Γράφει ο Θόδωρος Νταφούλης

Με τη διαδικασία του κατεπείγοντος κατεβαίνει,τούτες τις μέρες, για ψήφιση στη βουλή το Ν/Σ για τις αλλαγές στην παιδεία. Αναρωτιέται κανείς γιατί τόση βιασύνη, γιατί χωρίς διάλογο με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, τις ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών και τους πολίτες και γιατί οι αλλαγές εστιάζονται μόνο σε ορισμένα θέματα, ενώ είναι κοινά αποδεκτό ότι η εκπαίδευση θέλει πολλές αλλαγές, σχεδόν στο σύνολο των βαθμίδων της.

Το συλλογικό λαϊκό …απωθημένο της αριστερής διακυβέρνησης του τόπου, εκφράστηκε με σχεδόν νομοτελειακό τρόπο το Χειμώνα του 2015, δημιουργώντας προσδοκίες όχι μόνο ανάσας αλλά …διαρκούς αναπνοής με αξιοπρέπεια. Οι απερισκεψίες όμως «εν τοις νομοθετήμασι» κινδυνεύουν να συκοφαντήσουν την ελπίδα! Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Ν/Σ για την εκπαίδευση.

Ως πρώην πρόεδρος της ΕΛΜΕ Ν. Λάρισας και πρώην αιρετός στο ΠΥΣΔΕ Ν. Λάρισας θα ήθελα να καταθέσω κάποιες απόψεις για τις προβλεπόμενες τροπολογίες σχετικά με τις κρίσεις των στελεχών της εκπαίδευσης, μήπως και τις προσέξει κανείς…

1. Η διαδικασία ξεκινάει ανάποδα. Έπρεπε να γίνουν πρώτα οι κρίσεις των σχολικών συμβούλων, μετά των διευθυντών εκπαίδευσης και στη συνέχεια των διευθυντών σχολικών μονάδων και των υποδιευθυντών ή των υπευθύνων στις δομές εκπαιδευτικών δράσεων, διότι με αυτή τη σειρά περίπου κατατάσσονται, ανάλογα με το πλήθος των τυπικών προσόντων τους, οι ενδιαφερόμενοι. Με τον τρόπο αυτό, εφόσον η «πυραμίδα» συμπληρώνονταν από πάνω προς τα κάτω, δεν θα δημιουργούνταν η ανάγκη συνεχών αλλαγών στο μέλλον στη διεύθυνση των σχολείων, κάθε φορά που κάποιος ήδη τοποθετημένος διευθυντής σχολείου θα αναβαθμίζονταν σε σχολικό σύμβουλο ή διευθυντή εκπαίδευσης, οπότε η διαδικασία, όπως προβλέπεται στις τροπολογίες του Ν/Σ θα πρέπει να τρέξουν ξανά και ξανά σ’ αυτά τα σχολεία που θ’ αλλάξουν διευθυντή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις αλλαγές στο ωρολόγιο πρόγραμμα, τις μετακινήσεις καθηγητών ανάλογης ειδικότητας, τους συνυποψήφιους διευθυντές, τα κενά και τις χαμένες διδακτικές ώρες.

2. Το θετικό μέτρο της ψηφοφορίας – αξιολόγησης του υποψήφιου διευθυντή από το σύλλογο διδασκόντων (φαντάζομαι του τρέχοντος σχολικού έτους), αναβαθμίζει το ρόλο του συλλόγου και καλά κάνει, αλλά η ψηφοφορία χωρίς κριτήρια θα κινδυνεύσει να μετατραπεί σε μια ρηχή, όχι μόνο πολιτική – λαϊκίστικη αλλά και κάθε είδους συμφεροντολογική εκλογή του διευθυντή, με απρόβλεπτες συνέπειες τόσο για τη συνοχή του συλλόγου διδασκόντων του κάθε σχολείου, όσο και για τη συμπεριφορά και λειτουργία του διευθυντή στο μέλλον, ιδιαιτέρως αν δεν τυγχάνει της έγκρισης του συλλόγου. Ανάλογη εμπειρία απέκτησαν κάποιοι σύλλογοι διδασκόντων με τις επιλογές υποδιευθυντών, σύμφωνα με το νόμο 3848/2010. Εδώ πρέπει να εξεταστεί επιστημονικά κατά πόσο ένα πολιτικό εργαλείο, όπως η ψηφοφορία, μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά στην επιλογή υπεύθυνου υπηρεσιακού στελεχιακού δυναμικού, όπως είναι τα εκτελεστικά όργανα ενός σχολείου, σε ένα συγκεντρωτικό, σχεδόν απόλυτα ελεγχόμενο, εκπαιδευτικό σύστημα, όπως είναι το ελληνικό. Αναδεικνύουν άραγε πάντα οι εκλογές τους αξιότερους;

