Ο δρόμος για τη συμφωνία δεν έχει κλείσει. Περνά όμως μέσα από τη νομοθέτηση σκληρών μέτρων από την ελληνική κυβέρνηση, με ισχυρά ανταλλάγματα σε όρους πλεονασμάτων, χρέους και αναπτυξιακών «αντίμετρων», σε μία συνταγή που μοιάζει έντονα με αυτή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Οι τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν ότι το πακέτο το οποίο βρίσκεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αφορά σε προκαταβολική νομοθέτηση μείωσης αφορολογήτου και συντάξεων, καθώς και των αλλαγών στα εργασιακά. Τα δημοσιονομικά μέτρα σχεδιάζεται να τεθούν σε εφαρμογή από το 2019, όχι όμως με ρήτρα ακύρωσης όπως προέβλεπε το προηγούμενο σενάριο. Εφόσον ψηφιστούν, θα έρθουν για να μείνουν.

Τα αντίμετρα, υπό μία έννοια, μπορεί να θεωρηθεί ότι θα είναι κοντά στην πρόταση Τσακαλώτου η οποία είχε διατυπωθεί στο τέλος του περασμένου έτους. Η υπέρβαση έναντι των στόχων πλεονάσματος, θα κατευθύνεται σε μειώσεις φόρων και δράσεις ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής, αλλά όπως αναφέρουν πηγές με γνώση των διεργασιών, θα είναι συμφωνημένα με τους δανειστές.

«Δεν θα μπορούν να κατευθύνονται στον αντιπαραγωγικό τομέα της οικονομίας», σημειώνεται χαρακτηριστικά με υπόμνηση των δεσμεύσεων που είχαν αναληφθεί μέσω της επιστολής Τσακαλώτου λίγο πριν την Πρωτοχρονιά, όταν εξαιτίας της διανομής κοινωνικού μερίσματος χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των θεσμών, είχαν παγώσει τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος.

Το σενάριο αυτό, φαίνεται να ικανοποιεί τις απαιτήσεις του ΔΝΤ, όσον αφορά την ενδεδειγμένη -κατά την άποψη του Ταμείου- δημοσιονομική συνταγή. Για να κλείσει το «κουτάκι» του ΔΝΤ όμως, θα πρέπει να ληφθούν παράλληλα και μέτρα τα οποία θα διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα του χρέους.

Χθες, η Κριστίν Λαγκάρντ με συνέντευξή της (στο Reuters) διεμήνυσε ότι «το Ταμείο δεν μπορεί να δεχθεί συμβιβασμούς όσον αφορά τις αρχές του και να κλείσει μια ειδική συμφωνία για τη χώρα», σημειώνοντας παράλληλα ότι «μια μείωση του βάρους του χρέους μπορεί να επιτευχθεί χωρίς ‘κούρεμα’ στα δάνεια των διεθνών πιστωτών».

Ορόσημο το Eurogroup

Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος με συνέντευξή του (στον Ant1), διέψευσε ότι υπάρχει τελεσίγραφο 48ωρών για αποδοχή της προτεινόμενης συμφωνίας από τους δανειστές, σημείωσε ότι «είμαστε σε καλό δρόμο, δεδομένου ότι πολλοί παίκτες θέλουν συμφωνία» και ανέφερε ότι «επιδιώκουμε πολιτική λύση στις 20 Φεβρουαρίου με εξειδίκευση των λεπτομερειών στη συνέχεια». Στη συνεδρίαση του Eurogroup, αναμένεται να διερευνηθούν τα περιθώρια παρεμβάσεων στο δίπολο χρέους-πλεονασμάτων και υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορούν να γίνουν βήματα συμβιβασμού.

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί η φραστική μεταστροφή στις δημόσιες τοποθετήσεις της γερμανικής κυβέρνησης. Χωρίς αναφορές σε ενδεχόμενο Grexit, ο εκπρόσωπος της καγκελαρίου Μέρκελ ερωτηθείς αν η αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη αποτελεί επιλογή απάντησε ότι «η Γερμανία είναι προσηλωμένη στην επιτυχία του ελληνικού προγράμματος διάσωσης» ενώ ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών τόνισε ότι «θέλουμε να διατηρήσουμε την ευρωζώνη ενωμένη, περιλαμβανομένης της Ελλάδας, και θα στηρίξουμε οτιδήποτε βοηθάει την Ελλάδα». Κατά τον ίδιο, οι συζητήσεις που έγιναν την Παρασκευή με την Ελλάδα «δίνουν την ελπίδα πως η συμφωνία είναι δυνατή».

Η συμφωνία, κατά την άποψη της ελληνικής κυβέρνησης, όπως την επανέλαβε χθες ο κ. Τσακαλώτος, θα πρέπει να αφορά στο τρίπτυχο «μεταρρυθμίσεις, μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και ύψος πλεονασμάτων».

Το ύψος των μέτρων

Η συμφωνία προϋποθέτει την αποδοχή από την πλευρά της κυβέρνησης ενός πακέτου πρόσθετων μέτρων κοντά στο 2% του ΑΕΠ ή 3,6 δισ. ευρώ. Αυτό τουλάχιστον προτάθηκε στην ελληνική κυβέρνηση την περασμένη Παρασκευή στις Βρυξέλλες, όταν έπεσε στο τραπέζι και το αίτημα για μείωση του αφορολογήτου στα 5.900 ευρώ.

Δεν θα προκαλούσε έκπληξη, αν τελικά ο συμβιβασμός επιτευχθεί σε χαμηλότερο ύψος μέτρων. Η χθεσινή έκθεση της Κομισιόν, αφήνει περιθώρια ερμηνειών ότι το ύψος των πρόσθετων δημοσιονομικών απαιτήσεων δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει οριστικοποιηθεί.

Στην έκθεση φθινοπωρινών προβλέψεων, η Κομισιόν κρατά σαφείς αποστάσεις από τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και ο αντιπρόεδρος Βλάντις Ντομπρόβσκις κάλεσε επί της ουσίας το Ταμείο να αναθεωρήσει τις προβλέψεις του με βάση τα στοιχεία.

Τα «σωστά στοιχεία» επικαλέστηκε άλλωστε και ο κοινοτικός επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί (θα βρίσκεται αύριο στην Αθήνα) λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «δουλεύουμε εντατικά για να κλείσουμε τη δεύτερη αξιολόγηση αλλά πρέπει να το κάνουμε αυτό στη βάση των σωστών στοιχείων».

Η Κομισιόν συμμερίζεται την εκτίμηση του υπουργείου Οικονομικών περί υπεραπόδοσης στο δημοσιονομικό στόχο του 2016 (εκτιμά ότι το πρωτογενές πλεόνασμα πέρυσι ήταν 2% του ΑΕΠ έναντι 0,9% του ΑΕΠ του ΔΝΤ) σημειώνοντας μάλιστα ότι είναι πιθανό να επιτευχθεί χωρίς νέα μέτρα και ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018 (1,5% λέει το ΔΝΤ). Παρ’ όλα αυτά, ζητά πρόσθετα μέτρα στη γραμμή του ΔΝΤ εξαιτίας κινδύνων, κυρίως αναφορικά με τη δημοσιονομική αποτελεσματικότητα της τελευταίας μεταρρύθμισης στο ασφαλιστικό και των προβλημάτων εφαρμογής της αλλά και λόγω των καθυστερήσεων στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.