Την πολιτική της εγκατάλειψης της ευθύνης που έχει το κράτος να παρέχει δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς επιλέγει με ξεκάθαρο τρόπο η κυβέρνηση των «αρίστων» της ΝΔ. Δεν είναι τυχαίο ότι ο για την παιδεία που ψηφίστηκε χθες από τη Βουλή, είναι ένας υφεσιακός προϋπολογισμός λιτότητας και περικοπών, αναντίστοιχος των μεγάλων αναγκών που έχουν προκύψει σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας, με έντονο το στίγμα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής!

Η εργαλειοποίηση της υγειονομικής κρίσης συνεχίζεται από το επιτελικό κράτος προκειμένου να πραγματοποιηθούν ανενόχλητα μεγάλης έκτασης οικονομικές αναδιαρθρώσεις που αφορούν την ιδιωτικοποίηση βασικών κοινωνικών αγαθών, όπως η Παιδεία, η Υγεία και η Κοινωνική Ασφάλιση!

Μέσα στα πλαίσια αυτά το παρουσίασε, το νομοσχέδιο για την προωθώντας τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη του για την εκπαίδευση και ειδικότερα για την Επαγγελματική, με τελικό στόχο την πλήρη εμπορευματοποίησή της. Και για μια ακόμα φορά τα τελευταία χρόνια μετατρέπει τη δημόσια επαγγελματική εκπαίδευση σε πεδίο πρώτης δοκιμής αντιδραστικών ρυθμίσεων με δραματικές συνέπειες για όσους εργάζονται ή φοιτούν σε αυτή.

Κύριο χαρακτηριστικό του ΝΣΧ που  ψηφίζεται την Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου, είναι η πλήρης υπαγωγή της παρεχόμενης επαγγελματικής εκπαίδευσης στις επιδιώξεις της αγοράς και των επιχειρήσεων σε τοπικό επίπεδο, που θα καθορίζουν τα προγράμματα σπουδών και τη λειτουργία ειδικοτήτων σύμφωνα με τις δικές τους ανάγκες και συμφέροντα, ακόμα και στο επίπεδο του Επαγγελματικού Λυκείου.

Ουσιαστικά επιδιώκεται η απαλλαγή του κράτους από το οικονομικό βάρος της εκπαίδευσης και μάλιστα του τμήματος εκείνου που είναι «ακριβό», γιατί απαιτεί εργαστηριακές υποδομές και υψηλά λειτουργικά έξοδα. Την ίδια στιγμή η προωθούμενη «ευελιξία» στην παροχή των ειδικοτήτων, θα συμπαρασύρει και τις ανάγκες σε διδακτικό προσωπικό, που δεν θα χρειάζεται πλέον να εργάζεται με σταθερές και μόνιμες σχέσεις εργασίας σε όλα τα επίπεδα.

Η πραγματική «τομή» που εισάγει το νομοσχέδιο είναι η μαθητεία/εργασία ανηλίκων μετά το Γυμνάσιο. Αντί να ενισχύεται ο μορφωτικός χαρακτήρας των υποχρεωτικών εγκύκλιων σπουδών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για κάθε παιδί, θεσμοθετείται η συστηματική απομάκρυνση από τα θρανία προς σχολές πρόωρης κατάρτισης, που μπορούν να ιδρύονται ακόμα και από εργοδοτικούς φορείς. Μαζί δε με τη θεσμοθέτηση της τράπεζας θεμάτων και στο ΕΠΑΛ, άλλο ένα τμήμα του μαθητικού δυναμικού οδηγείται στην έξωση από το Λύκειο, με μόνη διέξοδο την μαθητεία πριν τα 18.

Θεσμικά, για πρώτη φορά η επαγγελματική κατάρτιση και ο χώρος εργασίας της μαθητείας ή της πρακτικής άσκησης εντάσσονται ως διαδικασίες στο τυπικό εκπαιδευτικό σύστημα. Σ’ αυτό το νέο συντηρητικό πλαίσιο εντάσσονται ρυθμίσεις όπως η λεγόμενη «ευελιξία» σε εκπαιδευτικό προσωπικό για την παροχή των επαγγελματικών ειδικοτήτων, η δυνατότητα πιστοποίησης προσόντων από ιδιωτικούς φορείς, η καθήλωση και περιορισμός των επαγγελματικών ειδικοτήτων στην διαμορφωμένη κατάσταση της παραγωγής και των υπηρεσιών ακόμα και σε τοπική κλίμακα, η υποβάθμιση των σχολών μαθητείας του που επανέρχονται στο μεταγυμνασιακό επίπεδο ενώ εδώ και χρόνια σ’ αυτές φοιτούσαν ενήλικοι απόφοιτοι Λυκείου, η δημιουργία πρότυπων ΕΠΑΛ με απόλυτο έλεγχο των σπουδών και των ειδικοτήτων τους από τους εκπροσώπους της τοπικής αγοράς.

