Για την πολιτική διαχείρισης της λειτουργίας των σχολικών μονάδων Ειδικής Αγωγής. Για μια ακόμη φορά, τα παιδιά ΑμΕΑ και οι οικογένειές τους θύμα των ανεπαρκειών του εκπαιδευτικού και υγειονομικού συστήματος.

ΑΣΕ

Με την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς έκαναν την παρουσία τους και τα μεγάλα προβλήματα που αφορούσαν την διαχείριση της πανδημίας στα σχολεία. Προβλήματα που έχουν άμεση εξάρτηση, τόσο με την απαράδεκτη κατάσταση των σχολικών υποδομών προ πανδημίας, όσο με τα ανεπαρκή Μέσα Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ) και τα υγειονομικά πρωτόκολλα που δεν παίρνουν υπόψη τους την ελληνική σχολική πραγματικότητα. Τα Υπουργεία Παιδείας, Υγείας και πολιτικής προστασίας ως καθ’ ύλη αρμόδια για τη διαχείριση, αρκούνται σε αυτάρεσκες δηλώσεις που πολλές φορές παρουσιάζουν την πραγματικότητα με το κεφάλι κάτω και τα πόδια πάνω.

Η Ειδική Αγωγή για μια ακόμη φορά, θύμα των ανεπαρκειών του εκπαιδευτικού και υγειονομικού συστήματος. Καμία φροντίδα, καμιά διαφοροποίηση και καμιά εξειδίκευση από τα κυβερνητικά επιτελεία διαχείρισης του κορονοϊού, για τις δομές ειδικής αγωγής που με τα πρώτα ύποπτα κρούσματα έχουν φτάσει σε σημείο απόγνωσης, αδυνατώντας να ελέγξουν την κατάσταση.

Πριν απ’ οτιδήποτε άλλο, να πούμε ότι η θέση για «ΑΝΟΙΧΤΑ ΕΙΔΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ» είναι αδιαπραγμάτευτη, καθώς ήδη έχει χαθεί κατά την ανοιξιάτικη περίοδο, σημαντικός χρόνος από την εκπαίδευση των παιδιών ΑμΕΑ. Χρόνος που δύσκολα μπορεί να αναπληρωθεί, καθώς τα παιδιά ωριμάζοντας ηλικιακά και ψυχοκινητικά, «χάνουν» σημαντικά κομμάτια από το παζλ της εκπαίδευσής τους , σημαντικές κατακτήσεις και δεξιότητες που καταχτιόνται σε συγκεκριμένη ηλικία και αφορούν όλους τους τομείς της ανάπτυξής τους. Ωστόσο για να είναι οι δομές Ειδικής Αγωγής ανοιχτές – και προπάντων ασφαλείς – πρέπει να υπάρχουν αρκετές δικλείδες που θα διασφαλίζουν την απρόσκοπτη λειτουργία τους.

Παράγοντες που επηρεάζουν την ασφαλή λειτουργία των δομών Ειδικής Αγωγής σε συνθήκες πανδημίας.
Πριν προτείνουμε κάποια μέτρα που η ίδια η πραγματικότητα επιβάλλει, ας αναφέρουμε μερικά ζητήματα που πρέπει να παίρνονται υπόψη στη σύνταξη ενός Πρωτοκόλλου που θα διασφαλίζει τις συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας για μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς σε ένα Ειδικό Σχολείο:
• Το μεγαλύτερο ποσοστό των μαθητών έχει σοβαρά υποκείμενα νοσήματα (πχ επιληψίες, σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα, οργανικές ανεπάρκειες κλπ). Εκτός από τους μαθητές, πολλοί από τους γονείς τους έχουν οι ίδιοι σοβαρές παθήσεις ή αδυνατούν λόγω ψυχοκοινωνικών παραγόντων να διαχειριστούν καταστάσεις είτε ως προς την πρόληψη (τήρηση κανόνων υγιεινής διαβίωσης) είτε ως προς την αντιμετώπιση της ασθένειας όταν προκύψει (αδυναμία, να περιγράψουν στον γιατρό τη σοβαρότητα του προβλήματος, το ιστορικό εκδήλωσης της νόσου, τις επαφές κλπ). Ως εκ τούτου θα πρέπει να υπάρχει ειδική μέριμνα και σχέδιο παρέμβασης, τόσο για τον χώρο του σχολείου, όσο και για το χώρο που ζει και δραστηριοποιείται το παιδί, μετά από αυτό.
• Ένα μεγάλο μέρος των μαθητών δεν έχει λεκτική επικοινωνία. Πολύ δύσκολα αυτά τα παιδιά θα εξηγήσουν αυτονόητα σε μας πράγματα όπως ο πονοκέφαλος, ο πονόλαιμος, η αδιαθεσία. Πολύ περισσότερο που υποκείμενα νοσήματα μπορούν να δημιουργήσουν σύγχυση ως προς την εκτίμηση της νόσου (πχ χρόνιες λοιμώξεις του αναπνευστικού)

