Όπως προκύπτει από ανακοίνωση, που εκδώσατε, ως Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) στις 20/09/2019, έχετε ενημερωθεί ότι έχουν εκδοθεί οι νέες αποφάσεις 1749 και 1750/2019 του ΣτΕ, που ακυρώνουν τελεσίδικα-οριστικά και αμετάκλητα, τα Προγράμματα Σπουδών και τα βιβλία-«Φακέλους» του Μαθήματος των Θρησκευτικών που απορρέουν από τα αυτά Προγράμματα.

ΠΕΘ

Ως εκ τούτου το ΙΕΠ, δια των αρμοδίων του οργάνων, θα έπρεπε να έχει ήδη αποστείλει στο Υπουργείο Παιδείας πρόταση ανάκλησης της υπ΄ Αρ. Πρωτ. 143755/Δ2(17-09-2019) απόφασης της Υφυπουργού κ. Σοφίας Ζαχαράκη, την οποία το αρμόδιο Τμήμα του ΙΕΠ είχε εισηγηθεί (πράξη 26/27-06-2019 του Δ.Σ).

Στην απόφαση αυτή προβλεπόταν για το μάθημα των Θρησκευτικών στο Δημοτικό Σχολείο για το σχολικό έτος 2019-2020 να ισχύσουν η ύλη και οι οδηγίες διδασκαλίας, όπως έχουν οριστεί για το σχολικό έτος 2017-2018 (σύμφωνα με το υπ’ 164306/Δ2/03-10-2017 έγγραφο του ΥΠ.Π.Ε.Θ), δηλαδή, ουσιαστικά, να συνεχιστούν τα ακυρωμένα από το ΣτΕ Προγράμματα και βιβλία του κ. Γαβρόγλου.

Θεωρούμε ότι, σύμφωνα με τις αποφάσεις του ΣτΕ, είχατε την ως άνω υποχρέωση και ως εκ τούτου έχετε υποπέσει σε παράβαση καθήκοντος, διότι, αφενός, δεν έχετε εισηγηθεί την ανάκληση αυτής της απόφασης και, αφετέρου, δεν έχετε προτείνει την ύλη διδασκαλίας για το Γυμνάσιο και το Λύκειο λαμβάνοντας αυστηρά υπόψη τις αποφάσεις του ΣτΕ, που δημοσιεύτηκαν στις 20/09/2019.

Επομένως, ως ΙΕΠ δεν έχετε εκδώσει Απόφαση που να προτείνει στο Υπουργείο Παιδείας την εφαρμογή των πριν το 2016 ισχυόντων Προγραμμάτων και Βιβλίων για το μάθημα των Θρησκευτικών τόσο στην Πρωτοβάθμια όσο και στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση για να συντελεστεί έτσι η πλήρη εναρμόνιση της διδασκαλίας του μαθήματος με τις αποφάσεις του ΣτΕ.

Επίσης, το ΙΕΠ εκ των πραγμάτων, θα έπρεπε και πρέπει να αποφύγει να στείλει στο Υπουργείο Παιδείας οποιαδήποτε άλλο έγγραφο ή πρότασή του, που θα αφορά στο μάθημα των Θρησκευτικών και δεν θα λαμβάνει υπόψη του το περιεχόμενο των πρόσφατων αποφάσεων του ΣτΕ, διότι, σε διαφορετική περίπτωση, αυτό μπορεί να θεωρηθεί ότι, πέρα από παράβαση καθήκοντος, συνιστά προσπάθεια παρώθησης της διοίκησης του Υπουργείου Παιδείας, προκειμένου τα αρμόδια όργανά του να υπογράψουν αποφάσεις έκνομες οι οποίες συν τοις άλλοις, θα τα εκθέσουν και πολιτικά.

Περιττό να σας αναφέρουμε ότι, αν ανατρέξετε στο αρχείο του , θα διαπιστώσετε ότι υπάρχουν άπειρα έγγραφα της Ενώσεώς μας με τα οποία, ως Όργανο επιστημονικό και συνδικαλιστικό των Θεολόγων Ελλάδος, σας επισημαίναμε ότι τα Προγράμματα που εκπονήθηκαν στο ΙΕΠ και εισηγηθήκατε το 2016 στον κ. Φίλη και το 2017 στον κ. Γαβρόγλου ήταν μη νόμιμα, μη συνταγματικά και μη ορθόδοξα. Τότε, ούτε μία φορά δεν μας καλέσατε ως Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων να εκθέσουμε τις θέσεις μας και, επιπλέον, περιφρονήσατε και απαξιώσατε με εμφανή αυθάδεια και αυταρχισμό τις θέσεις, τις κριτικές και τα αιτήματα που σας στέλναμε εγγράφως, με αποτέλεσμα να εφαρμοστούν τελικά τα Προγράμματά σας και να εκτεθεί έτσι, μετά από τις τέσσερις ακυρωτικές αποφάσεις του ΣτΕ, τόσο το Υπουργείο Παιδείας που τα εφάρμοσε, όσο και το Ινστιτούτο που υπηρετείτε που τα εισηγήθηκε.

