Νέα νομοθετική ρύθμιση που συμπεριελήφθη στο πρόσφατα ψηφισθέν από τη Βουλή πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών

Με συνοπτικές διαδικασίες ελεγκτικών επαληθεύσεων, προσαρμοσμένες στις ιδιαιτερότητες των διαφόρων κλάδων επιχειρηματικής δραστηριότητας και στο ύψος των δηλωθέντων οικονομικών δεδομένων, θα διενεργούνται σύντομα οι στις εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις των επιχειρήσεων και των ελευθέρων επαγγελματιών από τις υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων.

Ελεγκτικά Κέντρα και αποκτούν το δικαίωμα να πραγματοποιούν συνοπτικούς ελέγχους σε εκκρεμείς υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογιών χιλιάδων επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών και να με ταχύτατες διαδικασίες πολλές ανέλεγκτες υποθέσεις.

Με μία νέα νομοθετική ρύθμιση που συμπεριελήφθη σύμφωνα με την στο πρόσφατα ψηφισθέν από τη Βουλή πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών (παράγραφος 9β του άρθρου 40) προβλέπεται ότι:

«Ο γενικός γραμματέας Δημοσίων Εσόδων μπορεί με απόφασή του να ορίζει ειδικό τρόπο διενέργειας των ελέγχων, ενδεδειγμένες ελεγκτικές επαληθεύσεις, για ορισμένες ή και για όλες τις κατηγορίες των υπόχρεων, ανάλογα με το αντικείμενο δραστηριότητας και το ύψος των οικονομικών δεδομένων, διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται κατά τον έλεγχο, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα».

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονταν στην αιτιολογική έκθεση που είχε υποβληθεί στη Βουλή μαζί με τις διατάξεις του νομοσχεδίου, με την προτεινόμενη ρύθμιση δίδεται η δυνατότητα στον γενικό γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, προκειμένου για τη μεγαλύτερη ευελιξία και αποτελεσματικότητα στη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου, να καθορίζει με απόφασή του ενδεδειγμένες ελεγκτικές επαληθεύσεις, καθώς και διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται από τον έλεγχο.

Πραγματικός στόχος της διάταξης αυτής είναι η καθιέρωση διαδικασιών συνοπτικών φορολογικών ελέγχων, προσαρμοσμένων στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ομάδων επιχειρηματικών ή επαγγελματικών δραστηριοτήτων με κοινά χαρακτηριστικά, ώστε οι ελεγκτικές επαληθεύσεις να είναι στοχευμένες και να περιορίζονται μόνο στις απαραίτητες και αναγκαίες για τη διεξαγωγή του ελεγκτικού αποτελέσματος, ο δε έλεγχος να διενεργείται με τρόπο αξιόπιστο και αποδοτικό, χωρίς ταυτόχρονα να διαρκεί πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα και να καθυστερεί.

Οι επιλεγόμενοι για έλεγχο επιχειρηματίες και ελεύθεροι επαγγελματίες θα καλούνται από τις υπηρεσίες της ΓΓΔΕ για έλεγχο σύμφωνα με τις διαδικασίες των συνοπτικών ελέγχων που θα καθοριστούν γι’ αυτούς με απόφαση του γενικού γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.

Εφόσον δεν αποδεχθούν τα αποτελέσματα των ελέγχων αυτών θα παραπέμπονται σε πλήρη φορολογικό έλεγχο, ο οποίος θα διαρκεί πολύ περισσότερο, καθώς θα περιλαμβάνει όλες τις προβλεπόμενες ελεγκτικές επαληθεύσεις, χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψιν την ιδιαιτερότητα της ασκούμενης δραστηριότητας.

Εκτιμάται ότι με τον καθορισμό των διαδικασιών των συνοπτικών αυτών ελέγχων ο χρόνος περαίωσης των ανέλεγκτων φορολογικών υποθέσεων από τις υπηρεσίες της ΓΓΔΕ θα συντομευθεί σημαντικά.