• Οι εκπαιδευτικοί σε μια μονάδα Ειδικής Αγωγής, είναι διαρκώς εκτεθειμένοι στην πανδημία. Πολλοί από αυτούς μάλιστα ανήκουν και σε ομάδες υψηλού κινδύνου, που προς τιμήν τους παρά τους κινδύνους, επιμένουν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους δια ζώσης, υποκινούμενοι από την ανιδιοτελή αγάπη προς τα παιδιά ΑμΕΑ. Οι εκπαιδευτικοί αυτοί εκ των πραγμάτων, κατά τη διάρκεια του μαθήματος, επιβάλλεται να βρίσκονται πολύ κοντά στα παιδιά. Κι αυτό δεν γίνεται από «αμέλεια» ή αποποίηση της «προσωπικής ευθύνης», αλλά γιατί δεν μπορεί να γίνει αλλιώς. Η παιδαγωγική παρέμβαση επιβάλλει, ο εκπαιδευτικός (κάθε ειδικότητας) να δίπλα στο παιδί, να το κρατάει από το χέρι και να το κατευθύνει στην εργασία, να το αγγίζει στο πρόσωπο και το στόμα (πχ στις ασκήσεις λογοθεραπείας), ή σε ολόκληρο το σώμα του (εργοθεραπεία, φυσικοθεραπεία, γυμναστική, δεξιότητες φαγητού, αυτοεξυπηρέτηση). Μέσα σε κάθε τμήμα ειδικού σχολείου, οι εκπαιδευτικοί εναλλάσσονται συνεχώς και σε καθημερινή βάση, εκπονούν προγράμματα συνδιδασκαλίας, είναι «κουβάρι» με τους μαθητές. Ας φανταστεί πχ κάποιος τη σκηνή διαχείρισης ενός σοβαρού επιληπτικού επεισοδίου (πολύ συνηθισμένου στα Ειδικά Σχολεία) που ταυτόχρονα μπορεί εν αγνοία όλων να είναι και θετικό στον κορονοϊό. Ο εκπαιδευτικός της τάξης, ο σχολικός νοσηλευτής, ο σχολικός φροντιστής είναι σίγουρο ότι θα εμπλακούν στο επεισόδιο και θα έρθουν σε επαφή με σωματικές εκκρίσεις του παιδιού, χωρίς εκείνη τη στιγμή να σκεφτούν την έκθεση του εαυτού τους σε κίνδυνο, καθώς αυτό που προέχει είναι, το παιδί να βγει από την κρίση υγιές. Σημειωτέον ότι ο μαθητής (όπως ορίζουν τα πρωτόκολλα αλλά και η πραγματικότητα) αδυνατεί να φορέσει μάσκα και ο εκπαιδευτικός συνήθως φοράει είτε – μόνο – μάσκα είτε – για εκπαιδευτικούς λόγους – την ειδική προσωπίδα.

• Οι μαθητές των δομών ΕΑ μεταφέρονται καθημερινά με μισθωμένα οχήματα και μάλιστα με αστικά ή υπεραστικά λεωφορεία και με ΤΑΞΙ, που όταν τους αφήνουν στο σχολείο, συνεχίζουν τα δρομολόγιά τους μέχρι το μεσημέρι που θα επιστρέψουν να τους παραλάβουν. Εκτός από τα παιδιά δηλαδή, ένας μεγάλος αριθμός ατόμων κατά τη διάρκεια της ημέρας θα χρησιμοποιήσει τα οχήματα αυτά, δημιουργώντας συνθήκες αμφίδρομης μετάδοσης του ιού
• Επιπλέον, οι μαθητές των Ειδικών Σχολείων, τις απογευματινές ώρες, παρακολουθούν προγράμματα Δημιουργικής Απασχόλησης με μαθητές άλλων Ειδικών Σχολείων, σε ιδιωτικές, Δημοτικές ή Δημόσιες δομές (ΚΔΑΠ ΑμΕΑ). Πραγματικά δεν θέλουμε να φανταστούμε τι θα γίνει, αν ένας ή περισσότεροι μαθητές, προκύψουν φορείς (συμπτωματικοί ή ασυμπτωματικοί) της ασθένειας. Μόνο με τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και τα ΚΔΑΠ, ο ιός θα επεκταθεί με ταχύτατους ρυθμούς στον γενικό πληθυσμό μιας πολύ μεγάλης περιοχής.

