Τον Άγιο Νεκτάριο το θαυματουργό, Μητροπολίτη Πενταπόλεως Αιγύπτου γιορτάζει αύριο Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2018 η Εκκλησία. Ο Άγιος Νεκτάριος γεννήθηκε στις 1 Οκτωβρίου του 1846 μ.Χ. στην Σηλυβρία της Θράκης και ονομάσθηκε Αναστάσιος. Οι γονείς του λέγονταν Δήμος και Βασιλική Κεφαλά. Ο Αναστάσης ήταν το πέμπτο κατά σειρά παιδί της οικογενείας του.

Οι γονείς του δεν ήταν πλούσιοι. Αλλά ήταν ευσεβείς και φρόντιζαν, κατά το δυνατόν, να γίνει και το παιδί τους καλός Χριστιανός. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στην πατρίδα του. Αλλά αυτός ήθελε να προχωρήσει. Ήθελε να μορφωθεί, να γίνει Θεολόγος και Κήρυκας του Ευαγγελίου, για να ωφελήσει τους ανθρώπους. Δυστυχώς, όμως, ήταν φτωχός και δεν είχε τα μέσα να προχωρήσει στα γράμματα.

Όταν ήταν ακόμη 14 ετών, πήρε την ευχή της μάνας του και ξεκίνησε για την Κωνσταντινούπολη.

Στην Πόλη δεν εύρισκε δουλειά και με δυσκολία έπιασε σε ένα καπνεργοστάσιο ενός συγγενούς του.

Δυστυχώς, δεν τον πλήρωναν καλά και γι αυτό γύριζε σχεδόν ξυπόλυτος, κουρελιάρης και πεινασμένος. Μόνο στην προσευχή εύρισκε παρηγοριά και στην εκκλησία που πήγαινε τακτικά.

Τη μνήμη του Αγίου Νεκταρίου γιορτάζει η Ορθοδοξία αύριο Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2018. Ο Άγιος Νεκτάριος γεννήθηκε στις 1 Οκτωβρίου του 1846 μ.Χ. στη Σηλυβρία της Θράκης από τον Δήμο και τη Βασιλική Κεφάλα και ήταν το πέμπτο από τα έξι παιδιά τους. Το κοσμικό του όνομα ήταν Αναστάσιος. Μικρός, 14 ετών, πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργάστηκε ως υπάλληλος και κατόπιν ως παιδονόμος στο σχολείο του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου. Κατόπιν πήγε στη Χίο, όπου, από το 1866 μ.Χ. μέχρι το 1876 μ.Χ. χρημάτισε δημοδιδάσκαλος στο χωριό Λίθειο.

Ο Άγιος Νεκτάριος το 1876 μ.Χ. εκάρη μοναχός στη Νέα Μονή Χίου με το όνομα Λάζαρος και στις 15 Ιανουαρίου 1877 μ.Χ. χειροτονήθηκε διάκονος, ονομασθείς Νεκτάριος, από τον Μητροπολίτη Χίου Γρηγόριο (1860 – 1877 μ.Χ.), και ανέλαβε τη Γραμματεία της Μητροπόλεως.

Το 1881 μ.Χ. ήλθε στην Αθήνα, όπου με έξοδα του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου Δ’ (1870 – 1899 μ.Χ.), σπούδασε Θεολογία και πήρε το πτυχίο του το 1885 μ.Χ.

Έπειτα, ο ίδιος προαναφερόμενος Πατριάρχης, τον χειροτόνησε το 1886 μ.Χ. πρεσβύτερο και του έδωσε τα καθήκοντα του γραμματέα και Ιεροκήρυκα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας. Διετέλεσε επίσης πατριαρχικός επίτροπος στο Κάιρο.

Στις 15 Ιανουαρίου 1889 μ.Χ., χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Η δράση του ως Μητροπολίτου ήταν καταπληκτική και ένεκα αυτού ήταν βασικός υποψήφιος του πατριαρχικού θρόνου Αλεξανδρείας.

Λόγω όμως φθονερών εισηγήσεων (αισχρών συκοφαντιών), προς τον Πατριάρχη Σωφρόνιο, ο ταπεινόφρων Νεκτάριος, για να μη λυπήσει τον γέροντα Πατριάρχη, επέστρεψε στην Ελλάδα (1889 μ.Χ.).

Διετέλεσε Ιεροκήρυκας (Ευβοίας) (1891 – 1893 μ.Χ.), Φθιώτιδος και Φωκίδας (1893 – 1894 μ.Χ.) και διευθυντής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής στην Αθήνα (1894 – 1904 μ.Χ.).

Μετά τον θάνατο του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου (1899 μ.Χ.), ο Άγιος Νεκτάριος εκλήθη να τον διαδεχθεί, αλλά ο Άγιος αρνήθηκε.

Στα κηρύγματα του, πλήθος λαού μαζευόταν, για να «ρουφήξει» το νέκταρ των Ιερών λόγων του.

Το 1904 μ.Χ. ίδρυσε γυναικεία Μονή στην Αίγινα, της οποίας ανέλαβε προσωπικά τη διοίκηση, αφού εγκαταβίωσε εκεί το 1908 μ.Χ., μετά την παραίτηση του από τη Ριζάρειο Σχολή.

Έγραψε αρκετά συγγράμματα, κυρίως βοηθητικά του θείου κηρύγματος.

Η ταπεινοφροσύνη του και η φιλανθρωπία του υπήρξαν παροιμιώδεις.

Πέθανε το απόγευμα της 8ης Νοεμβρίου 1920 μ.Χ.

Τόση δε ήταν η αγιότητά του, ώστε επετέλεσε πολλά θαύματα, πριν αλλά και μετά τον θάνατο του. Ενταφιάστηκε στην Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος στην Αίγινα.

Η ανακομιδή των Ιερών λειψάνων του έγινε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1953 μ.Χ. και στις 20 Απριλίου του 1961 μ.Χ. με Πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, διακηρύχτηκε Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας

Τον τιμούμε στις 9 Νοεμβρίου.