Ερώτηση Σοφίας Ασημακοπούλου Βουλευτού Β’ Πειραιώς σχετικά με το πλαίσιο λειτουργίας των Εσπερινών Λυκείων.

Κυρία Υπουργέ,

Η Πολιτεία, αποσκοπώντας να καλύψει τις εκπαιδευτικές ανάγκες των εργαζομένων ανηλίκων και ενηλίκων, που δεν έχουν ολοκληρώσει την Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, ήδη, από την δεκαετία του 1950, θεσμοθέτησε την λειτουργία των Εσπερινών Σχολείων, στα οποία, μπορούν να εγγραφούν μαθητές, ανεξαρτήτως φύλου, κοινωνικής, οικονομικής και πολιτισμικής προέλευσης. Στα σχολεία, δε, αυτά είναι παρατηρημένο ότι φοιτούν, κυρίως, ενήλικες.

Ενδεικτική είναι η ηλικιακή κατανομή των μαθητών των Εσπερινών Γενικών Λυκείων για τα σχολικά έτη 2010 – 2016, όπου τα ποσοστά των μαθητών τους ηλικίας άνω των 18 ετών ήταν από 89% έως 92%, ενώ, άνω των 22 ετών ήταν ποσοστό μαθητών από 55% έως 61%.

Επισημαίνεται, δε ότι, στους μαθητές ηλικίας μεγαλύτερης των 22 ετών περιλαμβάνεται και ένας αρκετά μεγάλος αριθμός μαθητών ηλικίας μεγαλύτερης των 40 ετών, ενώ, εκτιμάται ότι το 5% των μαθητών τους είναι ηλικίας μεγαλύτερης των 60 ετών.

Η διαρροή στα Εσπερινά σχολεία, γενικότερα, κυμαίνεται σε αρκετά μεγάλα ποσοστά, σύμφωνα με σχετική ενημέρωση από αρμόδιο τμήμα της «ΕΛΣΤΑΤ» (βλ. σχετική διδακτορική έρευνα, σελ. 113, σημειώσεις).

Παρ’ όλο που η πλειονότητα των μαθητών στα Εσπερινά Γενικά και Επαγγελματικά Λύκεια είναι ενήλικοι, εν τούτοις, η λειτουργία των Εσπερινών Γενικών Λυκείων δεν βασίζεται στις αρχές εκπαίδευσης ενηλίκων, όπως επιδιώκεται με τα «Σ.Δ.Ε.», με συνέπεια, τα αναλυτικά τους προγράμματα να μη συνδέονται με τις εκπαιδευτικές ανάγκες των ενηλίκων μαθητών.
1