείχε κατά την αυτοδίκαιη απόλυσή του. Το χρονικό διάστημα από την αυτοδίκαιη απόλυση μέχρι την επαναφορά στην υπηρεσία δεν αποτελεί χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας. Οι υπάλληλοι που επανέρχονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας διάταξης λαμβάνουν τις αποδοχές που λάμβαναν πριν την αυτοδίκαιη απόλυσή τους πλην αυτών που συνδέονται με την ενεργό άσκηση καθηκόντων ευθύνης».

Στο πεδίο εφαρμογής των προαναφερόμενων διατάξεων εμπίπτουν όσοι υπάλληλοι απολύθηκαν αυτοδικαίως σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. και του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 155 του ΥΚ (ν. 3528/2007) και τις αντίστοιχες διατάξεις του άρθρου 159 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν. 3584/2007) από 19-8-2015 έως 27/2/2016, ημερομηνία δημοσίευσης και έναρξης ισχύος των προαναφερόμενων διατάξεων του άρθρου 35του ν. 4369/2016.

Α .Διαδικασία επαναφοράς:

ØΓια την επαναφορά των υπαλλήλων αυτών απαιτείται η υποβολή εκ μέρους τους σχετικής αίτησης, η οποία κατατίθεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση του ν. 4369/2016, ήτοι από 29/2/2016. (ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΗΝ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ)! Οι εν λόγω υπάλληλοι δύνανται, επανερχόμενοι, να παραμείνουν στην Υπηρεσία μέχρι την αυτοδίκαιη απόλυσή τους σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 155, όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου59 του ν. 4369/2016, ήτοι μέχρι τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας τους. Στο σημείο αυτό επισημαίνεται εκ νέου ότι και εν προκειμένω με τις προαναφερόμενες διατάξεις του άρθρου 35 του ν. 4369/2016, δεν αίρεται το δικαίωμα παραίτησης του υπαλλήλου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 148 του Υ.Κ. (ν. 3528/2007).

ØΗ αίτηση των υπαλλήλων διαβιβάζεται άμεσα στα αρμόδια υπηρεσιακά συμβούλια προκειμένου να γνωμοδοτήσουν σχετικά με βάση την εκτίμηση των υπηρεσιακών αναγκών.

ØΚατόπιν την γνωμοδότησης του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου, ο Υπουργός ή το αρμόδιο όργανο διοίκησης στο πλαίσιο της διακριτικής του ευχέρειας αποδέχεται την αίτηση επαναφοράς του υπαλλήλου με απόφαση που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ØΗ επαναφορά του υπαλλήλου συντελείται από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Β. Υπηρεσιακή κατάσταση:

ØΣύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις ο εκτός υπηρεσίας χρόνος που μεσολαβεί από την αυτοδίκαιη απόλυση μέχρι τη δημοσίευση της πράξης αποδοχής της αίτησης επαναφοράς των υπαλλήλων δεν αποτελεί χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας και ως εκ τούτου δεν λαμβάνεται υπόψη για τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων.

ØΟι υπάλληλοι επανέρχονται σε κενή οργανική θέση του φορέα από τον οποίο απολύθηκαν αυτοδικαίως και εφόσον δεν υπάρχει κενή θέση ή οι υπάρχουσες δεν επαρκούν, η Διοίκηση θα προβεί σε επανασύσταση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, των θέσεων προκειμένου να επαναφερθούν οι εν λόγω υπάλληλοι, αφού προηγουμένως εξασφαλιστούν οι αναγκαίες προς τούτο πιστώσεις. Στο σημείο αυτό διευκρινίζεται ότι για την επαναφορά των υπαλλήλων αυτών δεν απαιτείται προηγουμένως η έκδοση απόφασης κατανομής του άρθρου 11 του ν. 3833/2010, όπως ισχύει.

ØΟι εν λόγω υπάλληλοι καταλαμβάνουν θέση της κατηγορίας και του κλάδου, στον οποίο υπηρετούσαν. Η επαναφορά αφορά αποκλειστικά στην οργανική θέση που κατείχαν οι υπάλληλοι, χωρίς να παρέχεται αυτοδικαίως δικαίωμα επανάκτησης τυχόν καθηκόντων ευθύνης που ασκούσαν κατά την αυτοδίκαιη απόλυσή τους, ή τυχόν θέσεων και ιδιοτήτων που κατείχαν κατά την αυτοδίκαιη απόλυσή τους, π.χ. συμμετοχή σε συλλογικά όργανα της διοίκησης.

ØΟι υπαγόμενοι στο πεδίο εφαρμογής του Υπαλληλικού Κώδικα υπάλληλοι που απολύθηκαν αυτοδικαίως από 19.8.2015 έως τη δημοσίευση του ν. 4369/2016, κατά την επαναφορά τους θα καταταχθούν βαθμολογικά βάσει των διατάξεων των άρθρων 80 και 82 του Υ.Κ. (ν.3528/2007), όπως αντικαταστάθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 4369/2016, με εξαίρεση τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 82 του ΥΚ (ν. 3528/2007).

Γ. Μισθολογική κατάσταση:

ØΟι υπάλληλοι που επανέρχονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας διάταξης λαμβάνουν τις αποδοχές που ελάμβαναν πριν από την αυτοδίκαιη απόλυσή τους πλην αυτών που συνδέονταν με την ενεργό άσκηση καθηκόντων ευθύνης.

Να τονίσουμε στο σημείο αυτό ότι οι συνάδελφοι και οι συναδέλφισσες θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί/ες σχετικά με την υποβολή της παραίτησης τους. Πολλές φορές η βιασύνη οδηγεί σε εσφαλμένες επιλογές. Η παραίτηση από την Υπηρεσία είναι μια πολύ σοβαρή απόφαση ζωής! Σε κάθε περίπτωση η όποια επιλογή θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα ώριμης σκέψης και ουσιαστικής ενημέρωσης! Να υπενθυμίσουμε ότι την εξαετία 2010-2016 είχαμε συνολικά 30197 αποχωρήσεις εκπαιδευτικών από την εκπαίδευση συνολικά!