Τι συμβαίνει στην ελληνική παιδεία του 2015;

Εθνικός διάλογος: με τι στόχο; (του Χρήστου Πιλάλη)

Τι συμβαίνει στην ελληνική παιδεία του 2015; Είναι το εκπαιδευτικό σύστημα θύμα των μνημονιακών πολιτικών μόνο των τελευταίων πέντε χρόνων; Που μπορεί να πάει με την κυβέρνηση της Αριστεράς;

Εξορθολογισμός ή νεοφιλελευθερισμός;

Η αποσύνδεση του πτυχίου από το επάγγελμα, που «επετεύχθη» με την κατάργηση της επετηρίδας των πτυχιούχων εκπαιδευτικών, που μέχρι τότε διορίζονταν με βάση τη χρονολογία απόκτησης του πτυχίου τους , ήταν σημαντική επιτυχία για τους οπαδούς του νεοφιλελευθερισμού. Με το νόμο Αρσένη νομοθετήθηκε και η σύνδεση του μισθού με την παραγωγικότητα και τη διαρκή αξιολόγηση – χειραγώγηση των εκπαιδευτικών.

Τα δυο τελευταία ζητήματα φαινομενικά πάγωσαν μετά από αντιδράσεις του συνδικαλιστικού κινήματος, δηλαδή δεν εφαρμόστηκαν, όμως ο δρόμος τους είχε χαραχτεί. Η τότε πολιτική ηγεσία του Υπουργείου έκανε εμφανή τη τάση που είχε για λιγότερους διορισμούς στην παιδεία, για «εξορθολογισμό» του συστήματος εισαγωγής διδακτικού προσωπικού, σε συνάρτηση με τις προβλέψεις για εξέλιξη του μαθητικού πληθυσμού για το επόμενο τέταρτο του αιώνα.

Σήμερα, δεκαοχτώ χρόνια αργότερα μπορούμε να δούμε καθαρά ότι η «πολιτική Αρσένη» έβαλε τις βάσεις για πολλά απ΄όσα καταστροφικά για τη δημόσια εκπαίδευση συνέβησαν όλα αυτά τα χρόνια.

Όλα αυτά τα χρόνια οι διεθνείς οργανισμοί όπως ο ΟΟΣΑ, φροντίζουν να υπενθυμίζουν στις κυβερνήσεις της χώρας, τις «υποχρεώσεις» τους. Μεταξύ οδηγιών που κατά καιρούς παραδίδει ο ΟΟΣΑ, ήταν η μείωση των πανεπιστημίων, η αύξηση των ωρών εργασίας των εκπαιδευτικών, τα φοιτητικά δάνεια, η θεσμοθέτηση της αριστείας στην εκπαίδευση, η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.

Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που παράγονται στην Ευρώπη (πρόγραμμα Πίζα του ΟΟΣΑ το 1997, διαδικασία της Μπολόνια το 1999, της Πράγας το 2001, κ.α.) όποτε μπορούσαν πέρναγαν με νομοθετικές ρυθμίσεις στην Ελλάδα. Με βασικό στόχο την προώθηση της δεξιότητας αντί της γνώσης, την ανταγωνιστικότητα, την εισαγωγή των χρηματοοικονομικών όρων λειτουργίας στη δημόσια εκπαίδευση, την παράδοση της δημόσιας εκπαίδευσης στις αγορές.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ

Η σημερινή κυβέρνηση, όπως και η πρώτη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε αντιμέτωπη με οξυμένα προβλήματα που γιγαντώθηκαν εδώ και πολλά χρόνια. Κινήθηκε όμως στον αντίποδα της νεοφιλελεύθερης αντίληψης που αποδομούσε μέχρι τον Γενάρη του 2015 και την παιδεία. Γι΄αυτό και:

Στις επόμενες βδομάδες θεσμοθετήθηκαν:

Εξετάστηκαν είτε αντιμετωπίστηκαν θέματα που αφορούσαν:

Ο διάλογος

Σήμερα το Υπουργείο Παιδείας προχωρά σε ένα ευρύ εθνικό και κοινωνικό διάλογο, οι προθέσεις του οποίου αμφισβητούνται από δεξιά και από αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ. Ο διάλογος αυτός αποτελεί δομική αντίληψη του ΣΥΡΙΖΑ και όποιος ανατρέξει στις θέσεις του της εποχής του 3 και 4%, θα δει ότι παρά τις άλλοτε πολύ και άλλοτε λιγότερο συγκεκριμένες θέσεις του στα καυτά θέματα της Παιδείας, πάντα ανέφερε κατηγορηματικά ότι η παιδεία είναι ένα πάρα πολύ σοβαρό πεδίο για να προχωρήσει μια κυβέρνηση σε μονομερείς στρατηγικές επιλογές.

