Ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Υπουργός Επικρατείας, Κωστής Χατζηδάκης, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα, υπογράμμισε ότι ζητήματα όπως η αξιολόγηση, η αξιοκρατία και η λογοδοσία στη δημόσια διοίκηση δεν μπορούν να αγνοηθούν και πρέπει να τεθούν σε δημόσια συζήτηση.
Όπως ανέφερε, για το συγκεκριμένο θέμα θα υπάρξει τοποθέτηση από τον Πρωθυπουργό και συνολικά από τη Νέα Δημοκρατία στο πλαίσιο της συνταγματικής αναθεώρησης, χωρίς ο ίδιος να θέλει να προκαταλάβει τη θέση της κυβέρνησης. Επισήμανε, πάντως, ότι τα ποσοστά της κοινής γνώμης είναι μεγάλα και το θέμα ιδιαίτερα σοβαρό.
Δείτε επίσης Θεμιστοκλέους για αξιολόγηση νοσοκομείων: Αν δεν υπάρχει βελτίωση θα παύεται ο διοικητής
Σε σχέση με τη στήριξη που καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις για την άρση της μονιμότητας στο Δημόσιο, δήλωσε ότι προσωπικά δεν εκπλήσσεται, καθώς οι σχετικές συζητήσεις είναι διαδεδομένες εδώ και χρόνια. Θύμισε ότι παλαιότερη προσπάθεια της Νέας Δημοκρατίας για συνταγματική αναθεώρηση δεν προχώρησε, καθώς υπήρξε αντίδραση από τα υπόλοιπα κόμματα.
Απαντώντας στην κριτική για την απουσία ουσιαστικής αξιολόγησης στο Δημόσιο πριν τεθεί θέμα μονιμότητας, ανέφερε ότι έχουν γίνει βήματα και, συγκεκριμένα, από το 2019 έχουν απολυθεί περίπου 1.000 υπάλληλοι λόγω ανεπάρκειας. Τόνισε ότι πλέον στην αξιολόγηση δεν παίρνει σχεδόν όλος ο κόσμος άριστα, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, και ότι τα ποσοστά έχουν μειωθεί σημαντικά. Παράλληλα, υπογράμμισε ότι η διαδικασία εμπλουτίζεται με το ερωτηματολόγιο προς τους πολίτες και ότι προγραμματίζεται αξιολόγηση μονάδων υγείας από τους ασθενείς και επέκταση της αξιολόγησης στην εκπαίδευση.
Ο κ. Χατζηδάκης τόνισε ότι η αξιολόγηση παράγει και θετικά και αρνητικά αποτελέσματα. Ως θετικό αποτέλεσμα ανέφερε το μπόνους απόδοσης σε ορισμένες υπηρεσίες, το οποίο χορηγείται με αξιοκρατικά κριτήρια. Αναφέρθηκε επίσης στα σεμινάρια επιμόρφωσης, αλλά και στην απόλυση για λόγους ανεπάρκειας, πάντα στο πλαίσιο του Συντάγματος. Τόνισε ότι δεν υπάρχουν φαινόμενα αυθαιρεσίας, αλλά ούτε και επιστροφή σε πρακτικές του παρελθόντος, υπογραμμίζοντας ότι η χώρα ανήκει στην Ευρώπη του 21ου αιώνα.
Σε ό,τι αφορά την οικονομία, παραδέχθηκε ότι πολλοί πολίτες δεν βλέπουν βελτίωση στην καθημερινότητά τους, γεγονός που αποδίδεται στην ακρίβεια και στη χρονική απόσταση από την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Τόνισε, ωστόσο, ότι η κυβέρνηση πέτυχε τη δημιουργία περισσότερων από 500.000 θέσεων εργασίας και ότι αυτό είναι αποτέλεσμα μιας πολιτικής που συνδυάζει τη δημοσιονομική σταθερότητα με την ανάπτυξη. Όπως είπε, η Ελλάδα σημειώνει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από την Ε.Ε. και έχει βελτιώσει τη σχετική της θέση.
Αναφέρθηκε επίσης στις αυξήσεις σε κατώτατο και μέσο μισθό, τονίζοντας ότι υπερβαίνουν τον σωρευτικό πληθωρισμό της περιόδου 2019-2024. Υποστήριξε ότι η κυβέρνηση συνεχίζει με σταθερότητα την προσπάθεια για περαιτέρω βελτίωση και δεν επιδιώκει να υπερηφανεύεται, καθώς «η Ελλάδα αξίζει καλύτερες μέρες».
Για τη συνεδρίαση του Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής, εξήγησε ότι έγιναν δύο ξεχωριστές συζητήσεις: η πρώτη για τον προγραμματισμό μεγάλων έργων υποδομής και η δεύτερη για την προετοιμασία ενόψει του νέου ευρωπαϊκού προϋπολογισμού 2028-2034. Παρέθεσε ενδεικτικά χρονοδιαγράμματα ολοκλήρωσης έργων, όπως η υποθαλάσσια διασύνδεση Αττικής – Κρήτης, το Μετρό Θεσσαλονίκης, ο Ε65 και ο ΒΟΑΚ.
Αναφορικά με την πρόταση του ΠΑΣΟΚ για σύσταση προανακριτικής επιτροπής για την τραγωδία των Τεμπών, ξεκαθάρισε ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να εμποδίσει το έργο της Δικαιοσύνης, αλλά δεν θα συμμετάσχει σε ποινικό λαϊκισμό. Υποστήριξε ότι η επίκληση του άρθρου 291 του Ποινικού Κώδικα από το ΠΑΣΟΚ δεν ευσταθεί, καθώς απαιτείται δόλος για να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα. Κατηγόρησε το ΠΑΣΟΚ για εργαλειοποίηση του ζητήματος και ανέφερε προηγούμενες προτάσεις μομφής που δεν ευδοκίμησαν. Τόνισε ότι η υπόθεση πρέπει να αντιμετωπιστεί με σοβαρότητα και όχι ως μέσο πολιτικής εκμετάλλευσης.
Δείτε επίσης Σχολεία: Στο πειθαρχικό 2.500 εκπαιδευτικοί που αρνήθηκαν ή εμπόδισαν την αξιολόγησή τους