Πρωτοπρ. Ἀναστάσιος K. Γκοτσόπουλος, «Ὁ ρόλος τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης στήν κοινωνία τῶν Ἐκκλησιῶν τῆς α΄ χιλιετίας»

Πρωτοπρεσβύτεροςναστάσιος K. Γκοτσόπουλος, φημέριος . Ν. γ. Νικολάου Πατρν
«Ὁ ρόλος τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης στήν κοινωνία τῶν Ἐκκλησιῶν τῆς α΄ χιλιετίας»*
[Ἐν ὄψει τῆς ΙΔ΄ συναντήσεως τῆς Μικτῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου
Ὀρθοδόξων-Ρωμαιοκαθολικῶν στό Chieti τῆς Ἰταλίας (15-22.9.2016)]
Ἀπὸ τὴ μελέτη τῶν πρακτικῶν καὶ τῶν ἀποφάσεων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων μποροῦμε μὲ βεβαιότητα νὰ καθορίσουμε τὴ θέση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης καὶ τοῦ ἐπισκόπου της στὴν κοινωνία τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν κατὰ τὴν ἐποχὴ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων:



* Τό παρόν ἄρθρο εἶναι τά ἐπιλεγόμενα τῆς διπλωματικῆς ἐργασίας (master) τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Ἀναστασίου Γκοτσοπούλου, Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης καί ὁ ἐπίσκοπός της στά πρακτικά καί στίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, 2016, σ.σ. 400. Γιά τήν ἀπαραίτητη τεκμηρίωση στίς πηγές παραπέμπουμε στήν ἔκδοση.
[1] MANSI 17, 489B : «Ἡ ἁγία σύνοδος εἶπεν . ἕκαστος θρόνος ἔχει ἀρχαῖά τινα παραδεδομένα ἔθη. καὶ οὐ χρὴ περὶ τούτων πρὸς ἀλλήλους διαφιλονικεῖν καὶ ἐρίζειν. φυλάττει μὲν γὰρ ἡ τῶν Ρωμαίων ἐκκλησία τά ἔθη αὐτῆς καὶ προσῆκον ἐστι. φυλάττει δὲ καὶ ἡ Κωνσταντινοπολιτῶν ἐκκλησία ἴδιά τινα ἔθη ἄνωθεν παραλαβοῦσα . ὡσαύτως καὶ οἱ τῆς Ἀνατολῆς θρόνοι». Ἡ Σύνοδος ὅμως, ὅπως στὴ συνέχεια ἀναφέρε-ται, ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἀθρόον χειροτονία καὶ ὄχι γιὰ κεφαλαιώδους σημασίας θεολογικὰ ζητήματα τὰ ὁποῖα ἅπτονται τῆς ἴδια τῆς δομῆς καὶ τῆς οὐσίας τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς πίστεως ὅπως εἶναι τὰ παπικὰ δόγματα γιὰ τὴ Ρώμη.
[2] Ἀναλυτικότερα γιά τήν ἐκκλησιολογία τοῦ URπό ρθοδόξου πλευρᾶς, βλ. Π. Χίρς, Ἡ ἐκκλησιολογικὴ ἀναθεώρηση τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου, Uncut Mountain Press, Πετροκέρασα Θεσσαλονίκης 2014.
