Ζούμε σε ένα δυστοπικό σκηνικό. Μαζί με την πανδημία και την ακραίας μορφής οικονομική κρίση της χώρας μας, η κυβέρνηση της Ν.Δ. και η ηγεσία του επιδίδονται σε πολυμέτωπη αυταρχική πολιτική με ένα μείγμα παλαιάς κοπής συντηρητισμού και σύγχρονου γυαλιστερού νεοφιλελευθερισμού.

Του

Φυσικά και δεν μπορούν να δώσουν μεταρρυθμιστική εκπαιδευτική πολιτική – είναι σε πλήρη αντίθεση με την ιστορία τους και την ιδεολογία τους. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούν να επιβάλλουν την αγορά ως μοναδικό ρυθμιστή της κοινωνίας και των εξελίξεων.

Σε μια τέτοια συγκυρία, οι εκπαιδευτικοί και το εκπαιδευτικό κίνημα δεν μπορούν να μένουν σε μια ρότα, στην οποία το σχολείο είναι κυρίως ή και μόνο μεταβιβαστής γνώσεων. Αντίθετα, στην πρώτη γραμμή της δράσης των – κατά τη γνώμη μου – οφείλει να είναι η διαπαιδαγώγηση των νέων.

Δεν αναζητώ κάποια ισχυρή προσωπικότητα της Παιδαγωγικής, όχι γιατί δεν υπάρχει – αυτό συμβαίνει αφού απλά και μόνο η κυρίαρχη της σημερινής εμπορευματοποιημένης εν πολλοίς γραφή έχει στομώσει το όλο σύμπαν των ανθρωπιστικών σπουδών – αλλά θέλοντας να δώσω συμβολικό περιεχόμενο στην πρότασή μου.

Παραθέτω πρώτα ένα εισαγωγικό σημείωμα. Η διαπαιδαγώγηση στις εποχές μας φαίνεται να είναι σε υποχώρηση. Η οικογένεια και το σχολείο δεν έχουν ως πρώτη προτεραιότητα την αγωγή των νέων. Αντίθετα, έχουν προσαρμοστεί μονοσήμαντα στην κρατούσα υποκουλτούρα της χρησιμοθηρικής επαγγελματικής εξέλιξης των μαθητών, στις επιταγές της αγοράς εργασίας.

Βασική αγωνία των δύο βασικών θεσμών της αγωγής, οικογένειας και σχολείου, είναι η διαμόρφωση ενός επαγγελματικού σχήματος από πολύ νωρίς – στα σχέδια, στις φιλοδοξίες, στα όνειρα των παιδιών –, σχήματος που αποκτά έτσι ισχυρά βιωματικά χαρακτηριστικά. Αντίθετα δεν είναι στο προσκήνιο το σχήμα του καλού ανθρώπου και του ενεργού πολίτη, που θα αγωνίζεται για να διαμορφώσει με αυθεντικό τρόπο την προσωπικότητά του και να δημιουργήσει τη δική του άποψη και στάση για τη ζωή. Αντιμετωπίζεται το παιδί και ο νέος ως  φορέας του επαγγελματισμού και μόνο!

Ωστόσο, υπάρχουν νησίδες αισιοδοξίας. Σε κάθε σχολείο της χώρας υπάρχουν εκπαιδευτικοί, που θέτουν τη διαπαιδαγώγηση ως πρώτη κοινωνική ανάγκη, που αγωνίζονται για την προαγωγή των ουμανιστικών ιδεωδών και αξιών. Το σύνολο αυτών των ευαίσθητων εκπαιδευτικών συνιστά μια κρίσιμη μαγιά για ουσιαστική παιδεία των παιδιών και των νέων. Όλοι αυτοί μπορούν να αποτελέσουν τον “Μέγα Παιδαγωγό” – αν το ρεύμα τους αποκτήσει πιο μαζικά χαρακτηριστικά, αν αγκαλιάσει το μεγάλο μέρος των εκπαιδευτικών.

Είναι στην πρωτοπορία ενός μορφωτικού κινήματος, γιατί επιζητούν μέσα από την διδασκαλία τους τον μετασχηματισμό της μονομερούς χρησιμοθηρικής λειτουργίας του σχολείου και την ανάδειξη της βασικής κοινωνικής αποστολής τους, την αγωγή του πολίτη και την ανάπτυξη της σχέσης του με την πολιτεία, με το δημόσιο χώρο, με το κοινό καλό. Συναντούν το πρωτόλεια μορφή της αγωγής, όπως προσδιορίστηκε από τον μέγα φιλόσοφό μας, τον Αριστοτέλη (Πολιτικά Η, μετ. Π. Λεκατσά).

“Επειδή δε απάσης της πόλεως εις είναι ο σκοπός, φανερόν ότι κατ’ ανάγκην και η παιδεία πρέπει μία και η αυτή να είναι δια πάντας, και η ταύτης επιμέλεια να είναι δημοσία και όχι ιδιωτική, οία σήμερον είναι και καθ’ ην έκαστος επιμελείται κατ’ ιδίαν της μορφώσεως των τέκνων του διδάσκων εις αυτά τα της ιδίας αρεσκείας μαθήματα. Αλλά αντικείμενα δημοσίου ενδιαφέροντος πρέπει να ευρίσκωνται και υπό την δημοσίαν εποπτείαν – εν ταυτώ όμως δεν πρέπει τις των πολιτών να έχη την ιδέαν ότι ανήκει εις εαυτόν, αλλά πάντες ότι ανήκουν εις την πόλιν, διότι έκαστος είναι της πόλεως μόριον, η δε επιμέλεια εκάστου μορίου πρέπει να αποβλέπη κατά φυσική ανάγκην προς την επιμέλειαν του συνόλου. Θα ηδύνατο δε τις να επαινέση κατά τούτου τους Λακεδαιμονίους – διότι την πλείστην περί την αγωγήν των παίδων φροντίδα καταβάλλουν και την αυτήν επιβάλλουν εις πάντας”.