Η καθιέρωση κατατακτηρίων εξετάσεων αποφοίτων ΙΕΚ και της τάξης μαθητείας των ΕΠΑΛ για τα ΑΕΙ, αγνοεί την αρχή πως αυτές διεξάγονται ανάμεσα σε κατόχους ισότιμων του τίτλων σπουδών. Επί της ουσίας οι νεοφιλελεύθεροι του ΥΠΑΙΘ μας επιδεικνύουν πόσο εφευρετικοί μπορούν να είναι στην υποβάθμιση των ΑΕΙ, στην εξίσωση των υπηρεσιών κατάρτισης με πανεπιστημιακές σπουδές.

Με τις ρυθμίσεις αυτές απαξιώνεται ο σημαντικότερος δημόσιος πυλώνας της επαγγελματικής εκπαίδευσης στη χώρας μας σήμερα, που είναι τα Επαγγελματικά Λύκεια. Ένας θεσμός που το 2015 ήταν ακρωτηριασμένος και απαξιωμένος από τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, για να αναβαθμιστεί την περίοδο 2015-2019 από την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με μια νέα αναγεννητική πνοή αξιοπρέπειας και δημιουργίας, με νέα δομή και προγράμματα, με την επαναλειτουργία των καταργημένων ειδικοτήτων και την επαναφορά των εκπαιδευτικών από τη διαθεσιμότητα, με αυξημένη χρηματοδότηση για εξοπλισμό και διδακτικό  προσωπικό, με τη θεσμοθέτηση του μεταλυκειακού έτους-τάξης μαθητείας και με την εφαρμογή του προγράμματος Μια Νέα Αρχή στα ΕΠΑΛ (εναλλακτική ενισχυτική διδασκαλία, διορισμός ψυχολόγων, χρηματοδότηση προγραμμάτων). Και έρχεται τώρα η Κυβέρνηση της ΝΔ με τις νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες της να ξηλώσει όσα μέτρα και θεσμούς υπηρετούν τις κοινωνικές ανάγκες και την πρόοδο σε όλα τα κοινωνικά αγαθά και φυσικά στη Δημόσια Παιδεία!

Και επειδή όλα κρίνονται στην πράξη και όχι στις διακηρύξεις, 19 μήνες τώρα το ΥΠΑΙΘ δεν μπορεί να μας πείσει για την ειλικρίνεια των προθέσεων του όταν:

απαξιώνονται θεσμοί όπως η μαθητεία των ΕΠΑΛ (δεν έχει καν ανακοινωθεί τίποτε για τη τρέχουσα χρονιά), ενώ το πρωτοποριακό πρόγραμμα  ¨Μια Νέα Αρχή στα ΕΠΑΛ” (ΜΝΑΕ) ακυρώνεται στην πράξη με τις σημαντικές καθυστερήσεις και παραλείψεις της ηγεσίας του Υπ. Παιδείας,

στα Δημόσια ΙΕΚ υιοθετήθηκε ένα νέο σύστημα μοριοδότησης, εντελώς άδικο για  τους εκπαιδευτές, που οδηγεί σε αποκλεισμούς, ενώ παράλληλα προωθείται ολοταχώς η απαξίωση εργαστηριακών δημόσιων υποδομών χάριν ιδιωτικών,

τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας απαξιώνονται ακόμα περισσότερο, καθώς υποχρεώνονται να λειτουργήσουν με τους μισούς μόνιμους εκπαιδευτικούς,

η μεγάλη έλλειψη εκπαιδευτικού προσωπικού δημιουργεί διαλυτικά φαινόμενα στις σχολές μαθητείας του ΟΑΕΔ.

Η κυβέρνηση αντί να απαντήσει στις επιτακτικές προκλήσεις της πανδημίας, να αντιμετωπίσει τα ειδικά επείγοντα προβλήματα στην εκπαίδευση επιμένει στην εφαρμογή του νεοφιλελεύθερου σχεδιασμού της. Γι’ αυτό και παρακάμπτει στοιχειώδεις δημοκρατικές δεσμεύσεις που αποτελούν παράδοση στον πολιτικό ανταγωνισμό. Με σχολεία κλειστά, με τις πόρτες του ΥΠΑΙΘ κλειστές για τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες (ανοικτές όμως για άλλους «κοινωνικούς εταίρους»), με τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες φυσικά περιορισμένες, αποδεικνύεται πως η απουσία του δημοκρατικού χώρου της διαβούλευσης, της αντιπαράθεσης εναλλακτικών πολιτικών και προτάσεων είναι το θερμοκήπιο του νεοφιλελευθερισμού.

Η εκπαιδευτική κοινότητα πρέπει να υπερασπιστεί τις μέχρι σήμερα κατακτήσεις της και να  διεκδικήσει τη συνεχή βελτίωση του δημόσιου συστήματος της ΕΕΚ. Απαιτείται άμεση αντίδραση των εκπαιδευτικών και των συλλογικοτήτων τους για να μη περάσει αυτή η καλυμμένη με το μανδύα του εκσυγχρονισμού και της αναγκαιότητας της ανάπτυξης αντιδραστική αλλαγή, που βάζει βόμβα στα θεμέλια όχι μόνο της επαγγελματικής εκπαίδευσης αλλά και όλου του οικοδομήματος της εκπαίδευσης και των δικαιωμάτων των εκπαιδευτικών! Οι μεγάλοι αγώνες είναι μπροστά μας! Η επιχείρηση διάλυσης της Δημόσιας δωρεάν παιδείας δεν θα περάσει!