Στα συσσωρευμένα προβλήματα της εκπαίδευσης, που κορυφώθηκαν κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων, έρχονται να προστεθούν και μια σειρά νέων προβλημάτων που δημιουργήθηκαν από την πανδημία (παρατεταμένος εγκλεισμός μαθητών και εκπαιδευτικών, τηλεκπαίδευση κλπ), αναφέρουν οι ΣΥΝεργαζόμενες Εκπαιδευτικές Κινήσεις.

Η κυβέρνηση αρνούμενη να εξετάσει και να χαρτογραφήσει τις παιδαγωγικές, ψυχοκοινωνικές διαστάσεις του αποτυπώματος που αφήνει η πανδημία σε μαθητές και εκπαιδευτικούς, αρνούμενη να διερευνήσει τις διαστάσεις των εκπαιδευτικών ανισοτήτων (νέων και παλαιών που οξύνονται) και να προχωρήσει εγκαίρως σε μέτρα πρόληψης της σχολικής αποτυχίας και σχολικής διαρροής, ακολουθεί συνειδητά την τακτική της ανεύρεσης ενόχων ανάμεσα σε μαθητές και εκπαιδευτικούς.

Με την ψήφιση του ν.4692/2020 θεσμοθετήθηκε η εσωτερική & εξωτερική των σχολείων από την τρέχουσα σχολική χρονιά και  καταργήθηκε  όλο το θεσμικό πλαίσιο που  προέβλεπε   την αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου της σχολικής μονάδας με το οποίο είχε συμφωνήσει η ΟΛΜΕ με βάση τις θέσεις του κλάδου.

Επίσης, θεσμοθετήθηκε  η ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών στα Πειραματικά και Πρότυπα Σχολεία ενώ αναμένεται νομοσχέδιο, σύμφωνα με τις εξαγγελίες του ΥΠΑΙΘ, που θα αφορά στην ατομική αξιολόγηση όλων των εκπαιδευτικών από το Σεπτέμβριο του 2021. Η εφαρμογή της εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης της σχολικής μονάδας καθυστέρησε λόγω της εξέλιξης της πανδημίας και υλοποιείται πλέον τώρα με το ΦΕΚ 140/τ.Β΄/20-1-2021 με θέμα: «Συλλογικός προγραμματισμός, εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση των σχολικών μονάδων ως προς το εκπαιδευτικό τους έργο».

Το νέο θεσμικό πλαίσιο απέχει πολύ από τις θέσεις και τις προτάσεις  μας υπέρ του προγραμματισμού και της αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου, μόνο εφόσον  έχουν την έννοια της συλλογικής, συνεργατικής, ανατροφοδοτικής και αποκλειστικά εσωτερικής διαδικασίας με κυρίαρχο όργανο τον σύλλογο διδασκόντων, τόσο στην επιλογή των ποιοτικών  αξόνων, όσο και κυρίως στο πώς θα αξιοποιήσει και πού θα αποστέλλει τα πορίσματα, χωρίς γραφειοκρατικό εκφυλισμό αυτών των διαδικασιών με αποτύπωση σε φόρμες, ποσοτικούς δείκτες και δημοσιοποίηση των εκθέσεων και χωρίς εξωτερική αξιολόγηση, που οδηγούν στη σύγκριση και την κατηγοριοποίηση των σχολείων. Απαραίτητη προϋπόθεση για την βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου είναι η ουσιαστική επιμόρφωση, σύμφωνα με τις θέσεις της ΟΛΜΕ (εισαγωγική, περιοδική και ετήσια), για όλους τους εκπαιδευτικούς με ευθύνη του ΥΠΑΙΘ. Απαιτούνται μέτρα παιδαγωγικής και διδακτικής στήριξης του εκπαιδευτικού και του έργου του, σε συνθήκες εργασιακής ασφάλειας, παιδαγωγικής ελευθερίας και συλλογικότητας σε ένα δημοκρατικό σχολείο.

