«Η Ιατρική Ακριβείας είναι ένα καινούργιο υπόδειγμα Ιατρικής που βασίζεται στην κατανόηση της μοναδικότητας κάθε ξεχωριστού ασθενούς. Δεν μιλάμε για τον καρκίνο του πνεύμονα, μιλάμε για τον συγκεκριμένο ασθενή, που έχει τον συγκεκριμένο τύπο καρκίνου του πνεύμονα, άρα οι παρεμβάσεις είναι πολύ πιο ειδικές και αυτό έχει δύο πολύ πιο ευεργετικά αποτελέσματα.

Το ένα οδηγεί, λόγω της καλύτερης επιλογής της θεραπείας σε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητά της, το δεύτερο, καθώς η θεραπεία είναι πιο ειδική, στο ότι οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι γενικά λιγότερες», είναι ο τρόπος με τον οποίο περιγράφει τη βάση του τεχνολογικού εργαλείου που ονομάζεται Ιατρική Ακριβείας ο δρ. Κώστας Σταματόπουλος, διευθυντής στο Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Βιοεπιστημών του ΕΚΕΤΑ και συντονιστής του Εθνικού Δικτύου Ιατρικής Ακριβείας (ΕΔΙΑ)*.

Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ- ΜΠΕ, «Πρακτορείο 104,9 FM», ο κ. Σταματόπουλος απαντά σε ένα καίριο ερώτημα που αφορά τη δημιουργία ενδεχομένως μιας ειδικής, εξατομικευμένης θεραπείας για κάθε ασθενή. «Ενώ μεν απέχουμε από το να φτιαχτεί ένα φάρμακο για κάθε άρρωστο, σήμερα πηγαίνουμε σε μια νέα φάση, χάρη στην καλύτερη κατανόηση των μηχανισμών που προκαλούν τις ανθρώπινες ασθένειες, σήμερα μπορούμε και χρησιμοποιούμε ειδικά φάρμακα για ειδικές βλάβες», επισημαίνει ο Έλληνας επιστήμονας που τονίζει πως με αυτό τον τρόπο «οι παρεμβάσεις των ιατρών είναι πολύ πιο ακριβείς» και από αυτή την πολύ πιο εστιασμένη στόχευση έρχεται και ο συγκεκριμένος, σχετικά νέος, αυτός όρος της Ιατρικής Ακριβείας.

«Ο στόχος της ανάλυσής μας με τις καινούργιες αυτές μεθόδους είναι το DNA»

«Ο καρκίνος είναι ένα νόσημα που δημιουργείται από την απορρύθμιση της λειτουργίας των κυττάρων, μια απορρύθμιση που οφείλεται πολύ συχνά σε βλάβες του DNA. Υπάρχουν και άλλοι μηχανισμοί, αλλά γενικά αυτή η απορρύθμιση είναι η βάση της ασθένειας, συχνά μια διαταραχή δηλαδή στα γράμματα -όπως μπορούμε να το πούμε- του DNA που είναι το βιβλίο της ζωής», αναφέρει ο συντονιστής του Εθνικού Δικτύου Ιατρικής Ακριβείας και περιγράφει τις νέες τεχνολογικές ανακαλύψεις στον τομέα και το πώς αυτές γίνονται η βάση για μια καλύτερη αποθεραπεία όπως και ποιότητα ζωής.

«Αυτό που συμβαίνει είναι πως τα τελευταία χρόνια εξελίχθηκαν πολύ οι μέθοδοι με τις οποίες μπορούμε να διαβάζουμε αυτό το βιβλίο, και την ίδια ώρα μπορούμε να διαβάζουμε και μεγάλα κομμάτια του βιβλίου, και να αποκτούμε και πληροφορία τόσο μεγάλη και βαθιά ώστε να αποκαλύπτονται καινούργιες βλάβες», τονίζει ο κ. Σταματόπουλος. Απαντώντας δε στο αίτημα ασθενών για μια πιο αποτελεσματική διαδικασία αποθεραπείας τους με αυτές τις νέες τεχνολογίες που βρίσκουν εφαρμογή στις Επιστήμες της Υγείας, ο διευθυντής στο Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Βιοεπιστημών του ΕΚΕΤΑ σημειώνει: «Μπορούμε να στοχεύουμε, να αναπτύσσουμε φάρμακα ειδικά για αυτές τις βλάβες και έτσι να πετυχαίνουμε καλύτερο αποτέλεσμα».

