Στο Συμβούλιο της Επικρατείας προσέφυγε ιδιωτική εκπαιδευτικός-ψυχολόγος και ζητεί να ακυρωθεί η άρνηση του υπουργού Παιδείας να εκδώσει απόφαση με την οποία να καθορίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ψυχολόγων που εργάζονται στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια ιδιωτική εκπαίδευση, την στιγμή που ήδη έχει εκδοθεί σχετική απόφαση για τα δικαιώματα των ψυχολόγων που εργάζονται στη δημόσια εκπαίδευση.

Ειδικότερα, η ιδιωτική εκπαιδευτικός εργάζεται από το 2008 ως ψυχολόγος σε ιδιωτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα με σύμβαση πλήρους απασχόλησης αορίστου χρόνου, αλλά έχει προσληφθεί ως διοικητικό προσωπικό, παρά το γεγονός ότι παρέχει αμιγώς εκπαιδευτικό έργο.

Αυτό συμβαίνει, όπως αναφέρει, καθώς το υπουργείο Παιδείας δεν αναγνωρίζει στους ψυχολόγους των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων το δικαίωμα να είναι ψυχολόγοι εκπαιδευτικοί. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι τα καθήκοντα των ψυχολόγων των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων είναι όμοια με τα καθήκοντα των ψυχολόγων των δημοσίων σχολείων. Κατόπιν αυτής της διάκρισης, τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια δεν μπορούν να προσλάβουν ψυχολόγους ως εκπαιδευτικό προσωπικό και τους προσλαμβάνουν ως διοικητικό προσωπικό.

Ακόμη, αναφέρει ότι οι ψυχολόγοι- εκπαιδευτικοί του Δημοσίου τομέα έχουν καθηκοντολόγιο και όλα τα δικαιώματα των εκπαιδευτικών (διακοπές, κ.λπ.), ενώ αντίθετα δεν τα έχουν οι απασχολούμενοι στον ιδιωτικό τομέα.

Η επίμαχη ψυχολόγος -εκπαιδευτικός είχε υποβάλει αίτηση στο υπουργείο Παιδείας και ζητούσε να αρθεί η διάκριση αυτή μεταξύ των ψυχολόγων του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα και να προσδιοριστούν με υπουργική απόφαση τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ψυχολόγων του ιδιωτικού τομέα. Αλλά το υπουργείο Παιδείας ουδέποτε ανταποκρίθηκε στο αίτημά της και έτσι η ψυχολόγος προσέφυγε στο ΣτΕ και ζητά να ακυρωθεί η άρνηση αυτή του υπουργού Παιδείας.

Στην αίτηση της υποστηρίζει ότι η διάκριση αυτή είναι αντίθετη στην συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρο 4 Συντάγματος), αλλά και στο άρθρο 16 του Συντάγματος που ρυθμίζει τις προϋποθέσεις λειτουργίας της εκπαίδευσης και της παροχής παιδείας από το κράτος και ειδικά είναι αντίθετη στη ρητή επιταγή του ίδιου άρθρου 16, για την παροχή παιδείας ίδιου επιπέδου και περιεχομένου από τα δημόσια και ιδιωτικά εκπαιδευτήρια.