Ωστόσο, στο νέο θεσμικό πλαίσιο, όπως διαμορφώνεται από το ν.4692/20 και την Υ.Α. 6603/ΓΔ4 (ΦΕΚ 140/τ.Β΄/20-1-2021) προβλέπονται τα εξής:

  • Εσωτερική αξιολόγηση που πραγματοποιείται από ειδικές συνεδριάσεις του συλλόγου, αποτιμάται «τεκμηριωμένα» με τετράβαθμη κλίμακα (1-4), συμπληρώνεται/καταχωρίζεται σε ειδική πλατφόρμα του ΙΕΠ και αναρτάται στην ιστοσελίδα του σχολείου, με προφανή στόχο την κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων
  • Εξωτερική αξιολόγηση από τον Συντονιστή Εκπαιδευτικού Έργου για την κάθε σχολική μονάδα που καταχωρίζεται επίσης στην ειδική πλατφόρμα του ΙΕΠ με «τεκμηριωμένη» αποτίμηση της σχολικής μονάδας στους επιμέρους άξονες σε δεκάβαθμη κλίμακα.
  • Οι εκθέσεις αξιολόγησης περιλαμβάνουν και την αντίστοιχη τεκμηρίωση που πρέπει να δικαιολογεί τον κάθε δείκτη, ανοίγοντας το δρόμο για την «ενοχοποίηση» των σχολείων με βάση ακόμα και τις βαθμολογικές επιδόσεις των μαθητών, παραβλέποντας κάθε κοινωνικοοικονομικό παράγοντα που επηρεάζει τις μαθητικές επιδόσεις.
  • Εξωτερική αξιολόγηση από τα ΠΕΚΕΣ σε περιφερειακό και από την ΑΔΙΠΠΔΕ σε εθνικό επίπεδο και καταχώρισή τους στις πλατφόρμες του ΙΕΠ
  • Οι άξονες επί των οποίων θα γίνεται η αξιολόγηση εκτός από τα ωραιοποιημένα λόγια περί βελτίωσης διάφορων πτυχών της παιδαγωγικής και διοικητικής λειτουργίας των σχολείων δεν περιλαμβάνει κανέναν δείκτη που να αποτιμά τις αντικειμενικές δυσκολίες που προκύπτουν με αποκλειστική ευθύνη του ΥΠΑΙΘ: καθυστέρηση κάλυψης κενών εκπαιδευτικών, υποστελέχωση, έλλειψη υλικοτεχνικής υποδομής, μειωμένη χρηματοδότηση, αναχρονιστικά εγχειρίδια, προβλήματα στα αναλυτικά προγράμματα κλπ.
  • Αξιολόγηση και για την ανάληψη «επιμορφωτικών πρωτοβουλιών του σχολείου» εναποθέτοντας την ευθύνη της επιμόρφωσης στην ίδια τη σχολική μονάδα και τον εκπαιδευτικό, και απαλλάσσοντας από αυτήν το ΥΠΑΙΘ.
  • Οι εκθέσεις αξιολόγησης συντάσσονται υποχρεωτικά στην ειδική πλατφόρμα του ΙΕΠ και κανένας άξονας δεν θεωρείται προαιρετικός.
  • Τακτικές συνεδριάσεις των συλλόγων για την υλοποίηση του προγραμματισμού «με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο», γεγονός που ανοίγει τον δρόμο για παραβίαση του ωραρίου με ενδεχόμενες συνεδριάσεις εκτός ωραρίου.

Σε όλα τα παραπάνω πρέπει να προστεθούν και οι αξιολογητικές αρμοδιότητες που αποδόθηκαν στο ΙΕΠ με τον πρόσφατο νόμο για την ΕΕΚ και η θεσμική αναβάθμιση της ΑΔΙΠΠΔΕ, από την οποία είχαν αφαιρεθεί όλες οι αρμοδιότητες αξιολόγησης τα προηγούμενα χρόνια. Η ΑΔΙΠΠΔΕ επανέρχεται ως αξιολογητής με την σαφή οδηγία να «εστιάζει κυρίως στις εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των ΠΕΚΕΣ»…

