Επειδή στην παιδεία εμφανίζονται κατά καιρούς διάφορα πυροτεχνήματα, είναι σημαντικό να μη γίνει και η ένα από αυτά- γιατί η σεξουαλική αγωγή αν δε γίνει προσεκτικά και μελετημένα, δε θα αποτελέσει μόνο χάσιμο χρόνου και χρημάτων,αλλά θα αποβεί ζημιογόνα προς τους μαθητές.Θα πρέπει να εξετασθεί σε βάθος το γιατί, πώς, από ποιόν και ποιες θα είναι οι συνέπειες των παρεμβάσεων.
Πρεκατέ Βικτωρία
Εκπαιδευτικός/ Ψυχολόγος/ Συγγραφέας
Εκπαιδευόμενη Ψυχοθεραπεύτρια στη Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία
Ας ξεκινήσουμε με την στοχοθεσία. Στην εξαγγελία για την εισαγωγή της σεξουαλικής αγωγής στα σχολεία, ειπώθηκε ότι ο στόχος είναι να μπορούν (οι μαθητές) να  ‘διαχειρίζονται τις δικές τους σεξουαλικές προτιμήσεις με τρόπο που δεν θα τα κάνει να αισθάνονται ενοχικά’ (.
Κατά τη γνώμη μου, αυτή η στοχοθεσία δεν αποτελεί τη σωστή αφετηρία.Η σεξουαλικότητα είναι ένα πολυσύνθετο βιοψυχοκοινωνικό φαινόμενο και ο σκοπός της αγωγής θα πρέπει να είναι η ανάπτυξη υγιούς σεξουαλικότητας με ολιστικό τρόπο. Δεν είναι μόνο οι ενοχές που χαρακτηρίζουν την ανάπτυξή της. Εξάλλου και οι ενοχές έχουν το ρόλο τους: όπως αναφέρει ο διάσημος Αμερικανός ψυχοθεραπευτής John Bradshaw, υπάρχουν οι υγιείς ενοχές και υπάρχει και η τοξική ντροπή-θα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των δύο.Οι υγιείς ενοχές μας οριοθετούν και μας αυτοπεριορίζουν από το να παραβιάζουμε τα όρια των άλλων και του εαυτού μας (συμπεριλαμβανομένων και των σεξουαλικών ορίων), ενώ ή τοξική ντροπή είναι αβάσιμη και ζημιογόνα για το άτομο. Επειδή λοιπόν μπορεί να προκύψουν στο μάθημα διάφορα ερωτήματα, αν για παράδειγμα θίξουμε το θέμα των ενοχών:
1) Δε θα έπρεπε να έχει ενοχές μία σύζυγος που κατά συρροή απατά  τον άντρα της, λέγοντας ψέματα;
2) Δε θα έπρεπε να έχει ενοχές ο νεαρός που βιάζει την κοπέλα του στο δεύτερο ραντεβού,γνωρίζοντας ότι δε θα τολμήσει να πει τίποτα για να μη στιγματιστεί στην τοπική κοινωνία;
3) Δε θα έπρεπε να έχει ενοχές ο 70χρονος που εκμεταλλεύεται 20χρονους πρόσφυγες,γνωρίζοντας ότι εξαναγκάζονται να εκδίδονται λόγω πείνας;
Αυτά αποτελούν κάποια από τα παραδείγματα ‘δύσκολων’  θεμάτων που μπορεί να θιχτούν από τα ίδια τα παιδιά. Θα μπορέσει ο εκπαιδευτής να τα διαχειριστεί  με επιστημονικά και ηθικά άρτιο τρόπο, χωρίς να προβάλλει το προσωπικό του αξιακό σύστημα; Η σεξουαλικότητα είναι ένα περίπλοκο φαινόμενο που δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με απλοϊκούς όρους. Δεν βρισκόμαστε πια στη δεκαετία του ’50 και οι ενοχές μάλλον δεν είναι πια το μείζον πρόβλημα στη σεξουαλική ζωή των Ελλήνων. Κατά τη γνώμη μου, το μείζον πρόβλημα σήμερα είναι ο σεξουαλικός εθισμός ως μηχανισμός αποφυγής επώδυνων συναισθημάτων, όπως επίσης και η αντικειμενικοποίηση του άλλου ατόμου και του εαυτού, η οποία γρήγορα οδηγεί όχι μόνο σε απώλεια της έλξης αλλά και συναισθηματική νέκρωση. Οι περισσότεροι μαθητές και μαθήτριες λυκείου  έχουν ήδη πολλαπλές σεξουαλικές εμπειρίες (χωρίς ενοχές!) και πολλοί βιώνουν το συναισθηματικό αδιέξοδο που προκύπτει από την αντικειμενικοποίηση σε πολύ μικρότερη ηλικία από ό,τι η προηγούμενη γενιά.