«Πρωτόκολλο διαχείρισης της πανδημίας στα Ειδικά Σχολεία: «Ο σώζων εαυτόν, σωθήτω»

Ας έρθουμε τώρα στην εμπειρία που προκύπτει από την μέχρι τώρα διαχείριση της πανδημίας στις Δομές Ειδικής Αγωγής.
Είναι αυτονόητο ότι τα σχολεία και οι εκπαιδευτικοί, με αυξημένο αίσθημα ευθύνης που πηγάζει τόσο από τον ρόλο του ενσυνείδητου εκπαιδευτικού, όσο και από την αγωνία για την προστασία των μαθητών και των αγαπημένων ανθρώπων του περιβάλλοντός τους, καταβάλλουν υπεράνθρωπες προσπάθειες για την τήρηση μέτρων υγιεινής και ασφάλειας. Σ’ αυτή τους την προσπάθεια είναι συχνά αβοήθητοι από τη μεριά της πολιτείας και των αρμόδιων υπουργείων, γεγονός που δημιουργεί αισθήματα οργής και θυμού.

Ας αναφέρουμε ένα περιστατικό διαχείρισης ενός ύποπτου κρούσματος:
Με την εκδήλωση των συμπτωμάτων (υψηλός πυρετός, διάρροια, εμετός) ο υπεύθυνος διαχείρισης (συνήθως ο Διευθυντής), με τον σχολικό νοσηλευτή (εφόσον υπάρχει), τηρώντας τα προβλεπόμενα μέτρα, απομονώνουν το παιδί στον ειδικό χώρο (εφόσον κι αυτός υπάρχει). Ενημερώνεται η Διεύθυνση Εκπαίδευσης και καλούνται οι γονείς να παραλάβουν το παιδί τους από το σχολείο. Μέχρις εδώ όλα πηγαίνουν ρολόι και οι εκπαιδευτικοί επιτελούν με συνέπεια το καθήκον τους. Από εδώ και πέρα θα έπρεπε να αναλαμβάνει η πολιτεία τη δική της ευθύνη, και παίρνοντας υπόψη όλα όσα τέθηκαν παραπάνω να προβεί στα εξής βήματα:

Α) Άμεση επίσκεψη κλιμακίου του ΕΟΔΥ για διερεύνηση με τεστ ΣΕ ΟΛΟΝ ΤΟΝ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ, της διασποράς μέσα στη σχολική μονάδα. Το κλιμάκιο θα πρέπει να είναι ενήμερο για τις συνθήκες λειτουργίας της δομής, και κυρίως για το ότι έχει να διαχειριστεί μεγάλο αριθμό ατόμων που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου, που διατρέχουν δηλαδή κίνδυνο ακόμα και για τη ζωή τους.
Β) Ιχνηλάτηση των επαφών και των χώρων που δραστηριοποιήθηκε τα τελευταία 24/ωρα ο μαθητής και μέτρα για τον περιορισμό πιθανής διασποράς από αυτούς. Πχ Τεστ σε άτομα των δομών ΚΔΑΠ που πηγαίνει ο μαθητής, απολύμανση χώρων και ΜΜΜ που χρησιμοποίησε κλπ.
Γ) Αν προκύψει από τα τεστ διασπορά, κλείσιμο και καραντίνα στους χώρους που διαπιστώθηκε.
Δ) Πρόσθετα μέτρα στήριξης των οικογενειών των παιδιών με Κοινωνικούς Λειτουργούς, Νοσηλευτές, Φροντιστές κλπ. που εκτός των άλλων θα αναλάβουν και την διαχείριση της πορείας αποκατάστασης της υγείας στα νοσηλευτικά ιδρύματα.

Αντί για τα παραπάνω που είναι αυτονόητα, οι εκπαιδευτικοί των ειδικών σχολείων βρίσκονται αντιμέτωποι με καταστάσεις κυριολεκτικά τριτοκοσμικές, όπου προσπαθούν να βρουν κάποιο «μέσον», να αξιοποιήσουν κάποια γνωριμία στα νοσοκομεία, για να παραπέμψουν για τεστ τον μαθητή με ύποπτα συμπτώματα, όταν σχολίατροι δεν υπάρχουν και οι ιδιώτες γιατροί την μόνη οδηγία που δίνουν (χωρίς φυσικά να εξετάσουν τον μαθητή) είναι «10 μέρες περιορισμός στο σπίτι».