Το πλαίσιο αυτό θα οδηγήσει αδιαμφισβήτητα στην κατηγοριοποίηση των σχολείων,  τα οποία θα επωμιστούν τις ευθύνες που αναλογούν στο Υπουργείο και την πολιτεία για την ομαλή λειτουργία και παιδαγωγική τους αποτελεσματικότητα. Η εικόνα θα συμπληρωθεί όταν ολοκληρωθεί το πρόγραμμα της κυβέρνησης α) για την ατομική αξιολόγηση, τους βασικούς άξονες της οποίας τους είδαμε ήδη από την εφαρμογή στους εκπαιδευτικούς των πρότυπων-πειραματικών, β) για την «αυτονομία» και συνακόλουθη εξάρτηση των σχολείων από ιδιωτικά κεφάλαια (χορηγοί με προοπτική να επεμβαίνουν ακόμα και στο πρόγραμμα σπουδών), και γ) για τα vouchers (κουπόνια) στους γονείς για «ελεύθερη» επιλογή σχολείου. Μην ξεχνάμε ότι αναμένουμε και την επαναφορά των σχολικών συμβούλων, με στόχο την επιστροφή στις αλήστου μνήμες εποχές του επιθεωρητισμού και φυσικά τον πρόεδρο του ΙΕΠ κ. Αντωνίου που μας μίλησε για την αξιοποίηση της εμπειρίας του ΠΔ152/2013 βελτιώνοντας τα αξιολογικά εργαλεία και ενισχύοντας τα εχέγγυα της αξιοκρατίας.

Η φερόμενη ως «αξιολόγηση» που σαν πανάκεια θα βελτιώσει την απόδοση του σχολείου στη λογική όρων οικονομίας και  με στείρα εξέταση δεικτών και αριθμών, που ποσοτικοποιεί το παιδαγωγικό έργο δεν μπορεί να λύσει προβλήματα και παθογένειες του εκπαιδευτικού συστήματος. Αντιθέτως, εθελοτυφλεί απέναντι στα πραγματικά προβλήματα και ψάχνει να βρει ενόχους ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς και μαθητές.

Πέραν της γενικότερης αντίθεσής μας στο συγκεκριμένο πλαίσιο εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης των σχολικών μονάδων, πρέπει να υπογραμμίσουμε και την υποκριτική στάση του υπουργείου σε μια σειρά από ζητήματα, που αφορούν στους θεματικούς άξονες.

  • Άφησε τους εκπαιδευτικούς, τους γονείς και τους μαθητές να τα βγάλουν πέρα εντελώς μόνοι με τα προβλήματα της πανδημίας και της τηλεκπαίδευσης (προβληματικό δίκτυο, απουσία επιμόρφωσης, απουσία υγειονομικών μέτρων, μη παροχή εξοπλισμού κλπ.), καλεί τώρα τις σχολικές μονάδες να αξιολογήσουν το έργο τους.
  • Εγκατέλειψε τα παιδιά πρόσφυγες στη μοίρα τους και ζητά τώρα να αξιολογηθούν τα σχολεία για την υποστήριξή τους.
  • Εξοβέλισε από τα ωρολόγια προγράμματα, τα μαθήματα κοινωνικών επιστημών, τα καλλιτεχνικά μαθήματα και την οικιακή οικονομία και ζητάει τώρα να αξιολογηθούμε για την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και των ήπιων δεξιοτήτων.
  • Άφησε τα σχολεία υποστελεχωμένα, με χιλιάδες κενά, και ζητά τώρα να αξιολογηθούν τα σχολεία ως προς την αποτελεσματική αξιοποίηση του εκπαιδευτικού προσωπικού.
  • Πιέζει τους εκπαιδευτικούς να βαθμολογήσουν κανονικά τους μαθητές εν μέσω πανδημίας και τώρα θέλει να τους αξιολογήσει για το αν εφάρμοσαν εναλλακτικές μορφές αξιολόγησης!

 

Η δε εφαρμογή της εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης στις πρωτόγνωρες αυτές συνθήκες που βιώνουν εκπαιδευτικοί και μαθητές και μάλιστα στη μέση της σχολικής χρονιάς, χωρίς προγραμματισμό, αποδεικνύει περίτρανα το πόσο υποκριτικό είναι το ενδιαφέρον του ΥΠΑΙΘ για την αποτίμηση και βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου αλλά και πόσο η αξιολόγηση-χειραγώγηση αποτελεί απλά μία ιδεοληπτική εμμονή της ΝΔ. Υπογραμμίζουμε για άλλη μια φορά την απουσία προτεραιοποίησης των στόχων από μέρους της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΑΙΘ, την άρνηση χαρτογράφησης και ιεράρχησης των πραγματικών αναγκών των σχολείων, και την εμμονική υλοποίηση του προγράμματός του την πλέον ακατάλληλη στιγμή.

