Συνέντευξη του Νίκου Φίλη στο Βήμα της Κυριακής

18-06-16 Συνέντευξη του Νίκου Φίλη στο Βήμα της Κυριακής

Καμία πολιτική κίνηση δεν είναι στο απυρόβλητο της κριτικής και της πολιτικής αντιπαράθεσης. Πόσω μάλλον όταν επιχειρείται να επιβληθεί ένταση και ακραία πόλωση και, μάλιστα, εννέα μήνες μετά τις εκλογές και μόλις λίγες μέρες μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, που σηματοδοτεί δυνατότητες να εισέλθει η χώρα σε μια περίοδο ανάκαμψης με την κοινωνία όρθια. Άλλωστε και η δημοσκόπηση που δημοσιεύσατε την προηγούμενη Κυριακή επιβεβαιώνει ότι η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών δεν συμφωνεί με την πρόωρη διεξαγωγή εκλογών, δεν εγκρίνει την ανερμάτιστη αντιπολιτευτική τακτική της ΝΔ και, μέσα στα αναμφιβόλως μεγάλα προβλήματα, προσβλέπει στην ακόμη πιο εντατική προσπάθεια της κυβέρνησης στα ζητήματα της καθημερινότητας και της ανάπτυξης. Δεν υπάρχει πειστική εναλλακτική λύση στην κυβερνητική προσπάθεια.

Η αντίδρασή μας λοιπόν στη διαδήλωση των «Παραιτηθείτε» αφορά στην επιμονή μας να γυρίσει σελίδα η χώρα, να μην χαθεί η ευκαιρία και να αφήσουμε στο παρελθόν την παλαιοκομματική προσπάθεια για την αναστήλωση του καθεστώτος που προκάλεσε μεγάλο κοινωνικό πόνο και κρίση. Ήταν ένα σήμα, μια δημοκρατική παρέμβαση, που βοήθησε να αποκαλυφθούν όσοι προσπάθησαν να κρυφτούν πίσω από την ανωνυμία του διαδικτύου, δηλαδή, κυρίως η ΝΔ , αλλά και άλλες συνιστώσες που παίζουν με την ιδέα του «ακραίου κέντρου». Επίσης, έγινε σαφές ότι δεν μπορεί να ασκείται πολιτική με hastagκαι μάλιστα με όρους εχθροπαθούς λαϊκισμού.

Ποτέ δε νομιμοποιήσαμε προπηλακισμούς πολιτικών αντιπάλων μας. Ας σταματήσει η σπέκουλα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και οι κοινωνικοί αγώνες που στήριξε συνιστούσαν μορφές βίας. Να σας θυμίσω ότι ιστορικά οι αντισυγκεντρώσεις «αγανακτισμένων πολιτών» με στόχο να παρεμποδίσουν εκδηλώσεις πολιτικών κομμάτων υπήρξε τακτική του παρακράτους της δεξιάς και της «Καρφίτσας».

Αντιθέτως, ήταν οι χιλιάδες διαδηλωτές κατά της λιτότητας στην πλατεία Συντάγματος και αλλού που, επί κυβερνήσεως Σαμαρά-Βενιζέλου, χτυπήθηκαν με δακρυγόνα και γκλομπ από την αστυνομία.

Η αντιπολίτευση είναι υποχρεωμένη να ανταποκριθεί στον θεσμικό της ρόλο. Δηλαδή να ελέγχει αποτελεσματικά τις πράξεις της κυβέρνησης και να καταθέτει προτάσεις και πιθανές λύσεις στα προβλήματα.

Τέτοιες προτάσεις η αντιπολίτευση δεν έχει και αποδείχθηκε περίτρανα στις πρόσφατες συζητήσεις στη Βουλή για τρία κορυφαία νομοσχέδια, το φορολογικό, το ασφαλιστικό και το αναπτυξιακό.

Η αντιπολίτευση δικαιούται και οφείλει να διαμαρτύρεται όταν διαφωνεί. Και αυτή η τακτική της είναι εύλογο να προκαλεί πολιτική κριτική και αντιπαράθεση. Να μη μας διαφεύγει όμως το timing. Τους επόμενους μήνες κρίνεται η μετάβαση της χώρας από τη κρίση, σταδιακά, στην ανάπτυξη.

Μένουμε στην εξουσία γιατί ο λαός θέλει να μείνουμε στην εξουσία. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ ζήτησε τον Σεπτέμβριο νέα λαϊκή εντολή με βάση τα αποτελέσματα της σκληρής διαπραγμάτευσης και των οδυνηρών συμβιβασμών του Ιουλίου.

Επιδιώκουμε, παρεμβαίνοντας στις ευρωπαϊκές εξελίξεις να εξασφαλίσουμε ευνοϊκό συσχετισμό δυνάμεων, ώστε να εφαρμόσουμε ένα πρόγραμμα ανόρθωσης του κοινωνικού κράτους, αντιμετώπισης του επαχθούς χρέους και δίκαιων αναπτυξιακών επιλογών, κατά προτεραιότητα προς όφελος εκείνων που πλήρωσαν ιδιαίτερα επώδυνα την κρίση. Δεν έχουμε δικαίωμα να λιποτακτήσουμε και να διευκολύνουμε την επιστροφή των υπευθύνων για την κρίση και την αντιλαϊκή, νεοφιλελεύθερη διαχείρισή της.