Σας καλούμε, μάλιστα, να αναλάβετε τις ευθύνες σας προκειμένου να ασκείτε τα καθήκοντά σας, υπηρετώντας μια εκπαιδευτική πολιτική, που θα αφορά και θα εκφράζει δημοκρατικά όλους τους Έλληνες και όχι μόνον μια συγκεκριμένη μερίδα πολιτών, σεβόμενοι παράλληλα τη δημοκρατική και συνταγματική τάξη της χώρας.

Σε διαφορετική περίπτωση, εάν συνεχίσετε, ως ΙΕΠ, να περιφρονείτε κάθε έννοια δικαίου, ως προς τη διδασκαλία του μαθήματος των και να προτείνετε προς το Υπουργείο Παιδείας, παράνομες και αντιδημοκρατικές προτάσεις, θα βρεθούμε στην δυσάρεστη θέση να σας υπενθυμίσουμε ότι η πράξη αυτή συνιστά από μόνη της, πειθαρχικό παράπτωμα, ποινικά κολάσιμο.

Στο πλαίσιο αυτό, οφείλουμε να σας επισημάνουμε ότι ανησυχούμε, διότι τον τελευταίο καιρό σημαντικά στελέχη του ΙΕΠ, όπως ο κ. Ευστράτιος Ψάλτου -πρόσωπο με αμφιλεγόμενες και απαράδεκτες θεολογικές θέσεις για σημαντικά θέματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο οποίος μάλιστα υπογράφει ως «Σύμβουλος Θρησκευτικών του ΙΕΠ»- εκφράζει σε αρθρογραφία του θέσεις που δείχνουν εμφανή ασέβεια έναντι των αποφάσεων του .

Σημειώνουμε ότι η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων, ως ο κλάδος των εκπαιδευτικών, που προσέφυγε στο ΣτΕ και δικαιώθηκε με την ακύρωση των Προγραμμάτων Φίλη – Γαβρόγλου, μετά και από την πολιτική αλλαγή που συντελέστηκε από το Ιούλιο του 2019 στη χώρα μας, δεν είναι δυνατό να αναγκάζεται να συνομιλεί με έναν υπεύθυνο για το μάθημά μας στο ΙΕΠ που ουδέποτε ζήτησε ή δέχτηκε να συνεργαστεί έως τώρα μαζί μας. Δεν είναι δυνατό η Ένωσή μας να αναγκάζεται να αποδέχεται, ως ισότιμο και έγκυρο συνομιλητή της για το μάθημά μας, έναν άνθρωπο, που, χωρίς να κατέχει τα απαιτούμενα θεολογικά και παιδαγωγικά προσόντα, βρίσκεται, κατά τη γνώμη μας, ως μη έπρεπε, ελέω άλλων συνθηκών, στη θέση του Συμβούλου των Θρησκευτικών του ΙΕΠ.

Επιπλέον όμως, με ξεχωριστό θράσος, εκφράζει δημοσίως, μετά μάλιστα τη δημοσίευση των αποφάσεων του ΣτΕ 20/09/2029 τις θέσεις και τα σχέδιά του, που δείχνουν ότι δεν βρίσκεται στην κατεύθυνση της άμεσης και πλήρους απόσυρσης των ακυρωμένων Προγραμμάτων και Φακέλων του μαθήματος των Θρησκευτικών, αλλά, αντίθετα, στην με κάθε θυσία και κάθε τρόπο προσπάθεια πλήρους ή μερικής εν ισχύει παραμονής και διατήρησής τους.

Για πολλοστή φορά σας επισημαίνουμε την υποχρέωσή σας να ακολουθήσετε, χωρίς παρεκτροπές, τη συνταγματική κατεύθυνση που έδωσε στο μάθημά μας το ΣτΕ.

Οφείλουμε να τονίσουμε ξεκάθαρα προς κάθε κατεύθυνση, ότι το ΣτΕ, με τις αποφάσεις του, ακυρώνει και καταργεί πλήρως και συνολικά την δομή, το περιεχόμενο, τον σκοπό και τον προσανατολισμό αυτών των Προγραμμάτων και των Φακέλων και όχι μόνον κάποια τμήματα από αυτά ή κάποιες πτυχές τους.

Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων, διαμέσου του Διοικητικού της Συμβουλίου, δηλώνει ότι είναι αναγκασμένη να αντιδράσει σε τακτικές και τακτικισμούς προσώπων και φορέων, που φαίνεται να επιδιώκουν τη διάλυση ή αλλοίωση της χριστιανικής θρησκευτικής αγωγής στα σχολεία της Ελλάδας. Σε αυτήν την κατεύθυνση, χρησιμοποιούμε όλα τα διαλογικά, αλλά, αν χρειαστεί, και τα νόμιμα μέσα, που θα διασφαλίζουν την απρόσκοπτη και πλήρη εφαρμογή των αποφάσεων του ΣτΕ, έτσι ώστε να επανέλθει το πολύπαθο μάθημα των Θρησκευτικών στη συνταγματική, θεολογική και παιδαγωγική του κανονικότητα.