[3] «Μποροῦμε ἀνεπιφύλακτα νά ποῦμε ὅτι στὴν “καρδιὰ” τοῦ Διατάγματος συναντοῦμε τὸ θέμα τῆς ἑνότητας καὶ τῆς διαφορετικότητας. Καὶ παρόλο ποὺ τὸ θέμα αὐτὸ δὲν ἐκτίθεται ἔκδηλα στὰ τρία κεφάλαια τοῦ κειμένου, ὡστόσο αὐτὸ διαφαίνεται ὡς τρόπος ἀναγνώσεως καὶ συνοχῆς ὅλου τοῦ κειμένου», βλ. W. Henn, «AttheHeartofUnitatisRedintegratio. UnityinDiversity», Gregorianum 88(2007) 2, 330 κἑ. «Διάταγμα γιὰ τὸν Οἰκουμενισμὸ», §16-18, στὸ Ἡ Β΄ Βατικανὴ Σύνοδος. Διατάξεις-Διατάγματα-Δηλώσεις-Μηνύματα, ἐπιμ. Ἰω. Ἀσημάκης – Λ. Κισκινής, AnalectaTheologica8, ἔκδ. Ἀποστολικὸν Βικαριᾶτον Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 2012, σ. 483: «Ἤδηἀπὸτὶςἀπαρχές, οἱἘκκλησίεςτῆςἈνατολῆςἀκολουθοῦσανδικήτουςκανονικὴτάξη, ἐπικυρωμένηἀπὸτοὺςἁγίουςΠατέρεςκαὶἀπὸτὶςΣυνόδους, ἀκόμακαὶτὶςΟἰκουμενικές. Μίακάποιαδιαφορετικότηταἐθίμωνκαὶσυνηθειῶν, ὅπωςπροείπαμε, δὲνἀντιβαίνειστὸἐλάχιστοστὴνἑνότητατῆςἘκκλησίας, μάλιστααὐξάνειτὴνὡραιότητάτηςκαὶἀποτελεῖἀνεκτίμητηβοήθειαστὴνἐκπλήρωσητῆςἀποστολῆςτης. ΓιαὐτὸἱερὴΣύνοδος, γιὰνάἐκλείψεικάθεἀμφιβολία, δηλώνειὅτιοἱἘκκλησίεςτῆςἈνατολῆς, μὲἐπίγνωσητῆςἀναγκαίαςἑνότηταςὅληςτῆςἘκκλησίας, ἔχουντὴνἐξουσίανὰρυθμίζουντὴδικήτουςκανονικὴτάξη, ὡςπερισσότεροἁρμόζουσαστὸνχαρακτήρατῶνπιστῶντουςκαὶκαταλληλότερηγιὰνὰπροάγειτὸκαλὸτῶνψυχῶν. τέλειατήρησηαὐτῆςτῆςπαραδοσιακῆςἀρχῆς, ὁποίαεἶναιἀλήθειαδὲντηρήθηκεπάντοτε, ἀνήκεισὲἐκεῖνατὰπράγματαποὺἀπαιτοῦνταιἀπολύτωςὡςπροϋπόθεσηγιὰτὴνἀποκατάστασητῆςἑνότητας. Αὐτὸποὺεἰπώθηκεπρὶνγιὰτὴνόμιμηδιαφορετικότηταπρέπεινὰἐφαρμοστεῖκαὶστὴδιαφορετικὴδιατύπωσητῶνθεολογικῶνδιδασκαλιῶν», βλ. καί Παπικὴ Ἐγκύκλιος Ἐπιστολὴ «Ἵνα πάντες ἓν ὦσιν» («Ut unum sint») τοῦ Ἁγίου Πατρὸς Ἰωάννου Παύλου Β΄ γιὰ τὸ οἰκουμενικὸ καθῆκον, 25 Μαΐου 1995, Libreria Editrice Vaticana, Πόλη τοῦ Βατικανοῦ, § 57. Ἡ πρόταση τῆς «ἑνότητος ἐν τῇ ποικιλίᾳ» ἐτέθη ὡς βάση γιά τὴν ἕνωση τῶν Χριστιανῶν ἀπὸ τὸν πάπα Λέοντα ΙΓ΄, στόν ὁποῖο ἀπάντησε ἡ Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεωςτοῦ 1895, στό Ἰ. Καρμίρη, ΤὰδογματικὰκαὶσυμβολικὰμνημεῖατῆςὈρθοδόξουΚαθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. 2,ἐν Ἀθήναις 1953, σ. 934 κἑ. Στὸ ἴδιο πλαίσιο κινεῖται καὶ τὸ «Διάταγμα γιά τίςἈνατολικέςΚαθολικές Ἐκκλησίες» (Orientalium Ecclesiarum), βλ. Β΄ΒατικανὴΣύνοδος. ΔιατάξειςΔιατάγματαΔηλώσειςΜηνύματα,ἐπιμ. Ἰω. Ἀσημάκης – Λ. Κισκινής, Analecta Theologica 8, ἔκδ. Ἀποστολικὸν Βικαριᾶτον Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 2012, σ. 491.