Εκτός όμως από τα παραπάνω μήπως μπαίνει έτσι η αξιολόγηση από την πίσω πόρτα στο σχολείο; Μήπως μάλιστα θα κληθούν να την εφαρμόσουν πρώτοι εκείνοι που αντιδρούσαν περισσότερο, θεωρώντας ότι θα μείνουν στο απυρόβλητο; Η ζωή πάντως έχει πολλά γυρίσματα! Για παράδειγμα οι νυν διευθυντές σχολείων, αν παρακολουθήσει κανείς τα πολιτικά δεδομένα της τρέχουσας θητείας τους, μάλλον θα πρέπει να είναι στα όρια νευρικής κρίσης, διότι , ξεκίνησαν ως πιθανοί μάνατζερ το 2011, επί Διαμαντοπούλου, μετατράπηκαν (ευτυχώς θεωρητικά) σε αυστηρούς αξιολογητές, με αποφασιστικές μάλιστα αρμοδιότητες για τον εργασιακό βίο των συναδέλφων, επί Αρβανιτόπουλου και καταλήγουν τώρα ταπεινοί αξιολογούμενοι, επί Μπαλτά – Κουράκη ! Και κωμωδία …και δράμα !

3. Δεν υπάρχει αναλογική – αντικειμενική αποτίμηση σε μόρια όλων των τυπικών προσόντων του κάθε υποψήφιου. Και όταν λέμε όλων εννοούμε όλων. Από μια απλή πολύωρη επιμόρφωση μέχρι το διδακτορικό. Δηλαδή η δια βίου μάθηση, η διάθεση αυτοβελτίωσης, ενημέρωσης και εξέλιξης ενός εργαζόμενου επιστήμονα, όπως είναι ο εκπαιδευτικός, στην πορεία των χρόνων της υπηρεσίας του, δεν θα πρέπει να είναι αντικειμενικό κριτήριο της αξιολόγησής του; Δεν είναι επιπόλαιο, σχεδόν …κομπλεξικό να μην μοριοδοτούνται τα μεταπτυχιακά ενός έτους ή οι τρίμηνες ή οι εξάμηνες ή οι ετήσιες επιμορφώσεις, που αρκετές από αυτές οργανώνονταν από το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας ή ήταν υπό την αιγίδα των Πανεπιστημίων; Τέτοια απαξίωση του ενδιαφέροντος για την παρακολούθηση των επίκαιρων επιστημονικών εξελίξεων; Θεωρούνται επαρκείς οι γνώσεις μόνου του πτυχίου, ας πούμε, μετά από τριάντα χρόνια υπηρεσίας;

4. Γιατί θητεία δύο χρόνων και γιατί υποψηφιότητα του διευθυντή σε δύο μόνο σχολεία; Το χρονικό διάστημα είναι πολύ μικρό για παραγωγή έργου. Μήπως, εκ του πονηρού, για να μην προλάβουν να βγουν οι αποφάσεις των διοικητικών δικαστηρίων, κατόπιν των προσφυγών που θα γίνουν σίγουρα και εκπέσουν αρκετές από τις τοποθετήσεις των διευθυντών, αλλά στο μεταξύ να προλάβουν να πάρουν διοικητική προϋπηρεσία οι ευνοούμενοι από κάποιες , ενδεχομένως και πολιτικές κλίκες; Πως θα ψηφίσουν οι σύλλογοι υποψήφιους που δεν γνώρισαν τον τρόπο που διευθύνουν ένα σχολείο ή συνυπηρέτησαν πριν από πέντε χρόνια;

