Απώλειες που μπορούν να ξεπερνούν ακόμη και τα 1,2-1,4 δις. ευρώ –δηλαδή ακόμη και το 0,6-0,7% του ΑΕΠ- μπορεί να προκαλέσει στην ελληνική οικονομία η εξάπλωση του κορωνοϊού. Τα βλέμματα στρέφονται κυρίως στον κλάδο του τουρισμού ο οποίος, ύστερα από την άνοδο των τελευταίων ετών, έχει φτάσει να αποδίδει εισπράξεις που αντιστοιχούν στο 10% του ΑΕΠ και να εισφέρει συνολικά με ένα ποσοστό της τάξεως του 20% στην ελληνική οικονομία.

Παρά τις δυσοίωνες προβλέψεις όμως –χθες έγιναν οι πρώτες ποσοτικοποιημένες εκτιμήσεις τόσο από το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο όσο και από ξένους οίκους μεταξύ των οποίων και η HSBC- το οικονομικό επιτελείο συστήνει υπομονή και ψυχραιμία. Ακόμη και οι ειδικοί επιστήμονες δεν έχουν ξεκαθαρίσει αν ο κορωνοϊός θα εξακολουθήσει να αποτελεί πρόβλημα για την παγκόσμια κοινότητα κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών.

Προς το παρόν, η ελληνική τουριστική βιομηχανία δεν μετράει σημαντικές ακυρώσεις για το καλοκαίρι και οι οποίες απώλειες εντοπίζονται σε κρατήσεις που αφορούν στους μήνες Μάρτιο έως Μάιο. Εκπρόσωποι του ξενοδοχειακού κλάδου έχουν ήδη αρχίσει να καταγράφουν ακυρώσεις ενώ αναβάλλονται ολοένα και περισσότερα συνέδρια και εκδηλώσεις που είχαν προγραμματιστεί για τη συγκεκριμένη περίοδο. Οι πρώτες εκτιμήσεις συγκλίνουν στο ότι το δεύτερο τρίμηνο της φετινής χρονιάς θα κλείσει με κάμψη σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο.

Όσο για το τρίτο –και καθοριστικό- τρίμηνο της φετινής χρονιάς ουδείς επιχειρεί από τώρα προβλέψεις καθώς το τι μέλλει γενέσθαι θα εξαρτηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από την εξάπλωση του κορωνοϊόυ στην Ευρώπη αλλά και το πώς αυτός θα επηρεάσει την απόφαση των Ευρωπαίων (και κυρίως Γερμανών, Γάλλων, Ιταλών και Βρετανών) να ταξιδέψουν. Το πόσο ευαίσθητη έχει γίνει η ελληνική οικονομία στα σκαμπανεβάσματα του τουρισμού προκύπτει από το εξής στατιστικό στοιχείο: όταν τα συνολικά έσοδα ανέρχονται πλέον σε ετήσια βάση στα 18 δις. ευρώ, αρκεί μια μείωση των εσόδων κατά μόλις 5% ώστε να “χαθούν” 900 εκατ. ευρώ ή περίπου μισή ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ.

Έτοιμη να παρέμβει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Ήδη από χθες, το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο έχει εκτιμήσει ότι ο στόχος για ρυθμό ανάπτυξης 2,8% μέσα στο 2020 είναι δύσκολο να επιτευχθεί. Το ίδιο το Δημοσιονομικό Συμβούλιο προέβλεψε ότι οι απώλειες μπορεί να κινηθούν από 0,33% έως 0,66% του ΑΕΠ. Βέβαια, στο μοντέλο του το Δημοσιονομικό Συμβούλιο δεν έχει λάβει υπόψη του τα πιθανά μέτρα που θα ληφθούν το επόμενο διάστημα τόσο σε ελληνικό όσο και σε πανευρωπαΪκό επίπεδο. Ήδη, μετά τη μείωση των επιτοκίων από την Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα- τα βλέμματα εστιάζονται στις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας η οποία επίσης προανήγγειλε ότι είναι έτοιμη να παρέμβει.

Η μείωση των επιτοκίων (ήδη έγινε από την FED και ουσιαστικά προαναγγέλθηκε από την ΕΚΤ) μπορεί να ισοδυναμεί με “φρέσκο χρήμα” στην αγορά αλλά από την άλλη εντείνει και την ανησυχία (σ.σ ήδη η μείωση των επιτοκίων κατά 0,5% από την FED χθες προκάλεσε κατρακύλα στο αμερικανικό χρηματιστήριο αντί να φέρει άνοδο και αυτό διότι οι επενδυτές εξέλαβαν την έκτακτη μείωση ως ένδειξη ότι οι Κεντρικές Τράπεζες (και δει η FED) προβλέπουν μεγαλύτερες απώλειες για την παγκόσμια οικονομία σε σχέση με αυτές που αρχικά εκτιμούσαν. Άλλωστε, η τελευταία φορά που η FED παρενέβη εκτάκτως ήταν το 2008 όταν και ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση λόγω Lehman.

Αποτίμηση των επιπτώσεων από την εξάπλωση του κορωνοϊού αναμένεται να γίνει και στο σημερινό Eurogroup που θα πραγματοποιηθεί μέσω τηλεδιάσκεψης Μέτρα δεν αναμένεται να ανακοινωθούν καθώς οι όποιες αποφάσεις αναμένονται στην τακτική συνεδρίαση του Eurogroup η οποία προγραμματίζεται για τα μέσα Μαρτίου.