Νέο κάλεσμα του υπουργείο υγείας, σε και ειδικά σε αναισθησιολόγους, να εργασθούν έναντι αμοιβής στο ΕΣΥ για να καλυφθούν τα κενά.

Νέο κάλεσμα σε αναισθησιολόγους

Σύμφωνα με το ΈΘΝΟΣ,  το μήνυμα του είναι πως αν δεν βρεθεί ο απαραίτητος αριθμός γιατρών παραμένει ανοικτό και πάλι το ενδεχόμενο να «επιστρατευθούν» εκ νέου ιδιώτες, κάτι που είχε γίνει πριν μερικούς μήνες εν μέσω πανδημίας. Το πρόβλημα αφορά κυρίως στους αναισθησιολόγους που παρουσιάζουν σοβαρές ελλείψεις στα δημόσια νοσοκομεία με αποτέλεσμα να καθυστερούν ακόμη και χειρουργεία.

«Πιστεύουμε ότι τα κίνητρα αυτά θα φέρουν παραπάνω κόσμο και δεν θα χρειαστεί να υποχρεώσουμε ιατρούς να μπουν στο σύστημα» δήλωσε χαρακτηριστικά ο υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης. Πάντως φαίνεται ότι προς ώρας έχει ξεκινήσει διάλογος μεταξύ του υπουργείου Υγείας και των Ιατρικών Συλλόγων για την ανεύρεση του απαραίτητου αριθμού των γιατρών.

Αξιοσημείωτο είναι ότι οι ελλείψεις γιατρών στο τόσο των αναισθησιολόγων όσο και άλλων ειδικοτήτων, σχετίζεται και με την αποχώρηση του ιατρικού προσωπικού με προορισμό άλλες Ευρωπαϊκές χώρες όπου οι αμοιβές είναι ακόμη και πενταπλάσιες σε σύγκριση με την Ελλάδα. Με βάση τα στοιχεία, περίπου 20.000 γιατροί έφυγαν τα χρόνια της κρίσης για το εξωτερικό με προορισμό χώρες όπως Γερμανία Αγγλία κ.α.

Το πρόβλημα όμως με τις καθυστερήσεις στα χειρουργεία παραμένει στο ΕΣΥ. Πρόβλημα που ενισχύθηκε λόγω της προτεραιότητας που δόθηκε στα περιστατικά του όλο το προηγούμενο διάστημα αλλά και της έλλειψης αναισθησιολόγων.

Παρότι σήμερα η οδηγία που έχει δοθεί από το υπουργείο Υγείας είναι να πραγματοποιούνται σιγά σιγά όλες οι επεμβάσεις στα δημόσια νοσοκομεία και να μην μεταχρονολογούνται λόγω του κορονοϊού, προκειμένου να μειωθεί και η αναμονή στις λίστες χειρουργείων (λίστες προτεραιότητας), υπάρχουν περιπτώσεις που για να προγραμματίσει κανείς ραντεβού για λεγόμενο “ψυχρό” περιστατικό, μπορεί να χρειασθεί να περάσει ακόμη και ένας χρόνος.

Όπως χαρακτηριστικά έχει καταγγείλει η Ομοσπονδία των Νοσοκομειακών Γιατρών (ΟΕΝΓΕ): «Η αναμονή για τα απλά ιατρικά ραντεβού και για τα προγραμματισμένα χειρουργεία φτάνουν και ξεπερνούν σε αρκετές περιπτώσεις το ένα έτος, σπρώχνοντας τους ασθενείς στους ιδιωτικούς ομίλους της υγείας».