Επειδή λοιπό η σεξουαλικότητα αγγίζει πολλές ψυχολογικές παραμέτρους, θα έπρεπε, κατά τη γνώμη μου, το μάθημα: α)Να ενταχθεί σε ένα γενικότερο πλαίσιο  Αγωγής  Σχέσεων, όπως στην Αγγλία (Sex and Relationship Education-SRE),κι όχι να μείνει μόνο στις τεχνικές λεπτομέρειες της Σεξουαλικής Αγωγής ,όπως γίνεται σήμερα σε κάποιες αποσπασματικές παρεμβάσεις από εξωτερικούς φορείς σε σχολεία. Κατά τη γνώμη μου, η Αγγλία έχει παράγει από τα πιο αξιόλογα υλικά, όσον αφορά στην ολιστική Αγωγή Σχέσεων και Σεξουαλική Αγωγή. β) Η αγωγή θα πρέπει να γίνεται μόνο από ψυχολόγους και μάλιστα εξειδικευμένους στο αντικείμενο. Επίσης, οι ψυχολόγοι που θα αναλάβουν να εκπαιδεύσουν τα παιδιά σχετικά, θα πρέπει να έχουν μία συνέχεια στο σχολείο και όχι να έρθουν σαν διάττοντες αστέρες απλά για να δώσουν μία διάλεξη- θα πρέπει να έχει δημιουργηθεί μία σχέση εμπιστοσύνης με τα παιδιά.
Μια άλλη προϋπόθεση είναι ότι η σεξουαλική αγωγή θα πρέπει οπωσδήποτε να σέβεται τις πολιτιστικές και θρησκευτικές ιδιαιτερότητες γηγενών και αλλοδαπών,όπως επίσης και το αξιακό σύστημα της κάθε οικογένειας.Για παράδειγμα, σε κάποια από τις παρεμβάσεις που είχε γίνει σε σχολείο από εξωτερικό φορέα, που δεν ανήκει στο Υπουργείο Παιδείας (κατά τη γνώμη μου επαγγελματίες υγείας, όπως επισκέπτες υγείας ή μαίες δεν είναι επαρκώς παιδαγωγικά καταρτισμένοι για να κάνουν Σεξουαλική Αγωγή σε σχολεία), αφού η ομιλήτρια μίλησε σε παιδιά Ε’ δημοτικού, έκλεισε λέγοντας: ‘Το συμπέρασμα είναι: να έχετε σεξουαλικές σχέσεις ελεύθερα, απλά μόνο να προσέχετε να χρησιμοποιείτε προφυλάξεις’. Αυτή η οδηγία  για ελεύθερες σχέσεις συγκρούεται με το αξιακό σύστημα πολλών οικογενειών και δεν δικαιούται, κατά τη γνώμη μου, το σχολείο να παρεμβαίνει σε τόσο προσωπικά θέματα. Ένας γονιός μπορεί να θέλει το παιδί του να έχει ελεύθερες σχέσεις, άλλος μπορεί να θέλει το παιδί του να εδραιώσει πρώτα μία ασφαλή συναισθηματική σύνδεση πριν προχωρήσει σε σεξουαλικές σχέσεις κι άλλος πάλι, μπορεί να ορίζει το γάμο ως προαπαιτούμενο.Αυτά είναι προσωπικές και πολιτιστικές επιλογές, τις οποίες το σχολείο οφείλει να σεβαστεί, χωρίς να μεροληπτεί και χωρίς να δημιουργήσει κλίμα μέσα στο οποίο κάποια παιδιά θα νιώσουν μειονεκτικά.
Οι περιπτώσεις που το σχολείο υποχρεούται να ενημερώσει ΟΛΟΥΣ τους μαθητές ανεξαιρέτως και ανεξαρτήτως πολιτιστικών ή οικογενειακών διαφόρων είναι:
Α)Η προστασία από την παιδική σεξουαλική κακοποίηση,δηλαδή η αγωγή αυτοπροστασίας.Τα παιδιά δικαιούνται να μάθουν να αναγνωρίζουν τους παιδόφιλους, τις τακτικές τους, πώς να προστατέψουν τον εαυτό τους και  πού να αναζητήσουν βοήθεια.Για αυτό το φλέγον θέμα, γιατί δε μιλά κανείς;
Β)Τα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα.