«Υπάρχουν νοσήματα που πριν από 25 χρόνια θεωρούσαμε ανίατα και σήμερα είναι νοσήματα που θεωρούμε πως θεραπεύονται»

Η σημαντική εξέλιξη των τελευταίων ετών είναι, όπως τονίζει στο ραδιόφωνο του ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Σταματόπουλος, πως πλέον υπάρχει εφαρμογή της Ιατρικής Ακριβείας από τους ιατρούς: «Έχουμε φτάσει σε κλινική εφαρμογή», σημειώνει με έμφαση ο συντονιστής του ΕΔΙΑ. «Επειδή ο καρκίνος δεν είναι ένα νόσημα, αλλά εκατοντάδες, η πρόοδος είναι διαφορετική και ποικίλει κατά περίπτωση. Υπάρχουν νοσήματα που πριν από 25 χρόνια τα θεωρούσαμε ανίατα και φοβόμασταν, καθώς είχαμε να αντιμετωπίσουμε μια ακόμη δύσκολη περίπτωση και σήμερα είναι νοσήματα που θεωρούμε πως θεραπεύονται και θεραπεύονται με θεραπείες οι οποίες είναι σχετικά απλές», αναφέρει σπεύδοντας να επεξηγήσει πως η εφαρμογή των νέων αυτών εξελίξεων είναι η πορεία προς έναν τελικό στόχο: «Διαφέρει κατά περίπτωση (σ.σ η εφαρμογή του τεχνολογικού εργαλείου της Ιατρικής Ακριβείας), θα ήταν επικίνδυνη γενίκευση, θα ήταν λάθος να λέγαμε πως ναι, έχουμε βρει τη λύση για την αντιμετώπιση και τη ίαση του καρκίνου αλλά ο στόχος και οι προσπάθειές μας οδεύουν προς τα εκεί», σημειώνει ο δρ. Σταματόπουλος.

Η άμεση πρακτική εφαρμογή και το στοίχημα της εισαγωγής στην καθημερινή κλινική ρουτίνα

Μπορεί ο όρος Ιατρική Ακριβείας να αναφέρεται σε μια νέα προσέγγιση της ιατρικής που αξιοποιεί, όπως εξηγείται από το ΕΔΙΑ, την πληροφορία σχετικά με το γενετικό υπόστρωμα και τα κλινικά ευρήματα κάθε ξεχωριστού ασθενούς ώστε να προσαρμόσει τη θεραπεία και την περίθαλψή του στις ιδιαίτερες ανάγκες του, η προοπτική, ωστόσο της ευρείας εφαρμογής αυτής της έννοιας ενισχύθηκε εντυπωσιακά χάρη στις πρόσφατες εξελίξεις στον τομέα της βιοτεχνολογίας όπως η αποκωδικοποίηση της αλληλουχίας του ανθρώπινου γονιδιώματος.

«Ναι, είναι ένα τεχνολογικό εργαλείο με άμεση εφαρμογή. Στην Ελλάδα και διεθνώς αξιοποιούμε τις πληροφορίες που παίρνουμε από τις εξετάσεις για να πούμε ότι ο άρρωστος που έχει τη συγκεκριμένη βλάβη θα πάρει αυτό το φάρμακο και όχι κάποιο άλλο. Αυτό είναι η κλινική εφαρμογή», τονίζει ο κ. Σταματόπουλος για να προσθέσει τον τελικό στόχο: «Το μεγάλο, παγκόσμιο στοίχημα είναι πως θα εισαχθεί στην καθημερινή πρακτική της Ιατρικής, στην καθημερινή κλινική ρουτίνα όπως αποκαλούμε αυτή τη νέα τεχνολογία. Αυτό είναι και αντικείμενο του Εθνικού Δικτύου Ιατρικής Ακριβείας, ένα δίκτυο που διάγει τον δεύτερο χρόνο λειτουργίας του με πολύ καλά αποτελέσματα μέχρι στιγμής».

Στόχος της λειτουργίας του ΕΔΙΑ όπως έχει δηλωθεί από τη στιγμή της δημιουργίας του είναι να αναβαθμίσει καθοριστικά την περίθαλψη των ασθενών με καρκίνο, να συνδράμει στην επιλογή στοχευμένης θεραπείας με βάση τις ιδιαίτερες βλάβες του DNA των καρκινικών κυττάρων του κάθε ασθενούς. Παράλληλα, θα επιτρέψει την ανίχνευση γενετικής προδιάθεσης καρκίνου σε υγιή άτομα με οικογενειακό ιστορικό και την έγκαιρη εφαρμογή κατάλληλης πρόληψης. «Ο καρκίνος είναι ένα νόσημα όπως και άλλα νοσήματα, θα το παλέψουμε και αυτό όπως πρέπει να παλέψουμε με τα άλλα», καταλήγει μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Συντονιστής Εθνικού Δικτύου Ιατρικής Ακριβείας (ΕΔΙΑ), ο οποίος, μάλιστα, σπεύδει να σημειώσει πως ο ίδιος πλέον, δεν θεωρεί αποδεκτό ως ορθό τον χαρακτηρισμό της νόσου ως «επάρατης».