Δεν θα υιοθετούσα, τουλάχιστον επί του παρόντος, την έκφραση «ιδιότυπο μέτωπο» της ακροδεξιάς και ορισμένων πρώην συντρόφων μας. Ωστόσο σε ολόκληρη την Ευρώπη διαπιστώνει κανείς, στο όνομα μιας αντιφατικής αντισυστημικής κριτικής, σύγκλιση αντιλήψεων με εκ διαμέτρου αντίθετη πολιτική καταγωγή.

Από αυτή την πολιτική σύγχυση κερδίζει η ακροδεξιά. Και στον ακραίο αντιευρωπαϊσμό δεν ηγεμονεύει η έλλογη κοινωνική-αριστερή κριτική.

Με την Αριστερά στην κυβέρνηση στη χώρα μας, η έκφραση της πολιτικής δυσαρέσκειας, για να είναι αποτελεσματική υπέρ των λαϊκών συμφερόντων και της δημοκρατίας πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον αντίπαλο- τις συντηρητικές και τις αντιδραστικές δυνάμεις. Όσοι από την Αριστερά νομίζουν ότι θα βρουν λόγο πολιτικής ύπαρξης με μια ακατάληπτη συνθηματολογία αλλά και πρακτικές εκκολαπτόμενης αντιπολιτκής και βίας, θα διαψευστούν.

Ιστορικά είναι το πιο ακραίο τμήμα της συντηρητικής παράταξης που έχει επιλέξει τη μισαλλοδοξία και το ρεβανσισμό, τελικά τον διχασμό ως στρατηγική. Είναι σήμερα ο κ. Μητσοτάκης ο οποίος στοχοποιεί την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό, επιλέγοντας, μαζί με τον φαιοκίτρινο τύπο, την τακτική της «δολοφονίας χαρακτήρων», δηλαδή, τον διασυρμό και την ηθική εξόντωση του πολιτικού αντιπάλου. Τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ τους διχάζουν το πρόγραμμα και οι αξίες τους. Κάτι που φαίνεται και στην πρόταση για τον εκλογικό νόμο και τη Συνταγματική αναθεώρηση.

Οι ριζικές αλλαγές στους θεσμούς του κράτους και στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος αποτελούν μέρος του συνολικού προοδευτικού μεταρρυθμιστικού μας σχεδίου.

Οι πρωτοβουλίες μας για την ανασυγκρότηση του πολιτικού συστήματος ανταποκρίνονται στη λαϊκή εντολή να μην επιστρέψουμε στην εποχή των σκανδάλων, του αυταρχισμού, των πελατειακών τακτικών, του ευτελισμού της δημόσιας ζωής. Και αυτή η επιδίωξη προϋποθέτει το καθημερινό παράδειγμα, ώστε να βελτιώνεται η ζωή των πολιτών και να δημιουργείται μια ειλικρινής-δημοκρατική σχέση με την πολιτική.

Σημείο αναφοράς για όλους μας είναι η καθιέρωση της απλής αναλογικής ως πάγιο εκλογικό σύστημα διεξαγωγής όλων των εκλογικών αναμετρήσεων σε Βουλή, Ευρωβουλή, Αυτοδιοίκηση και συνδικάτα.

Η δημοκρατική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση αποτελεί μια από τις κρίσιμες προϋποθέσεις για να βγει η χώρα από την κρίση. Κληρονομήσαμε μια εκπαίδευση υποχρηματοδοτούμενη, με βαθιές κοινωνικές και εκπαιδευτικές ανισότητες, με διαιρέσεις συντεχνιακού χαρακτήρα, με διώξεις και απολύσεις καθηγητών, με αναιδείς επιβιώσεις του πελατειακού κράτους, με ένα σχέδιο ανομολόγητης ιδιωτικοποίησης του δικαιώματος στη μόρφωση. Αντίβαρο σε αυτή την πραγματικότητα είναι η προσφορά των εκπαιδευτικών. Προσβλέπουμε με εμπιστοσύνη σε αυτούς, γι αυτό επιδιώκουμε την ενίσχυση της αυτονομίας και της συλλογικής λειτουργίας των σχολικών μονάδων. Μόνο έτσι, βήμα -βήμα, κατακτώντας ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές συναινέσεις, μπορούμε να αλλάξουμε καταστάσεις και νοοτροπίες και να δημιουργήσουμε το δημόσιο σχολείο της ισότητας και της ποιότητας. Το επόμενο διάστημα θα επεξεργαστούμε τα πορίσματα του Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία που ολοκληρώθηκε και με βάση αυτά θα προχωρήσουμε στις μεγάλες θεσμικές τομές που έχει ανάγκη η εκπαίδευση.

ip[
Exit mobile version