Αλήθεια δεν μπορεί κανένας από τους αρμόδιους να συναισθανθεί ότι επιβάλλεται να γίνει γρήγορα η γνωμάτευση (τεστ) για να μπορέσει να προστατευτεί και ο υπόλοιπος πληθυσμός; Ποιος αλήθεια θα αναλάβει την ευθύνη σε περίπτωση κάποιας σοβαρής επιπλοκής σε ένα παιδί, στον γονέα του ή σε έναν εκπαιδευτικό του σχολείου; Είναι επιστημονική η προσέγγιση που λέει: κάθισε στο σπίτι σου με πυρετό, διάρροια, εμετό και …«όποιον πάρει ο Χάρος» κυριολεκτικά;

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΙΔΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΑΝΟΙΧΤΑ, ΜΕ ΥΓΙΕΙΝΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ.
Δεν μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι ότι ξαφνικά η κυβέρνηση και το Υπουργείο Παιδείας θα αποφασίσει να σκύψει πάνω στα προβλήματα της Ειδικής Αγωγής και θα δρομολογήσει τις λύσεις που επιτακτικά απαιτεί η σημερινή δύσκολη πραγματικότητα. Χρόνια τώρα, το εκπαιδευτικό, το γονεϊκό και το αναπηρικό κίνημα απαιτούν ουσιαστικά μέτρα για την αναβάθμιση της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης. Σίγουρα οι αγώνες αυτοί έχουν φέρει σημαντικές κατακτήσεις, όπως για παράδειγμα οι πρόσφατοι διορισμοί εκπαιδευτικών στα Ειδικά Σχολεία που δεν χαρίστηκαν από κανέναν. Το γεγονός ότι αυτοί οι διορισμοί αποτέλεσαν προεκλογικές υποσχέσεις κοντά δέκα χρόνων και είναι πολύ κάτω από τις πραγματικές ανάγκες, μάλλον συναισθήματα ντροπής πρέπει να επιφέρει και όχι πανηγυρισμών.
Ξεχωρίζουμε κάποια μέτρα για τις δομές Ειδικής Αγωγής, ως απόλυτα άμεση αναγκαιότητα, προκειμένου να μην φτάσουμε στα επίπεδα των ΗΠΑ και της Ιταλίας, να μετρούμε δηλαδή φέρετρα, τα οποία η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι κυρίως προέρχονται από τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες:
• Μείωση μαθητών ανά τμήμα στα Ειδικά σχολεία. Είναι απαράδεκτο να λειτουργούν τμήματα με περισσότερα από 5 παιδιά με σοβαρές παθήσεις και σε χώρους πολύ λίγων τετραγωνικών. Κατάργηση του κατώτατου αριθμού μαθητών (4) στα τμήματα των Ειδικών Σχολείων. Ο αριθμός να ορίζεται με βάση τις εκπαιδευτικές ανάγκες.
• Δημιουργία Σχολιατρικής Υπηρεσίας και στελέχωσή της με τον απαραίτητο αριθμό γιατρών ώστε να καλύπτουν όλα τα σχολεία (Γενικά και Ειδικά). Η Σχολιατρική Υπηρεσία θα λύσει όλα τα ζητήματα αντιμετώπισης επιδημιών στα σχολεία και της άμεσης υγειονομικής παρέμβασης για να μην υπάρχει εξάπλωση.
• Τοποθέτηση σε όλα τα σχολεία σχολικών νοσηλευτών.
• Μαζικά, δωρεάν και επαναλαμβανόμενα τεστ για εκπαιδευτικού και μαθητές.
• Εξασφάλιση επάρκειας σε μέσα ατομικής προστασίας
• Αύξηση του προσωπικού καθαριότητας και τοποθέτηση με μόνιμη σχέση εργασίας καθαριστριών σε όλα τα Ειδικά σχολεία με αποκλειστική απασχόληση σε αυτά.
• Αποκλειστικά Δημόσιες και Δωρεάν σχολικές μεταφορές με οχήματα που θα είναι αποκλειστικής χρήσης από τα σχολεία. Όσο κι αν φαντάζει ουτοπικό το αίτημα αυτό, τα ιδιωτικά σχολεία που έχουν δικά τους σχολικά λεωφορεία αποδεικνύουν ότι το αίτημα είναι απόλυτα εφικτό, αν υπάρχει πολιτική βούληση.