Ακριβή υπόθεση μπορεί να αποδειχθεί η χορήγηση φορολογικής ενημερότητας ειδικά αν αυτός που την ζητήσει έχει λαμβάνειν από το ελληνικό δημόσιο ή έχει βεβαιωμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές έστω και αν είναι ρυθμισμένες και εξυπηρετούνται κανονικά.

Σύμφωνα με εγκύκλιο του Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων κ. Γιώργου Πιστιλή (ΠΟΛ.1141/2016) η χειρότερη περίπτωση είναι όταν το αποδεικτικό ενημερότητας ζητείται για είσπραξη χρημάτων από φορείς της Κεντρικής Διοίκησης (πχ υπουργεία φορείς) .

Αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του συμψηφισμού, το συνολικό ποσοστό παρακράτησης είναι υποχρεωτικά 100% επί της είσπραξης και μέχρι του ύψους των βεβαιωμένων προς στη Φορολογική Διοίκηση οφειλών του δικαιούχου των απαιτήσεων κατά του Δημοσίου (ληξιπροθέσμων και μη, καθώς και σε καθεστώς αναστολής είσπραξης).

Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος έχει να λάβει χρήματα από το δημόσιο (πλην των φορέων της Κεντρικής διοίκησης) αλλά από κάποιο ασφαλιστικό ταμείο νοσοκομείο ΟΤΑ ή ΝΠΔΔ και έχει βεβαιωμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές ρυθμισμένες σε τμηματική καταβολή η είσπραξη της απαίτησης του θα έχει υποχρεωτικά μερική παρακράτηση. Τυχόν μη ληξιπρόθεσμες οφειλές ή οφειλές σε αναστολή είσπραξης μπορούν να ενταχθούν στον κανόνα της παρακράτησης με αίτηση του φορολογουμένου

Σε ότι αφορά την εξεύρεση του ελάχιστου ποσοστού παρακράτησης, υπολογίζεται το ελάχιστο ποσοστό επί της εισπραττόμενης απαίτησης (10%, 30%, 70%, κατά περίπτωση) και ταυτόχρονα υπολογίζεται το ελάχιστο ποσό που αντιστοιχεί σε δόσεις ρύθμισης (3 ή 5 δόσεις ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών που τρέχει από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης), προκειμένου να γίνει σύγκριση αυτών. Μετά τον ανωτέρω υπολογισμό, το ελάχιστο, δυνητικά, ποσοστό/ποσό παρακράτησης επί του αποδεικτικού ενημερότητας, είναι αυτό που αντιστοιχεί στο μεγαλύτερο ποσό εκ των δύο.

Στην περίπτωση αίτησης φορολογούμενου για έκδοση αποδεικτικού ενημερότητας για την πώληση ακινήτου ο οποίος εξυπηρετεί ρύθμιση ληξιπρόθεσμών οφειλών και έχει βεβαιωμένες ρυθμισμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 13.000 ευρώ.. Αν η αντικειμενική αξία του ακινήτου είναι 12.000 ευρώ και το τίμημα ανέρχεται στο ποσό των 10.000 ευρώ, το 70% του τιμήματος είναι 7.000 ευρώ και το 70% της αντικειμενικής αξίας είναι 8.400 ευρώ.

Συνεπώς, εν προκειμένω, τα όρια των ποσοστών παρακράτησης (ήτοι από 70% έως 100%) επί του τιμήματος, όχι όμως σε αξία μικρότερης της αντικειμενικής, υπολογίζονται από 8.400 ευρώ έως 10.000 ευρώ.

Στην περίπτωση που είναι διασφαλισμένη η είσπραξη της οφειλής, τα όρια των ποσοστών παρακράτησης (ήτοι από 50% έως 100%) επί του τιμήματος όχι όμως σε αξία μικρότερης της αντικειμενικής, υπολογίζονται από 6.000 ευρώ έως 10.000 ευρώ.

Πότε η παρακράτηση μειώνεται στο 10%

Το κατώτατο ποσοστό παρακράτησης (30%, 70%) που τίθεται υποχρεωτικά επί του αποδεικτικού ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων δύναται να περιορισθεί στο 10% του εισπραττόμενου ποσού, εφόσον:

i) ο αιτών το αποδεικτικό ενημερότητας έχει περιοδικές αποδεδειγμένες απαιτήσεις ή τουλάχιστον μία ακόμα απαίτηση κατά φορέων όπου είναι υποχρεωτική η προσκόμιση αποδεικτικού ενημερότητας (όπως ΕΟΠΠΥ, νοσοκομεία κλπ), είναι ενήμερος σε ρύθμιση, και ο αρμόδιος Προϊστάμενος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής, αξιολογήσει τα ποσά είσπραξης της απαίτησης / απαιτήσεων αυτών ως αξιόλογα σε σχέση με την οφειλή. Προς απόδειξη των ανωτέρω, ο αιτών προσκομίζει οποιοδήποτε διαθέσιμο στοιχείο, όπως δημόσια έγγραφα, συμβάσεις κτλ. ή / και

ii) ο αιτών έχει υπόλοιπο συνολικής βασικής βεβαιωμένης ρυθμισμένης οφειλής μικρότερο των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ.

Για παράδειγμα αν κάποιος ζητά την έκδοση την έκδοση αποδεικτικού για είσπραξη 7000 ευρώ από φορείς του Δημοσίου που έχει ρυθμισμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 3.000 ευρώ με εναπομένουσες 10 δόσεις ρύθμισης που έπονται από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης. Επίσης ο αιτών έχει περιοδικές απαιτήσεις από φορείς του Δημοσίου πλην Κεντρικής Διοίκησης.

Το κατώτατο όριο παρακράτησης είναι 10% επί του εισπραττόμενου ποσού, το οποίο πρέπει να καλύψει τουλάχιστον τρεις δόσεις της ρύθμισης που έπονται από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης, δηλαδή στην ανωτέρω περίπτωση, το κατώτατο ποσό παρακράτησης αναπροσαρμόζεται από 700 ευρώ σε 900 ευρώ.

Τον επόμενο μήνα που θα αιτηθεί ο οφειλέτης αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων από φορέα του ευρύτερου Δημοσίου, το κατώτατο δυνητικά όριο παρακράτησης είναι το 10%, με την προϋπόθεση ότι καλύπτεται τουλάχιστον μία επιπλέον δόση ρύθμισης εφόσον οι υπόλοιπες δύο από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης έχουν ήδη αποδοθεί/πιστωθεί από την προηγούμενη παρακράτηση και επιπλέον στοιχειοθετείται η ύπαρξη μίας ακόμη απαίτησης (αξιόλογης σε σχέση με την οφειλή) για την οποία απαιτείται η προσκόμιση αποδεικτικού ενημερότητας.

Από την υποχρέωση παρακράτησης έστω και αν υπάρχουν ρυθμισμένες ενήμερες ληξιπρόθεσμες οφειλές εξαιρούνται χρήματα που αφορούν προκαταβολή – ενδιάμεσες πληρωμές ΕΣΠΑ, όπου χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, και εάν το αποδεικτικό χορηγείται λόγω προσκόμισης εγγυητικής επιστολής.