Η επιλογή πληρωμής ασφαλίστρων ζωής σε δόσεις μπορεί να φαίνεται βολική, ωστόσο συνοδεύεται από «κρυφές» οικονομικές επιβαρύνσεις που συχνά μεταφράζονται σε υπέρογκα επιτόκια, σύμφωνα με τον δικηγόρο και διδάκτορα νομικής Δημήτρη Σπυράκο. Όπως επισημαίνει, αρκετές ασφαλιστικές εταιρείες επιβάλλουν προσαύξηση έως 3% στα ασφάλιστρα όταν αυτά δεν καταβάλλονται εφάπαξ, χωρίς να αποκαλύπτουν το πραγματικό κόστος της πίστωσης. Η πρακτική αυτή, που θεωρείται αθέμιτη και αδιαφανής, παραβιάζει τις αρχές της καλής πίστης και τη νομοθεσία για την καταναλωτική πίστωση, καθώς ο ασφαλισμένος δεν ενημερώνεται επαρκώς για το ύψος και το επιτόκιο της χορηγούμενης πίστωσης. Ο κ. Σπυράκος υπογραμμίζει ότι η νέα ευρωπαϊκή Οδηγία 2023/2225 καθιστά υποχρεωτική τη σαφή ενημέρωση των καταναλωτών και τη δημοσιοποίηση του συνολικού επιτοκίου, προκειμένου να ενισχυθεί η διαφάνεια και η εμπιστοσύνη στην ασφαλιστική αγορά.
Η επιλογή πληρωμής ασφαλίστρων ζωής σε δόσεις, κρύβει σημαντικές επιβαρύνσεις, αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Δημήτρης Σπυράκος, δικηγόρος και διδάκτωρ νομικής, πρώην γενικός γραμματέας Καταναλωτή και γενικός γραμματέας της «Ένωσης Δικαίου Προστασίας Καταναλωτή», με εμπειρία σε ποινικό, ιδιωτικό και καταναλωτικό δίκαιο.
Όπως σημειώνει, αρκετές ασφαλιστικές εφαρμόζουν προσαύξηση έως 3% στο ετήσιο ασφάλιστρο όταν αυτό δεν καταβάλλεται εφάπαξ, χωρίς όμως να γίνεται σαφής η πραγματική οικονομική επιβάρυνση, που συχνά ισοδυναμεί με υπερβολικό επιτόκιο.
Διαβάστε εδώ Μεγάλες αυξήσεις στα ασφάλιστρα Υγείας και ΙΧ: Το μεγάλο πάρτι των ασφαλιστικών
Η κρυφή επιβάρυνση στα ασφάλιστρα
Η επιβάρυνση εμφανίζεται συνήθως στους γενικούς όρους της ασφάλισης, αλλά χωρίς να αποκαλύπτεται το πραγματικό κόστος της πίστωσης. Για παράδειγμα, η προσαύξηση του 3% εφαρμόζεται ακόμα και όταν το ασφάλιστρο πληρώνεται σε δύο εξαμηνιαίες δόσεις. Στην πραγματικότητα, πίστωση παρέχεται μόνο για τη δεύτερη δόση και για έξι μήνες, αλλά η προσαύξηση υπολογίζεται στο σύνολο του ασφαλίστρου. Έτσι, το πραγματικό επιτόκιο εκτοξεύεται στο 12% ή και υψηλότερα, εάν ληφθεί υπόψη η προκαταβολή του «τόκου».
Αθέμιτη και αδιαφανής πρακτική
Ο κ. Σπυράκος επισημαίνει ότι η πρακτική αυτή εγείρει σοβαρά ζητήματα νομιμότητας και δεοντολογίας. Οι εταιρείες εκμεταλλεύονται τη σχέση εμπιστοσύνης με τον ασφαλισμένο, χωρίς ουσιαστικό πιστωτικό κίνδυνο, αφού διατηρούν το δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης σε περίπτωση καθυστέρησης. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι ο καταναλωτής δεν ενημερώνεται για το πραγματικό κόστος της πίστωσης, αντίθετα τόσο με τις αρχές της καλής πίστης όσο και με τη νομοθεσία για την καταναλωτική πίστωση, όπως προβλέπει η Οδηγία 2008/48 αλλά και η νέα Οδηγία 2023/2225, που πρόκειται να εφαρμοστεί, η οποία ενισχύει τις απαιτήσεις διαφάνειας και υπεύθυνης παροχής πίστωσης. Δηλαδή, ουσιαστικά, οι καταναλωτές οδηγούνται στην επιλογή της πληρωμής σε δόσεις που, όμως, πιθανότατα θα απέφευγαν αν γνώριζαν το πραγματικό κόστος. Με αυτόν τον τρόπο, οι ασφαλιστικές εταιρείες χορηγούν πίστωση, αποσιωπώντας τόσο το ποσό όσο και το επιτόκιο.
Η ανάγκη για διαφάνεια σύμφωνα με την Οδηγία 2023/2225
Η πρακτική αυτή, που αποτελεί κατάλοιπο προηγούμενων εποχών, πρέπει να εγκαταλειφθεί, αναφέρει ο κ. Σπυράκος και προσθέτει ότι η νέα Οδηγία προβλέπει πως οι εταιρείες που παρέχουν πίστωση πρέπει να:
ενημερώνουν σαφώς τον καταναλωτή για τον χαρακτήρα της πίστωσης,
αποκαλύπτουν πλήρως το ύψος της και
δημοσιοποιούν το συνολικό πραγματικό επιτόκιο (APR).
«Η συμμόρφωση με αυτές τις απαιτήσεις διαφάνειας δεν προστατεύει μόνο τον καταναλωτή, αλλά συμβάλλει και στη μείωση του κόστους της πίστωσης για όσους την έχουν πραγματικά ανάγκη, ενισχύοντας παράλληλα την εμπιστοσύνη στην αγορά ασφαλίσεων» καταλήγει ο κ. Σπυράκος.
Δείτε εδώ Γιατί μπαίνουν στο μικροσκόπιο οι χρεώσεις στα ασφάλιστρα υγείας και οι κλινικές