Το φαινόμενο της βίας έχει λάβει πολύ ανησυχητικές διαστάσεις και οφείλουμε να αναλύσουμε το όλο πρόβλημα και πρωτίστως να πάρουμε μέτρα αντιμετώπισής του.

Των Κώστα Ανθόπουλου και Νίκου Τσούλια

 

Προφανώς οι αιτίες του όλου φαινομένου είναι πολυσύνθετες, κοινωνικές, πολιτισμικές, ψυχοσυναισθηματικές κλπ.

Η βία είναι διάχυτη παντού και αναπαράγεται και προβάλλεται από την τηλεόραση και από τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης με πρακτική εμπορευματοποίησης! Οι ανισότητες, ο ρατσισμός, ο σκληρός οικονομικός ανταγωνισμός, η αβεβαιότητα για το μέλλον ιδιαίτερα στους νέους είναι μερικοί από τους παράγοντες που την προκαλούν και την τροφοδοτούν.

Το σχολείο βρίσκεται intramuros της κοινωνίας και δέχεται όλο αυτό το παρακμιακό σκηνικό και παράλληλα δημιουργεί τις δικές του εκφράσεις της βίας.

Είναι αλήθεια ότι το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού έχει αρχίσει να ανησυχεί έντονα τους γονείς και να προβληματίζει την ελληνική κοινωνία.

Από διάφορες μελέτες στη χώρα μας προκύπτει ότι 10-15% των μαθητών πέφτουν θύματα διαφόρων μορφών βίας στο σχολείο. Επιστημονικές έρευνες επίσης, για το ίδιο θέμα, αποκαλύπτουν ότι τα παιδιά που γίνονται θύματα εκφοβισμού και βίας υφίστανται μια σειρά από ψυχοκοινωνικές και μακροχρόνιες επιπτώσεις:

  • Έντονο άγχος
  • Αίσθημα ανασφάλειας
  • Φοβίες
  • Ψυχοσωματικές διαταραχές
  • Κατάθλιψη
  • Αυτοκτονικός ιδεασμός

Συνεκτιμώντας όλα αυτά ο πρώην Υφυπουργός Παιδείας, Θ. Παπαθεοδώρου το 2012 ενέταξε στο σχεδιασμό των δράσεων του Υπουργείου Παιδείας προγράμματα και δράσεις για την ουσιαστική καταπολέμηση του φαινομένου σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο.

Ο βαθμός αποτελεσματικότητας αυτής της προσπάθειας θα εξαρτηθεί και από την υπέρβαση και άμβλυνση κοινωνικών παθογενειών και νοοτροπιών, που στη σημερινή εποχή ευνοούν την αύξηση αυτού του φαινομένου στα σχολεία

Τέτοιες είναι:

  • Ο στρουθοκαμηλισμός, που στις περισσότερες περιπτώσεις αρνείται την ύπαρξη αυτού του προβλήματος.
  • Η κοινωνική υποκρισία, που θεωρεί τη βία ιδιωτική υπόθεση και πρέπει να βρίσκεται σε συσκότιση και σε πλέγμα πλήρους αποσιώπησης.
  • Η εύκολη δικαιολόγηση συμπεριφορών βίας ως πράξεις που δεν πρέπει να ανησυχούν την κοινωνία, αφού εντάσσονται στη λογική μιας αθώας πλάκας μέσα και έξω από το σχολείο.
  • Η αδυναμία κατανόησης του φαινομένου, οι ιδεοληψίες, η έλλειψη καταδίκης μορφών κοινωνικού ρατσισμού αλλά και η ανεπάρκεια διοικητικών μηχανισμών να υποστηρίζουν και να αξιοποιούν στις δραστηριότητες τους για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος επιστημονικά και ειδικά στελέχη.

Με βάση όλα τα παραπάνω γίνεται κατανοητό πόσο κρίσιμος και σημαντικός είναι ο ρόλος και η ευθύνη του σχολείου για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος .

Είναι λοιπόν απαραίτητο:

  • Να αυξηθεί η επίγνωση του προβλήματος και η γνώση γύρω από αυτό.
  • Να επιτευχθεί η ενεργή συμμετοχή των εκπαιδευτικών και των γονέων.
  • Να δημιουργηθούν ξεκάθαροι κανόνες κατά του εκφοβισμού στο σχολείο.
  • Να παρέχεται υποστήριξη και προστασία στα θύματα.
  • Να διαμορφωθούν ειδικά προγράμματα για μαθητές που εμπλέκονται είτε ως θύτες είτε ως παρατηρητές σε συμπεριφορές βίας και εκφοβισμού με στόχο την τροποποίηση στάσεων και συμπεριφορών.
  • Να δικτυωθεί το σχολείο και οι γονείς με εξειδικευμένες δομές εκεί που χρειάζεται.
  • Να στελεχωθούν οι διευθύνσεις εκπαίδευσης και τα σχολεία με εξειδικευμένο προσωπικό (κοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί).
  • Να καθιερωθεί σταθερή και διαρκής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.
  • Τέλος, να ενταχθούν στις Σχολές γονέων αντίστοιχων προγραμμάτων.

Σε κάθε περίπτωση, για να ευδοκιμήσουν όλα αυτά τα μέτρα είναι αναγκαία μια δημοκρατική και ουμανιστική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Το σχολείο να αποκτήσει ισχυρό παιδαγωγικό, μορφωτικό και πολιτισμικό περιεχόμενο και να μην είναι μόνο ή και κυρίως θεσμός μάθησης.

Κώστας Ανθόπουλος, Μέλος του Δ.Σ. του Α΄ Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Θεσσαλονίκης

Νίκος Τσούλιας: Γραμματέας του Τομέα Παιδείας του ΠΑ.ΣΟ.Κ. – Κινήματος Αλλαγής