Το εκπαιδευτικό κίνημα έδωσε μάχες για την κατάργηση της τιμωρητικής ατομικής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και της εξωτερικής αξιολόγησης των σχολείων  και πέτυχε την ακύρωση του ΠΔ152/2013 για την ατομική αξιολόγηση αλλά  και του πλαισίου εξωτερικής αξιολόγησης των σχολείων που έθεταν οι νόμοι 3848/10, 3879/10, 4024/2011, 4072/12, 4142/13 μετά το 2015. Οι νικηφόροι αυτοί αγώνες αποτελούν παρακαταθήκη, που δείχνει το δρόμο για την αντιμετώπιση της νέας προσπάθειας από την κυβέρνηση της ΝΔ να εφαρμόσει μία αξιολόγηση-χειραγώγηση, που μόνο στόχο έχει την ενοχοποίηση των εκπαιδευτικών και των σχολείων για όλα τα προβλήματα της δημόσιας εκπαίδευσης, για τα οποία καμία προσπάθεια επίλυσης δεν έχει γίνει από την ίδια.

Δείχνει να αγνοεί η κυβέρνηση ότι η ποιοτική αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου και του εκπαιδευτικού έργου είναι δική της ευθύνη και δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς αύξηση των δαπανών για την Παιδεία, μαζικούς μόνιμους διορισμούς σε όλα τα πάγια κενά, πλήρη στελέχωση όλων των δομών εκπαίδευσης, βελτίωση των όρων και των συνθηκών άσκησης του παιδαγωγικού έργου, συστηματική και ουσιαστική επιμόρφωση, εκσυγχρονισμό προγραμμάτων σπουδών, σχολικών βιβλίων και διδακτικών μεθόδων, αντισταθμιστικά μέτρα στήριξης των μαθητών,  στελέχωση των σχολείων με το απαραίτητο διοικητικό και επιστημονικό προσωπικό.

Δείχνει να αγνοεί η κυβέρνηση τη διεθνή εμπειρία και τα πορίσματα διεθνών μελετών όσον αφορά στα αποτελέσματα αντίστοιχων συστημάτων αξιολόγησης των σχολείων που εφαρμόστηκαν στο εξωτερικό, σύμφωνα με τα οποία όχι μόνο δε βελτιώθηκε η ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης αλλά επήλθαν σοβαρές συνέπειες σε όλους τους εκπαιδευτικούς δείκτες, με κατηγοριοποίηση και υποβάθμιση των σχολείων, που οδηγήθηκαν σε συγχωνεύσεις και καταργήσεις, με περαιτέρω ελαστικοποίηση της εργασίας και με σαφή χειροτέρευση του εκπαιδευτικού συστήματος.

Συμμετέχουμε μαζικά στην απεργία – αποχή της ΟΛΜΕ από τις διαδικασίες αξιολόγησης / αυτοαξιολόγησης σχολικών μονάδων που προβλέπονται από τον νόμο 4692/2020 (ΦΕΚ 12 Ιουνίου 2020) και συγκεκριμένα τα άρθρα 33, 34, 35, 36 καθώς και την Υ.Α. 6603/ΓΔ4 (ΦΕΚ 140 20/01/2021).

Καλούμε τις ΕΛΜΕ να ενημερώσουν τους Συλλόγους Διδασκόντων και να οργανώσουν με όλα τα μέσα την υλοποίηση της απόφασης για την απεργία – αποχή.

Καλούμε τους Συλλόγους Διδασκόντων να πάρουν αποφάσεις συμμετοχής τους στην απεργία – αποχή της ΟΛΜΕ και να μην συμμετάσχουν σε καμία διαδικασία που προβλέπεται στην σχετική Υ.Α.

Καλούμε τα στελέχη εκπαίδευσης (Διευθυντές/τριες σχολείων, Συντονιστές/τριες Εκπαιδευτικού Έργου κ.τ.λ.) να συνταχθούν με την απόφαση της ΟΛΜΕ και να συμμετάσχουν στην απεργία – αποχή.