Γ)Τις μεθόδους αντισύλληψης για λόγους ενδυνάμωσης των γυναικών, χωρίς όμως να παίρνει θέση το σχολείο υπέρ ή κατά των διαφόρων μεθόδων. Είναι σημαντικό να θιχτούν όμως θέματα ορίων και αυτοεκτίμησης. Για παράδειγμα, οι χιλιάδες εκτρώσεις μετά τις πενταήμερες εκδρομές της Γ λυκείου δεν είναι επειδή δεν γνωρίζουν τα παιδιά για την αντισύλληψη. Γνωρίζουν και μάλιστα πολύ καλά- υπάρχει εξάλλου και σχετικό μάθημα βιολογίας.Αν λοιπόν είναι στην στοχοθεσία μας να μειωθεί ο αριθμός των ανεπιθύμητων εγκυμοσύνων, θα πρέπει να δούμε τους βαθύτερους λόγους, οι οποίοι είναι πολύ πιο σύνθετοι: για παράδειγμα, ένα νεαρό αγόρι που έχει γαλουχηθεί στην κουλτούρα αντικειμενικοποίησης των ανθρώπινων σχέσεων ενδιαφέρεται για την πρόσκαιρη ικανοποίησή του,  χωρίς να το νοιάζει για τις συνέπειες στο κορίτσι. Ένα κορίτσι, συνήθως με χαμηλή αυτοεκτίμηση αντικειμενικοποιεί τον εαυτό της (γιατί έτσι έχει μάθει), δεν τολμά να πει όχι, μήπως το αγόρι  την αφήσει, μήπως οι συμμαθητές της την χαρακτηρίσουν ‘μυξοπαρθένα’ κι ‘οπισθοδρομική’. Όλα αυτά θέλουν δουλειά από τον εκπαιδευτικό ή ψυχολόγο.Δεν επιλύονται ούτε με βιαστικές παρεμβάσεις, ούτε με πυροτεχνήματα.
Τέλος, όποιος αναλάβει  να πραγματοποιήσει τη σεξουαλική αγωγή στο σχολείο, θα πρέπει να είναι προετοιμασμένος να διαχειριστεί αποκαλύψεις, όπως:
Α)’Κυρία αυτό που μας δείξατε στην εικόνα, μου το κάνει ο παππούς μου κάθε βράδυ’ (κορίτσι 9 ετών).
Β)’Κυρία, στις ταινίες που βλέπει ο πατέρας μου στο σαλόνι, δείχνουν πολλά άτομα ταυτόχρονα και ο πατέρας μου λέει ότι έτσι είναι το καλό σεξ’ (αγόρι 11 ετών).
Γ)’Κύριε, όταν οι γυναίκες λένε ‘όχι’, εννοούν ‘ναι’.Ο μπαμπάς μου μού λέει να μην τις ακούω ότι τάχα δε θέλουν, γιατί αλλιώς δεν είμαι άντρας’ (αγόρι 12 ετών).
Αυτά τα παραδείγματα δεν είναι σπάνια, αλλά πολύ πιο διαδεδομένα στην ελληνική κοινωνία από ό,τι θα περιμέναμε. Πώς θα διαχειριστεί ο εκπαιδευτικός ή ψυχολόγος αυτές τις περιπτώσεις; Και οι τρεις αποτελούν περιπτώσεις παιδικής κακοποίησης ( Α)κακοποίηση με άγγιγμα, Β)κακοποίηση χωρίς άγγιγμα-έκθεση σε πορνογραφικό περιεχόμενο και Γ)παραμέληση εποπτείας-ενθάρρυνση ανηλίκου σε παραβατική συμπεριφορά).Πώς θα αντιμετωπίσει ο εκπαιδευτικός αυτά που θα ‘βγουν στην επιφάνεια’; Ή θα προσπαθήσει αμήχανα να τα κουκουλώσει, μην έχοντας την εκπαίδευση ή την υποστήριξη για να τα διαχειριστεί;
Πριν προχωρήσουμε λοιπόν σε ένα ακόμη πυροτέχνημα (θέλοντας να φανούμε ‘απελευθερωμένοι’ και ‘προοδευτικοί’, χωρίς όμως να έχουμε το κατάλληλο υπόβαθρο),ας κοιτάξουμε τουλάχιστον να μελετηθούν σωστά όλες οι πιθανές πτυχές του θέματος. Γιατί το παιδί που θα αποκαλύψει κακοποίηση και δε θα του δώσουν σημασία, δε θα ξαναμιλήσει ποτέ για αυτό. Γιατί όταν κάνουμε κάτι βιαστικά και χωρίς κατασταλαγμένη στοχοθεσία, μπορεί να κάνουμε ανεπανόρθωτη ζημιά,ειδικά σε ένα τόσο ευαίσθητο θέμα.