[4]Κατά τον J. Ratzinger: «Ἀναφορικὰμὲτὴνπερὶπρωτείουδιδασκαλία, ΡώμηδὲνπρέπεινὰἀπαιτεῖἀπὸτὴνἈνατολὴκάτιπερισσότεροἀπὸαὐτὸποὺεἶχεκαθοριστεῖκαὶεἶχεβιωθεῖκατὰτὴνπρώτηχιλιετίαἩ ἐπανένωση μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθεῖ πάνω στὴ βάση ὅτι ἡ Ἀνατολὴ θὰ παρῃτεῖτο ἀπὸ τὸ νὰ πολεμᾶ τὴ δυτικὴ ἐξέλιξη τῆς β΄χιλιετίας ὡς αἱρετικὴ καὶ θὰ ἀναγνώριζε τὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία μὲ ἐκείνη τὴ μορφὴ ὡς νόμιμη καὶ ὀρθὴ ἀπὸ ἄποψη πίστης, στὴν ὁποία ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία βρέθηκε μέσα ἀπὸ τὴν ἐξέλιξη τῆς β΄χιλιετίας, ἐνῶ ἀντίστροφα ἡ Δύση θὰ ἀναγνώριζε τὴν Ἀνατολὴ ὡς νόμιμη καὶ ὀρθὴ στὴν πίστη σὲ ἐκείνη τὴ μορφὴ τὴν ὁποία αὐτὴ διατήρησε στὴν ἱστορία της» (J. Ratzinger, TheologischePrinzipienehre : BausteinezurFundamentaltheologie, Munich 1982, σ. 209). Στὸ ἴδιο πνεῦμα κινεῖται καὶ ἡ πρόταση τοῦ Μητροπολίτου (τότε) Ἐλβετίας κ. Δαμασκηνοῦ («Τί τὸ μόνιμον καὶ τί τὸ μεταβλητὸν εἰς τὴν πετρίνειον διακονίαν. Σκέψεις ἐξ Ὀρθοδόξου ἐπόψεως», Στάχυς, 52-67(1977-1981) 508, D. Papandreou, “Ein Beitrag zur Uberwindung der Trennung zwischen der romisch-katholischen und der orthdoxen Kirche” στὸ Vasilios von Aristi, Das Papsamt: Dienst oder Hindernis für die Ökumene ? Regensburg 1985, σ. 162, 166-167), τοῦ H. Scutte, στὸ Χρ. Σαββᾶτος (νῦν Μητρ. Μεσσηνίας), ΤὸπαπικὸπρωτεῖοστὸδιάλογομεταξὺὈρθοδόξωνκαὶΡωμαιοκαθολικῶν, Ἀθήνα 2006, σ. 14 καὶ τοῦ E. Lanne, στό Δαμασκηνοῦ, «Τί τὸ μόνιμον καὶ τί τὸ μεταβλητὸν εἰς τὴν πετρίνειον διακονίαν. Σκέψεις ἐξ Ὀρθοδόξου ἐπόψεως», Στάχυς, 52-67(1977-1981) 516-517.
Ἂςἐπιτραπεῖμίαδιαπίστωσημὲπολὺπόνοστὰὑπὸτοῦ Ratzinger λεχθέντα: εἶναιἰδιαίτερατραγικὸμίαὁλόκληρητοπικὴἘκκλησία, μεγαλύτερη, ἐνδοξότερηκαὶεὐκλεέστερητῆςα΄χιλιετίαςνὰἔχειπεριέλθεισὲτέτοιασύγχυση, ὥστε:
·νὰθεωρεῖθετικὴθεολογικὴἐξέλιξηκαὶπρόοδοτὰὅσαἔχουνσυντελεστεῖστὴβ΄χιλιετίαἀναφορικὰμὲτὸπαπικὸπρωτεῖο!
·νὰθεωρεῖὡςθεολογικὴπρόοδοτὴνἄρνησητῆςθεόπνευστης, κανονικῆς, ἐκκλησιαστικῆςτάξεωςκαὶπαραδόσεωςτῶνΟἰκουμενικῶνΣυνόδων!
·νὰθεωρεῖὡςθεολογικὴπρόοδοτὸθεμελιωμένοπάνωστὶςπλαστογραφίεςτοῦζοφεροῦΜεσαίωνα (τὴνψευδοΚωνσταντίνειοΔωρεὰκαὶτὶςψευδοἸσιδώρειεςΔιατάξεις) παπικὸθεσμὸ (ΠροσχέδιοΚρήτης, § 15)!
ΠαρακαλῶἂςμὴνἐκληφθεῖδιαπίστωσηαὐτὴὡςἐχθρικὴπολεμικὴκατὰτῶνΡωμαιοκαθολικῶν, ἀλλὰμόνοὡςἔκφρασηθλίψεωςκαὶπόνουκαίταυτόχρονακαὶἀνησυχίαςκαὶἐγρηγόρσεωςγιὰἐμᾶςτοὺςὈρθοδόξους!