Αυτή την άποψη υπηρετεί και η κυβερνητική πολιτική από τον Γενάρη μέχρι σήμερα, όταν ξεκίνησε με διορθωτικές κυρίως νομοθετικές παρεμβάσεις επάνω σε ένα σκοπίμως πολυδαίδαλο νομοθετικό πλαίσιο, που με την λογική των φωτογραφικών παρεμβάσεων από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, στόχο είχε τη διαιώνιση της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας και της πελατειακής βάσης. Από την πρώτη στιγμή οι Υπουργοί Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ είπαν ότι τα κρίσιμα ζητήματα σχεδιασμού του σχολείου και το πανεπιστημίου θα έπονταν των πρώτων διορθωτικών και μεταβατικών ρυθμίσεων, μόνο μετά από ευρύ κοινωνικό διάλογο.

Και προκαλούν κατάπληξη «αριστερές» αναλύσεις όπως αυτή του Χρήστου Κάτσικα. «Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ούτε προλάβαινε, ούτε είχε δημιουργήσει την κατάλληλη υποδομή (πρόσωπα, νομοθεσία), ούτε ενοχλούνταν από την παρουσία των διευθυντών εκπαίδευσης που είχαν οριστεί από την προηγούμενη κυβέρνηση καθώς είναι γνωστό ότι τα άτομα που διεκδικούν και καταλαμβάνουν αυτές τις θέσεις υπηρετούν ένα σύστημα και δεν επηρεάζονται από τις αλλαγές στους διαχειριστές του συστήματος…» (alfavita 9.12.2015). Είναι συγγενής ιδεολογικά με την ανάλυση του στις 23/3/2015 στην efsyn.gr, όταν ερμήνευε την πρόθεση του Υπουργείου να εισάγει την εκλογική διαδικασία στην επιλογή διευθυντών σχολικών μονάδων καταλήγοντας: «…Το κυρίαρχο ζήτημα παραμένει το ιεραρχικό πλέγμα της διοίκησης, το θεσμικό πλαίσιο που υποβαθμίζει τις αρμοδιότητες των συλλόγων διδασκόντων και η κατεύθυνση της εκπαιδευτικής πολιτικής. Όσο αυτά δεν αλλάζουν πρόσημο, ελάχιστα μπορεί να συνεισφέρει στη δημοκρατική λειτουργία της εκπαίδευσης ο τρόπος επιλογής των διευθυντών των σχολικών μονάδων…».

Και οι δυο αναλύσεις ενός συνήθως διαλεκτικού εκπαιδευτικού, δεν μπορούν να αποφύγουν την μικροκομματική (και αντιδιαλεκτική) λογική και επιχειρούν να αποδομήσουν το ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς από την πρώτη στιγμή της ύπαρξης της σεβάστηκε και προσπάθησε να αξιοποιήσει την υπάρχουσα κρατική μηχανή, ενώ παράλληλα άνοιξε το δρόμο σε ένα δημοκρατικότερο τρόπο επιλογής των στελεχών της εκπαίδευσης. Κάθε άλλη ερμηνεία άλλωστε θα αποδυνάμωνε το συνολικότερο αφήγημα της «εξ αριστερών» κριτικής για το ΣΥΡΙΖΑ.

Σήμερα που το γιγάντιο «διαχειριστικό» αλλά απολύτως κρίσιμο κομμάτι της διοίκησης του Υπουργείου Παιδείας αρχίζει να ισορροπεί (θα ισορροπήσει μόλις υλοποιηθούν οι διορισμοί 10.000 εκπαιδευτικών μέσα στο 2016), θα μπουν στο τραπέζι τα μεγάλα θέματα της παιδείας.

Στον εθνικό και κοινωνικό διάλογο δεν χωρούν μικροκομματικές λογικές, ούτε από δεξιά, πολύ περισσότερο από αριστερά. Η ευκαιρία μιας μεγάλης εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης δεν πρέπει να χαθεί.

Εκπαιδευτικός Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ.

Στην Κατηγορία : ΠΑΙΔΕΙΑ
ip[
Exit mobile version