: Η καθηγήτρια Επιδημιολογίας του ΕΚΠΑ, Αθηνά Λινού τόνισε την ανάγκη για έναν πολύ καλό επιχειρησιακό σχεδιασμό, ο οποίος θα επιτρέψει τα σχολεία να παραμείνουν ανοιχτά στη διάρκεια της φετινής χρονιάς.

Σχολεία στην ύπαιθρο, μάσκες, εμβολιασμοί

Η κ. Λινού, δηλώνει στο CNN Greece, ότι είναι ασυμβίβαστο το έργο του εκπαιδευτικού, όταν αυτός είναι , αλλά και το μέτρο της αναστολής εργασίας είναι πολύ σκληρό, όπως επισημαίνει με έμφαση.

«Στην περίπτωση των εκπαιδευτικών, θα μπορούσε να υπάρχει πρόβλεψη για εργασία χωρίς φυσική παρουσία ή οι επαγγελματίες αυτοί θα μπορούσαν να εργαστούν σε διοικητικές θέσεις, ακόμη και γραμματειακές».

Ο κίνδυνος για τους ανεμβολίαστους εκπαιδευτικούς, είναι περισσότερο για τους ίδιους και λιγότερο για τους μαθητές, διότι εάν νοσήσουν από , είναι πολύ πιθανόν να νοσηλευθούν και ανάλογα με την κατάσταση της υγείας τους, ενδεχομένως να διασωληνωθούν, τονίζει η συνομιλήτριά μας. Επαναλαμβάνει δε, ότι το μέτρο της αναστολής εργασίας είναι πολύ σκληρό, διότι συνδέεται πρωτίστως με την επιβίωση.

Το μεγάλο στοίχημα ωστόσο για εφέτος είναι να μην οδηγηθούμε σε ένα ακόμη απαγορευτικό- το οποίο έτσι και αλλιώς έχει αποκλείσει η κυβέρνηση.

Μία τρίτη σχολική χρονιά με lockdown θα είναι καταστροφική για την εκπαίδευση των μαθητών, αλλά και για την ψυχική τους υγεία. Και φυσικά θα είναι βαθιά οδυνηρό για την οικονομία και την αγορά εργασίας με ανυπολόγιστη ζημιά για τους πολίτες.

Η κ. Λινού, τονίζει ότι αυτή την στιγμή το μέλημά μας, είναι να μειώσουμε όσο μπορούμε τον δείκτη θετικότητας, ο οποίος αγγίζει το 2,2 και είναι αδήριτη ανάγκη να πέσει στο 1 και κάτω από αυτό.

Μην ξεχνάμε βεβαίως, ότι με τη μεταδοτική  ο δείκτης θετικότητας έφθασε ακόμη και στο 4.

«Πάντως δεν προβλέπω να επιτευχθεί άμεσα μείωση του δείκτη, καίτοι τα κρούσματα έχουν αρχίσει να πέφτουν» σημειώνει.

Η καθηγήτρια Λινού, εκφράζει την ελπίδα της τουλάχιστον με τους , παρά τα κρούσματα που θα έχουμε το επόμενο διάστημα, να μην υπάρχει δραματική αύξηση του αριθμού των νοσηλευομένων.

Η συνομιλήτριά μας επισημαίνει ότι, αυτή τη στιγμή, υπάρχει ένα 25% του πληθυσμού ανεμβολίαστο, ηλικίας από 50 και άνω, τα παιδιά κάτω των 12 ετών είναι επίσης ανεμβολίαστα, ενώ ένα μεγάλο ποσοστό ανεμβολίαστων από τις ηλικίες 20 με 50 ετών κινδυνεύει να νοσηλευθεί, καθώς υπάρχει σε αυτή την ηλικιακή ομάδα ιδιαίτερη κινητικότητα. Επομένως, απαιτείται σχεδιασμός για προστασία και αποφυγή της έκθεσης στον ιό.

Πώς θα μπορέσουμε επομένως, να θωρακίσουμε υγειονομικά τα παιδιά μας, ώστε και να είναι προστατευμένα, να μην κινδυνεύσουν και να μην χάσουν μία ακόμη σχολική χρονιά και το δώρο της εκπαίδευσης;

Η καθηγήτρια Λινού, αναφέρει:

«Βλέπουμε ότι ο εμβολιασμός των παιδιών στις ηλικίες που υπάρχει ένδειξη για εμβολιασμό κατά της Covid-19 -δηλαδή 12 με 17 ετών- είναι μικρής έκτασης και κυμαίνεται μεταξύ 10% με 20%. Επομένως, θα πρέπει να ενθαρρυνθούν οι γονείς να τα παιδιά τους».

Η κ. Λινού, εκτιμά ότι εάν υπάρχει ένα 20% με 25% κρουσμάτων, τότε θα κλείνουν τα τμήματα των σχολείων. Βέβαια πολλά θα εξαρτηθούν και από την συμπεριφορά των γονιών.

Αλλά και το υπουργείο Παιδείας θα πρέπει να αναθεωρήσει μερικά ζητήματα, επισημαίνει, όπως για παράδειγμα να αξιοποιηθούν υπαίθριοι χώροι, να λειτουργήσουν επιπλέον αίθουσες στα κ.ο.κ. Για να συμβεί αυτό όμως, πρέπει να αλλάξουν κάποιες διαδικασίες που έχει θεσπίσει το υπουργείο Παιδείας.

Να θυμίσουμε ότι ανάλογες προτάσεις είχε καταθέσει και πέρυσι ακριβώς τέτοια εποχή η καθηγήτρια Λινού, οι οποίες ωστόσο δεν εισακούστηκαν.