Μία ἀπό τίς αἱρέσεις, πού ἔθεσαν καί θέτουν ἀκόμη καί σήμερα τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου σέ κίνδυνο, εἶναι ἡ αἵρεση τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ.
Οἱ αἱρετικοί Μονοφυσίτες πρεσβεύουν ὅτι ὁ Χριστός, μετά τήν ἐνανθρώπησή Του, δηλ. μετά τήν ἕνωση τῶν δύο τελείων φύσεών Του (θείας καί ἀνθρωπίνης) στό ἕνα πρόσωπό Του, εἶχε μόνο μία φύση, τήν θεία, ἡ ὁποία ἀπορρόφησε τήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ καί κυριάρχησε ἐπ’αὐτῆς.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὅμως, τῆς Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Δ΄ Συνόδου, (ὅπως οἱ ἅγιοι Φλαβιανός Κων/λεως, Προτέριος Ἀλεξανδρείας, Ἀνατόλιος κ.ἄ.), ἡ ὁποία συνεκλήθη στή Χαλκηδόνα τῆς Βιθυνίας τό 451 μ.Χ. κατεδίκασαν τήν μεγάλη αἵρεση τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ καί τούς μονοφυσίτες αἱρεσιάρχες Εὐτυχή, Διόσκορο καί Σεβήρο, καί δογμάτισαν ὅτι οἱ δύο τέλειες φύσεις τοῦ Χριστοῦ (θεία καί ἀνθρώπινη), μετά τήν ἕνωσή τους στό ἕνα πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου, παρέμειναν μεταξύ τους ἑνωμένες ἀσυγχύτως, ἀδιαιρέτως, ἀτρέπτως καί ἀχωρίστως.

Δέν ὑπῆρξε καμμία ἀπορρόφηση ἤ προσχώρηση ἤ σύγχυση ἤ διαίρεση ἤ τροπή τῶν δύο φύσεων, ἀλλά παρέμειναν καί οἱ δύο ἀκέραιες, διατηρώντας ἡ κάθε μία τά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά της γνωρίσματα καί παραμένοντας στά ὅριά της. Δηλ. οἱ δύο τέλειες φύσεις ἑνώθηκαν στήν μία ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου.

Ἑπομένως, τό ὀρθόδοξο εἶναι νά κάνουμε λόγο γιά δυοφυσιτισμό, δηλ. γιά δύο τέλειες φύσεις μετά τήν ἕνωση, καί ὄχι γιά μονοφυσιτισμό, δηλ. γιά μία φύση, καί συγκεκριμένα τήν θεία, μετά τήν ἕνωση