[5]Ἡ θέση αὐτὴ ρητὰ ἔχει διατυπωθεῖ στὸ «Προσχέδιο τῆς Κρήτης» στὶς §§ 15, 22 καὶ ἰδιαιτέρως στὴν τελευταία § 32 : «ἐμ­πει­ρί­ατῆςπρώ­τηςχι­λι­ε­τί­ας­πη­ρέ­α­σεβα­θειὰτὴνπο­ρεί­ατῶνσχέ­σε­ωνμε­τα­ξὺτῶνἘκ­κλη­σι­ῶντῆς­να­το­λῆςκαὶτῆςΔύ­σε­ως. Πα­ρὰτὴν­να­πτυσ­σό­με­νηδι­ά­στα­σηκαὶτὰπρο­σω­ρι­νὰσχί­σμα­τακα­τὰτὴδιά­ρκειααὐ­τῆςτῆςπε­ρι­ό­δου, κοι­νω­νί­α­κό­μηδι­α­τη­ρεῖ­τομε­τα­ξὺΔύ­σεωςκαὶἈνα­τολῆς. ἀρ­χὴτῆςποι­κι­λί­αςἐντῇἑνό­τη­τι, ­ποί­α­γι­νεκα­τη­γο­ρη­μα­τι­κὰδε­κτὴστὴΣύ­νο­δοτῆςΚων­σταν­τι­νου­πό­λε­ωςποὺ­γι­νετὸ 879-80, ­χει­δι­αί­τε­ρηση­μα­σί­αγιὰτὸθέ­μαστὸπα­ρὸναὐ­τὸστά­διοτοῦδι­α­λό­γουμας. Σα­φεῖςδι­α­στά­σειςστὴνἀν­τί­λη­ψηκαὶἑρ­μη­νεί­αδὲνἐμ­πό­δι­σαν­να­το­λὴκαὶΔύ­σηνὰπα­ρα­μεί­νουνσὲκοι­νω­νί­α. ­πῆρ­χεδυ­να­τὴαἴ­σθη­ση­τι­πάρ­χειμί­αἘκ­κλη­σί­α, καὶ­πο­φα­σι­στι­κό­τη­τανὰπα­ρα­μέ­νου­μεσὲ­νό­τη­ταὡς­ναποί­μνιομὲ­ναποι­μέ­να (­ω­άν. 10, 16). πρώ­τηχι­λι­ε­τί­α­ποί­α­χει­ξε­τα­σθεῖσαὐ­τὸτὸστά­διοτοῦδι­α­λό­γουμας, εἶ­ναικοι­νὴπα­ρά­δο­σηἀμ­φο­τέ­ρωντῶνἘκ­κλη­σι­ῶνμας. Στὶςβα­σι­κὲςθε­ο­λο­γι­κὲςκαὶἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κὲςἀρ­χὲςοἱ­ποῖ­ες­χουνσυν­ταυ­τι­σθεῖ­δῶ, αὐ­τὴκοι­νὴπα­ρά­δο­σηθὰπρέ­πεινὰ­πη­ρε­τεῖὡςπρό­τυ­πογιὰτὴν­πο­κα­τά­στα­σητῆςπλήρουςκοινωνίας». Παρόμοια ἔχει ὑποστηρίξει καὶ ὁ ΔαμασκηνὸςΤρανουπόλεως, «Τί τὸ μόνιμον καὶ τί τὸ μεταβλητὸν εἰς τὴν πετρίνειον διακονίαν. Σκέψεις ἐξ Ὀρθοδόξου ἐπόψεως», Στάχυς, 52-67(1977-1981) 508.
[6] Ἐγκύκλιος Ἐπιστολὴ «ἵναπάντεςἓνὦσιν» (ut unum sint) τοῦ Ἁγίου Πατρὸς Ἰωάννου Παύλου Β΄ γιὰ τὸ Οἰκουμενικὸ καθῆκον, 25 Μαΐου 1995, § 50, Liberia editrice Vaticana, Πόλη τοῦ Βατικανοῦ, σ. 62.