Σωτήρης Κυριακίδης

* Το Εθνικό Δίκτυο Ιατρικής Ακριβείας (ΕΔΙΑ) ιδρύθηκε στις 17/05/2018 με πρωτοβουλία του Τομέα Έρευνας και Καινοτομίας του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων (ΥΠΠΕΘ) σε στενή συνεργασία με το Υπουργείο Υγείας, στο πλαίσιο της πολιτικής των Εμβληματικών Πρωτοβουλιών που πραγματοποιεί το ΥΠΠΕΘ για ερευνητικές δράσεις σε επιστημονικούς τομείς με άμεσο κοινωνικό όφελος και ενδιαφέρον. Αποτελεί ένα δίκτυο ερευνητικών φορέων και ογκολογικών κλινικών που εποπτεύεται από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Καινοτομίας (ΓΓΕΤ), το οποίο στοχεύει στον συντονισμό και αξιοποίηση ολόκληρου του επιστημονικού δυναμικού της χώρας που δραστηριοποιείται στον αναδυόμενο αυτόν τομέα της Ιατρικής.

Κομβικός σκοπός του ΕΔΙΑ αναφέρεται πως είναι η διασύνδεσή του με το Δημόσιο Σύστημα Υγείας και η προσφορά σύγχρονων διαγνωστικών υπηρεσιών Υγείας υψηλής ποιότητας στους πολίτες, αναβαθμίζοντας τη διάγνωση, την πρόβλεψη της έκβασης και τη στοχευμένη θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών με καρκίνο. Παράλληλα, το Δίκτυο θα διενεργεί ερευνητικές μελέτες για την ανακάλυψη νέων προβλεπτικών/προγνωστικών δεικτών για την επιλογή και παρακολούθηση της θεραπείας, νέων θεραπευτικών στόχων και μελετών επιδημιολογικού χαρακτήρα. Η «στοχεύουσα» θεραπεία καθοδηγείται και προωθείται από μοριακές διαγνωστικές προσεγγίσεις που επιτρέπουν να αναγνωριστούν οι ασθενείς που θα ωφεληθούν περισσότερο από τη συγκεκριμένη θεραπεία. Πρόσφατες τεχνολογικές εξελίξεις, οδήγησαν στην εισαγωγή της αλληλούχησης νέας γενιάς (next generation sequencing, NGS) στην κλινική μοριακή διαγνωστική, ανοίγοντας τον δρόμο σε μια δραστική αλλαγή πρακτικής στην ιατρική μέριμνα.

Στο ΕΔΙΑ συμμετέχουν, όπως τονίζεται από το εν λόγω Εθνικό Δίκτυο, κορυφαίοι εθνικοί, ερευνητικοί και ακαδημαϊκοί φορείς που εξειδικεύονται στην έρευνα και τις κλινικές εφαρμογές από τα πεδία της Μοριακής Βιολογίας, της Ιατρικής και της (Βιο)Πληροφορικής. Στην πρώτη φάση ανάπτυξης του Δικτύου δίνεται έμφαση στην ανάπτυξη διαγνωστικής επάρκειας, στη διαπίστευση και πιστοποίηση διαδικασιών και σε διαγνωστικές εφαρμογές με τη δημιουργία τεσσάρων Μονάδων Ιατρικής Ακριβείας (ΜΙΑ), δύο στην Αθήνα, μια στο Ηράκλειο Κρήτης και μια στη Θεσσαλονίκη. Στην επομένη φάση θα οριστούν με συγκεκριμένες διαδικασίες και προϋποθέσεις οι ερευνητικές δραστηριότητες του Δικτύου με βάση το ερευνητικό ενδιαφέρον των ΜΙΑ, την πιθανότητα εύρεσης χρηματοδότησης αλλά και την ανάγκη περαιτέρω επέκτασής του και συνεργασίας με Κλινικές Ογκολογίας/Αιματολογίας.