Η νοητική υστέρηση αποτελεί ένα από τα προβλήματα που απασχολούν ιδιαίτερα τους ειδικούς της ψυχικής υγείας εδώ και αρκετές δεκαετίες. Κατά καιρούς, έχουν χρησιμοποιηθεί διάφοροι όροι για να περιγράψουν τη νοητική υστέρηση όπως ιδιωτεία, παραφροσύνη, ολιγοφρένεια ή πνευματική αναπηρία.

Συντάκτης: Δήμητρα Πήττα, Εκπαιδευτικός, Ειδική Παιδαγωγός & Επιστήμονας Ψυχικής Υγείας

Ο επικρατέστερος, βέβαια, όρος στις μέρες μας είναι  “νοητική καθυστέρηση” αν και ο όρος “υστέρηση” είναι προτιμότερος, διότι καταδεικνύει πως το παιδί με αυτή τη διαταραχή έχει αργούς ρυθμούς και δύσκολα θα καταφέρει να ξεπεράσει αυτή του τη νοητική ανεπάρκεια (εκτός κι αν αυτή οφείλεται σε περιβαλλοντικά αιτία και υπάρξει έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση και πρώιμη παρέμβαση και αποκατάσταση).

Η νοητική υστέρηση παρατηρείται (και διαγιγνώσκεται) πριν το 18ο έτος της ηλικίας. Ο πιο συνήθης τρόπος διάγνωσης της νοητικής υστέρησης στα παιδιά είναι η μέτρηση του λεγόμενου “Δείκτη Νοημοσύνης” ή αλλιώς του νοητικού πηλίκου. Ενώ παλαιότερα ο ορισμός της νοητικής υστέρησης επικεντρώνονταν σχεδόν αποκλειστικά στην γνωστική (νοητική) λειτουργία, σήμερα, ο ορισμός της νοητικής υστέρησης περιλαμβάνει και άλλα δύο στοιχεία: τις ψυχικές λειτουργίες που καθορίζουν τη συμπεριφορά και την ικανότητα του ατόμου να ζήσει αυτόνομα (προσαρμογή και λειτουργικότητα).

Ανάλογα με τη βαρύτητά της, η νοητική υστέρηση ταξινομείται σε 4 κατηγορίες, σύμφωνα με το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM):

  • Ήπια ή ελαφρά νοητική υστέρηση με ΔΝ από 50-55 έως 70.
  • Μέτρια νοητική υστέρηση με ΔΝ από 35-40 έως 50-55.
  • Σοβαρή νοητική υστέρηση με ΔΝ από 20-25 έως 35-40.
  • Βαριά νοητική υστέρηση με ΔΝ κάτω από 20 ή 25.

 

Η μελέτη της νοητικής υστέρησης παρουσιάζει πολλές ιδιαιτερότητες κυρίως λόγω της εξαιρετικής ανομοιογένειας των περιπτώσεων. Αυτό σημαίνει πως δύο άτομα με την ίδια διαταραχή ενδέχεται να διαφέρουν πολύ ως προς την κλινική τους εικόνα. Για παράδειγμα, ένα παιδί με ήπια νοητική υστέρηση λόγω διαβίωσης σε μορφωτικά περιοριστικό περιβάλλον και ένα παιδί με μέτρια νοητική υστέρηση λόγω συνδρόμου down, έχουν ελάχιστες έως μηδαμινές ομοιότητες μεταξύ τους άρα και τελείως διαφορετική πρόγνωση και εξέλιξη όσον αφορά τη νοητική υστέρηση.

Σε πολλές περιπτώσεις ατόμων, η αιτιολογία δεν είναι πάντα γνωστή. Παρόλα αυτά, τα αίτια της ταξινομούνται σε 2 ομάδες :

  • Οργανικά αίτια

Συνδέονται- συνήθως – με τις βαρύτερες μορφές νοητικής υστέρησης, εμφανίζονται με παρόμοια συχνότητα σε όλες τις κοινωνικές τάξεις και συχνά συνυπάρχουν με άλλα προβλήματα. Τα προγεννητικά αίτια (π.χ. γενετικές διαταραχές, χρωμοσωμικές ανωμαλίες), τα περιγεννητικά αίτια (π.χ. ανορεξία) αλλά και τα μεταγεννητικά αίτια (π.χ. τραυματισμός στο κεφάλι, μηνιγγίτιδα) είναι τα πιο συνηθισμένα για την ύπαρξη νοητικής υστέρησης.

  • Πολιτισμικά – οικογενειακά αίτια

Εδώ μιλούμε – κυρίως- για περιπτώσεις ήπιας νοητικής υστέρησης, με μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης σε άτομα χαμηλού κοινωνικοοικονομικού επιπέδου χωρίς την ύπαρξη άλλων ιατρικών προβλημάτων. Η βασική αιτία εδώ, είναι ένα φτωχό σε ερεθίσματα περιβάλλον.

 

Η αντιμετώπιση της νοητικής υστέρησης περιλαμβάνει μια συστηματική συμβουλευτική καθοδήγηση και στήριξη του παιδιού και του οικογενειακού του περιβάλλοντος. Είναι ύψιστης σημασίας η συνεργασία παιδιού, οικογένειας και θεραπευτών  για την ορθή εφαρμογή οποιασδήποτε θεραπευτικής μεθόδου. Η έγκαιρη παρέμβαση στη νηπιακή ηλικία αποφέρει πάντα τα πιο γόνιμα αποτελέσματα. Η συστηματική παροχή επιπρόσθετης εκπαίδευσης στα παιδιά με νοητική υστέρηση πριν πάνε στο σχολείο και η εφαρμογή συμπεριφοριστικών τεχνικών είναι τα επόμενα βήματα μια επιτυχούς διαχείρισης του προβλήματος. Οι κατάλληλες παρεμβάσεις μπορούν να βοηθήσουν τα άτομα με νοητική υστέρηση να επιτύχουν έναν σημαντικό βαθμό κοινωνικής και επαγγελματικής ένταξης, στην ενήλικη ζωή τους, ενώ για τις περιπτώσεις των ατόμων που χρειάζονται μεγαλύτερη υποστήριξη μπορεί να βοηθήσει στην επίτευξη ενός μεγαλύτερου βαθμού αυτονομίας, στην αυτοφροντίδα και τη γενικότερη λειτουργικότητα τους σε βασικές δεξιότητες καθημερινής ζωής.

 

Κλείνοντας, η πλήρης αποδοχή του παιδιού και των δυσκολιών του, αποτελεί το πρώτο και σημαντικότερο βήμα σε όλη αυτή τη διαδικασία. Συνοδοιπόροι των γονέων θα είναι πάντα η σωστή ενημέρωση, η καθοδήγηση από τους ειδικούς και η στήριξη από τον περίγυρο, ώστε να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά όλες τις δυσκολίες που θα συναντήσουν μεγαλώνοντας ένα παιδί με νοητική υστέρηση.