[7] «Le rôle particulier des Églises orientales catholiques correspond à celui qui est resté vacant à cause du manque de communion complète avec les Églises orthodoxes. Aussi bien le DécretOrientalium Ecclesiarumdu Concile Vatican II que la Constitution apostoliqueSacri canones(p. IX-X) qui a accompagné la publication duCode des canons des Églises orientales,ont mis en évidence combien la situation présente, et les règles qui la régissent, sont dirigées vers la pleine communion tant souhaitée entre l’Église catholique et les Églises orthodoxes. Votre collaboration avec le Pape et entre vous pourra montrer aux Églises orthodoxes que la tradition de la «synergie» entre Rome et les Patriarcats s’est maintenue – bien que limitée et blessée -, qu’elle s’est peut-être même développée pour le bien de l’unique Église de Dieu, répandue par toute la terre», La documentation catholique, no 2192, 15.11.1998. σ. 951-953 καί στό διαδικτυακό τόπο : www.la-croix.com/Urbi-et-Orbi/Documents/ Actes-du-Pape/Aidez-l-eveque-de-Rome-dans-sa-reflexion-sur-son-ministere-d-unite-2013-04-09-935467
[8] «Ἁγία (Β΄Βατικανὴ) ΣύνοδοςπολὺχαίρεταιγιὰτὴνκαρποφόρακαὶδραστήριασυνεργασίατῶνΚαθολικῶνἘκκλησιῶνἈνατολῆςκαὶΔύσηςκαὶταυτόχροναδηλώνει : ὅλεςαὐτὲςοἱκανονικὲςδιατάξειςκαθορίστηκανγιὰτὶςπαροῦσεςσυνθῆκες, ἕωςὅτουΚαθολικὴἘκκλησίακαὶοἱδιαιρεμένεςἈνατολικὲςἘκκλησίεςἑνωθοῦνστὴνπληρότητατῆςκοινωνίας» (ΟΕ § 30, στὸ B΄ Βατικανῆς, Κείμενα, σ. 504.Πάντως ἡ Σύνοδος «πολύ χαίρεται» γιὰ τὸ μέχρι τώρα ἔργο τῆς Οὐνίας …
[9] Γιὰ τὴν Οὐνία στὸ θεολογικὸ διάλογο μὲ τὴ Ρώμη βλ. Θ. Ζήση, Οὐνία, Ἡ καταδίκη καὶ ἡ ἀθώωση, ἔκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη 2002, Γ. Καψάνη, «Οὐνία, Ἡ μέθοδος τοῦ παποκεντρικοῦ Οἰκουμενισμοῦ», Παρακαταθήκη, 60(2008), 3-10. Ἱστορικὴ προσέγγιση τῆς Οὐνίας, βλ. Γ. Μεταλληνός, Δ. Γόνης, Η. Φρατσέας, Εὐ. Μοράρου, Ἐπισκ. Βανάτου Ἀθανάσιος (Γιέβτιτς), Ἡ Οὐνία, χθὲς καὶ σήμερα, ἔκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1992. Ἐκτενέστερη βιβλιογραφία γιὰ τὴν Οὐνία, βλ. Κ. Κωτσιόπουλος, Ἡ Οὐνία στὴν Ἑλληνικὴ θεολογικὴ βιβλιογραφία, ἔκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη 1993.
[10] Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ἡ Ρώμη προβάλει τίς διατάξεις τοῦ «Διατάγματος γιὰ τὶς Ἀνατολικὲς Καθολικὲς Ἐκκλησίες» ὡς «ἕνα εἶδος “ἐγγύησης” ὅτι ἡ ἐπανεύρεση τῆς κοινωνίας μὲ τὴ Ρώμη δὲν συνεπάγεται καμιὰ ἀποποίηση τῶν ἴδιων στοιχείων τῶν μὴ λατινικῶν ἐκκλησιαστικῶν παραδόσεων»! (B΄ Βατικανῆς, Κείμενα, σ. 491.
[11] Θ. Ζήση, «Ἡ οὐνία ὡς πρότυπο ψευδοῦς ἑνότητος. Τὰ ὅρια τῆς ποικιλομορφίας ἐν σχέσει πρὸς τὴν ἑνότητα», – «Πρωτεῖον» Συνοδικότης καὶ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας, Πρακτικὰ Θεολογικῆς Ἡμερίδος, ἔκδ. Ἱ. Μητρόπολις Πειραιῶς, Πειραιεύς 2011, σ. 107-114.
[12] CongregatioproDoctrinaFidei, Letter Communionisnotio,§ 17. 3 (28.5.1992), στή διαδυκτιακή τοποθεσία www.vatican.va/roman_curia/congregations/cfaith/documents/rc_con_cfaith_doc_28051992_communionis-notio_en.html.
[13] «Unitatis Redintegratio» («Διάταγμα γιὰ τὸν Οἰκουμενισμὸ») Διάταγμα τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου § 3, στὸ B΄ Βατικανῆς, Κείμενα, σ. 471. Ἰ. Μαραγκοῦ, Οἰκουμενικὰ Α΄, Ἀθήνα 1986, σ. 33, καὶ ἡ ἀπὸ 29.6.2007 ἀπάντηση τῆς Ἐπιτροπῆς γιὰ τὴ Διδασκαλία τῆς Πίστεως (Congregatio pro Doctrina Fidei) τῆς Ρωμαϊκῆς Κουρίας, στή διαδικτυακή τοποθεσία www.vatican.va/roman_curia/congregations/ cfaith/documents/rc_con_cfaith_doc_200 70629_responsa-quaestiones_en.html.
ip[
Exit mobile version