«Η επόμενη μέρα για τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία απαιτεί ή προϋποθέτει συνέχιση της διακυβέρνησης από τον μεγάλο δημοκρατικό πόλο, τον οποίο αυτή τη στιγμή αντιπροσωπεύει ο ΣΥΡΙΖΑ», δήλωσε η υφυπουργός Παιδείας, βουλευτής Ιωαννίνων του ΣΥΡΙΖΑ, Μερόπη Τζούφη στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM» για το διακύβευμα των εθνικών εκλογών.

«Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δώσει σε δύσκολους χρόνους δείγματα γραφής -τα τρία μέσα σε μνημόνιο και τον τελευταίο μόλις χρόνο εκτός μνημονίων- για τα μέτρα που έχει πάρει υπέρ της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας και την επόμενη μέρα, από τη στιγμή που η χώρα κατάφερε να βγει από τα μνημόνια -και αυτό το έκανε αυτή η κυβέρνηση, έφερε με δύσκολες συνθήκες και με θυσίες του ελληνικού λαού εξισορρόπηση στα δημοσιονομικά- είμαστε σε μία διαδικασία ανάπτυξης, άρα μπορούμε να μιλάμε για μέτρα υπέρ της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας και υποστήριξης αυτού που εμείς ονομάζουμε κοινωνικό κράτος. Κάθε μέρα αναδεικνύονται σε αυτό το επίπεδο πολύ σημαντικά θέματα, πώς κανείς θα υποστηρίξει τη δημόσια παιδεία, τη δημόσια υγεία και την κοινωνική ασφάλιση υπέρ της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας», εξήγησε η κ. Τζούφη.

Σε ό,τι αφορά τις παρεμβάσεις της κυβέρνησης στην Παιδεία, η υφυπουργός τόνισε ότι «η συγκεκριμένη κυβέρνηση, ως δείγμα γραφής ενίσχυσης των δημόσιων πανεπιστημίων, έχει προχωρήσει σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις, δίνοντας και υλικούς και ανθρώπινους πόρους και υποσχόμενη ότι στο μέλλον αυτός ο προϋπολογισμός θα αυξηθεί, για να φτάσει στον μέσο ευρωπαϊκό όρο». «Έδωσε η κυβέρνηση περισσότερες θέσεις στα πανεπιστήμια, άρα περισσότερες επιλογές στα παιδιά μας και στην ελληνική οικογένεια, που θεωρεί ότι το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι ψηλά στη συνείδησή της και νομίζω ότι αυτός είναι ένας από τους κύριους στόχους μας και στην κατεύθυνση αυτή θα κινηθούμε. Επίσης έχει διπλασιαστεί ο προϋπολογισμός για την έρευνα -για σπουδές που συνεχίζονται μετά το πανεπιστήμιο- με πόρους πολύ σημαντικούς για να ξαναγυρίσει το πνευματικό κεφάλαιο και με νομοθέτηση του κανόνα “1 προς 1”, που σημαίνει ότι όταν από αυτές τις σημαντικές θέσεις που υπάρχουν στον ευρύτερο τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης φεύγουν κάποιοι συνάδελφοι, να μπορούν να προκηρύσσονται, να έρχονται νέοι συνάδελφοι από το εξωτερικό, για να έχουμε την επαναφορά του πνευματικού κεφαλαίου», διευκρίνισε. Επισήμανε, δε, ότι «μεγάλα ποσά δόθηκαν μόλις μετά την έξοδό μας από τα μνημόνια για υποτροφίες προπτυχιακών, μεταπτυχιακών, μεταδιδακτόρων, έγινε δηλαδή μια πολύ μεγάλη επένδυση στο δημόσιο πανεπιστήμιο», ενώ «από την άλλη μεριά η Νέα Δημοκρατία δηλώνει ότι αυτό που έχει ανάγκη αυτή τη στιγμή η χώρα είναι την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων», άρα «είναι δύο τελείως διαφορετικά προτάγματα».

Αναφερόμενη στο δημόσιο σχολείο, η κ. Τζούφη είπε: «Εμείς προσπαθήσαμε να το ενδυναμώσουμε και έχουμε τελειώσει την προκήρυξη 4.500 θέσεων για την ειδική αγωγή και εκπαίδευση -δεν είχαν διοριστεί ποτέ σε αυτόν τον πολύπαθο τομέα- όπως, επίσης, και έναν πολύ μεγάλο αριθμό αναπληρωτών που όλα αυτά τα χρόνια υποστήριζαν αυτές τις κρίσιμες δομές», ενώ «ακούμε από χείλη πρωτοκλασάτων της ΝΔ να αμφισβητούνται και αυτές οι προσλήψεις, γιατί η ΝΔ θέλει αυτό που ονομάζει “μικρό δημόσιο” και επαναφορά του κανόνα “1 προς 5”, που σημαίνει πολύ λίγους διορισμούς σε σχέση με τους αποχωρούντες και βάζει σαν προτεραιότητα τις προσλήψεις 1200 αστυνομικών, άρα σχεδόν καμία καινούρια πρόσληψη στην υγεία, την παιδεία και άλλους κρίσιμους τομείς».

Σχετικά με την Επαγγελματική και Τεχνική Εκπαίδευση, η υφυπουργός τόνισε ότι όταν ανέλαβε η κυβέρνηση ο κλάδος ήταν σε απαξίωση «με διαθεσιμότητα 2.500 εκπαιδευτικών και κατάργηση πολύ κρίσιμων ειδικοτήτων και ιδιαίτερα μετά το 2016 ουσιαστικά βρίσκεται σε μία καινούρια άνθιση, αφού όλοι λένε ότι έχουμε ανάγκη αυτές τις σπουδές για την επόμενη φάση της παραγωγικής ανασυγκρότησης του τόπου, με ενδυνάμωση με καθηγητές, με ενδυνάμωση των παιδιών, αλλά και με αύξηση του μαθητικού δυναμικού, δίνοντάς του άλλες προοπτικές, που τις έχουν πάρα πολύ ανάγκη».

«Ο στόχος όλων μας», τόνισε η κ. Τζούφη, «είναι κάθε μέρα να βρεθούμε κοντά στους συμπολίτες μας, χωρίς να εξωραΐζουμε την πραγματικότητα, να λέμε αυτά που κάναμε, αυτά που σχεδιάζουμε και να ακούμε πάρα πολύ προσεκτικά ό,τι έχουν να μας πουν οι πολίτες».