Οι λεγόμενοι «τακτικοί» φορολογικοί έλεγχοι θα ολοκληρώνονται πολύ πιο γρήγορα, δεδομένου ότι δεν θα είναι υποχρεωτικό να ακολουθούνται όλες οι ελεγκτικές επαληθεύσεις ενός γενικού πλήρους φορολογικού ελέγχου, αλλά μόνο εκείνες οι οποίες ταιριάζουν στις ιδιαιτερότητες της δραστηριότητας της κάθε ελεγχόμενης επιχείρησης ή του ελεγχόμενου ελεύθερου επαγγελματία και οι οποίες επαρκούν για να οδηγήσουν σε ένα αξιόπιστο αποτέλεσμα.

Με τις διαδικασίες αυτές θα περιοριστούν και τα φαινόμενα συσσώρευσης μεγάλου αριθμού ανέλεγκτων φορολογικών υποθέσεων, τα οποία παρατηρούνται σήμερα εξαιτίας της έλλειψης επαρκούς αριθμού φορολογικών ελεγκτών στις υπηρεσίες της ΓΓΔΕ, και της ταυτόχρονης απαίτησης για διενέργεια μεγάλου αριθμού ελεγκτικών επαληθεύσεων σε κάθε πλήρη φορολογικό έλεγχο.

Τα φαινόμενα αυτά έχουν ως συνέπεια χιλιάδες υποθέσεις να παραμένουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα ανέλεγκτες και οι διευθυντές και οι υπάλληλοι των φοροελεγκτικών υπηρεσιών να έρχονται αντιμέτωποι με τον κίνδυνο της παραγραφής, λόγω παρέλευσης της πενταετίας εντός της οποίας πρέπει να εκδοθούν οι πράξεις προσδιορισμού των φόρων και των προστίμων.

Στην ουσία η εξουσιοδοτική διάταξη με την οποία δίδεται το δικαίωμα στον γενικό γραμματέα Δημοσίων Εσόδων να καθορίζει ειδικές διαδικασίες συνοπτικών φορολογικών ελέγχων έχει τη σκοπιμότητα μιας παρόμοιας διάταξης που υπήρχε στον παλαιό και καταργηθέντα πλέον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994). Η διάταξη εκείνη (παράγραφος 8 του άρθρου 66 του ν. 2238/1994) προέβλεπε ότι: «Στις περιπτώσεις που δεν καθίσταται εφικτός ο έλεγχος των υπόλοιπων δηλώσεων μέχρι να συμπληρωθεί ο χρόνος της παραγραφής, οι δηλώσεις αυτές περαιώνονται με έλεγχο, που καθορίζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών».

Βάσει της διάταξης εκείνης εκδόθηκε από τον υπουργό Οικονομικών η υπ’ αριθμόν ΠΟΛ. 1072/2011 απόφαση με την οποία καθορίστηκαν τα κριτήρια επιλογής για έλεγχο, ο τρόπος και η διαδικασία ελέγχου των εκκρεμών υποθέσεων φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογιών των επιτηδευματιών, καθώς και ειδικός τρόπος βεβαίωσης και καταβολής των διαφορών φόρων που προκύπτουν από τον έλεγχο.

Στο αιτιολογικό εκείνης της υπουργικής απόφασης αναφέρονταν ως λόγοι για την έκδοσή της τα εξής:

  • Η ανάγκη ελέγχου, με τον καθορισμό ελάχιστων υποχρεωτικών και αντικειμενικών επαληθεύσεων, των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων φόρου εισοδήματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων των επιτηδευματιών.
  • Η ανάγκη έγκαιρης βεβαίωσης των εσόδων του Δημοσίου.
  • Η ανάγκη απλούστευσης των διαδικασιών για τη διευκόλυνση του ελεγκτικού έργου των φορολογικών υπηρεσιών και την εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ φορολογούμενων και φορολογούσας αρχής.

Στη συνέχεια, στα δύο πρώτα άρθρα της απόφασης καθορίζονταν οι υπαγόμενες και οι εξαιρούμενες υποθέσεις καθώς επίσης και τα κριτήρια επιλογής των υποθέσεων για έλεγχο. Αξίζει να αναφέρουμε, ενδεικτικά, ότι σύμφωνα με την απόφαση εκείνη εντάχθηκαν σε διαδικασίες συνοπτικών φορολογικών ελέγχων οι ανέλεγκτες υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογιών επιτηδευματιών που αφορούσαν χρήσεις με δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα μέχρι 20.000.000 ευρώ.