5. Το χρονικό διάστημα είναι πολύ μικρό για ένα τόσο σημαντικό και κοπιώδες εγχείρημα, όπως είναι οι κρίσεις των στελεχών της εκπαίδευσης, μάλιστα χωρίς έτοιμο νόμο και ενώ έχουν αρχίσει οι διαδικασίες των πανελληνίων εξετάσεων που απασχολούν ούτως ή άλλως, με καθοριστικό τρόπο, τις υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας ανά την Ελλάδα. Ίσως ήταν καλύτερο να γίνει παράταση της θητείας των στελεχών για ένα έτος, ώστε να δοθεί η δυνατότητα δημιουργίας ενός δίκαιου, αντικειμενικού και ολοκληρωμένου νομοθετικού πλαισίου. Εξάλλου η προβλεπόμενη ταυτόχρονη λήξη της θητείας όλων των στελεχών της εκπαίδευσης στο τέλος Ιουλίου του 2015, όπως προέβλεπε ο νόμος 3848/2010, ήταν από μόνη της ένα πρόβλημα. Θεωρώ ότι τα ανώτερα ιεραρχικά στελέχη θα πρέπει να έχουν διανύσει ήδη ένα μέρος της θητείας τους για να διασφαλίζεται η ομαλή λειτουργία των σχολείων, όταν θα επιλέγονται τα νεώτερα κατώτερα στελέχη. Αν ξεκινούν όλοι,καινούργιοι από την αρχή, η απειρία τους θα δημιουργήσει προβλήματα στο σύστημα αλλά και στους ίδιους.

Κλείνοντας, αν και θα μπορούσε κανείς πολλά ακόμα να πει, η εμπειρία λέει ότι οι κρίσεις των στελεχών της εκπαίδευσης είναι μια πολύ σοβαρή και «επικίνδυνη» διαδικασία. Είναι κρίσεις επιστημόνων, κρίσεις προσωπικοτήτων, κρίσεις που θα έχουν συνέπειες θετικές ή αρνητικές σε εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές, στην ανάπτυξη και την πρόοδο της ίδιας της κοινωνίας, γι΄ αυτό πρέπει να γίνονται αφού πρώτα διαμορφωθεί ένα σχολαστικά ελεγμένο αδιάβλητο και δίκαιο νομοθετικό πλαίσιο, έτσι ώστε ν’ αποφευχθούν οι πιθανότητες αδικιών, απογοητεύσεων και νομικών ταλαιπωριών των εμπλεκομένων. Η βιασύνη και η προχειρότητα οδηγούν σε απερισκεψίες και η απογοήτευση στο χώρο της εκπαίδευσης έχει σαφέστατο πολιτικό αντίκτυπο όχι μόνο στο χώρο της εκπαίδευσης αλλά και στην κοινωνία. Δεν …ταιριάζει! Δείτε τι έπαθαν οι προηγούμενοι… Χρειάζονται άμεσα διορθωτικές παρεμβάσεις και αναβολή της ψήφισης του Ν/Σ, μέχρι της τελικής και ολοκληρωμένης επεξεργασίας με τους όρους που προαναφέρθηκαν.

*Ο Θόδωρος Νταφούλης Λάρισα είναι π. Αιρετός στο ΠΥΣΔΕ Ν. Λάρισας, π. Πρόεδρος στην ΕΛΜΕ Ν. Λάρισας, Δντής στο Γυμνάσιο Πλατυκάμπου , Φιλόλογος, MSc στη Σχολ. Ψυχολογία & MSc στη Διοίκηση Σχολ. Μονάδων