Ερμηνεύουμε αποτελεσματικά την ιστορική συγκυρία; Βιώνουμε με τον πιο αρνητικό τρόπο τις επιπτώσεις της κρίσης και των μνημονίων. Διαπιστώνουμε όλοι εύκολα τα συμπτώματα και τις επιπτώσεις της σημερινής παρακμιακής ιστορικότητας.

ΠΕΚ

Κι όμως…

Δεν έχουμε βρει, ως λαός και ως κοινωνία, ως πολιτεία και ως πολιτικό σύστημα, έναν ελάχιστο κοινό τόπο διαλόγου, για να διαμορφώσουμε μια συλλογική ερμηνεία για τις αιτίες της πρόκλησης της κρίσης και πολύ περισσότερο δεν έχουμε μια εθνική συνεννόηση ως πολιτικό πεδίο υπέρβασης της κρίσης. Ο καθένας μας κατέχει τη δική του αλήθεια…

Έχουμε πολλές διαφορετικές πραγματικότητες, συλλογικών υποκειμένων και προσώπων, και δεν μπορούμε να συγκλίνουμε σε μια κοινή προσπάθεια. Και απορούμε πώς άλλες χώρες μιας αντίστοιχης κατάστασης βρήκαν δρόμους διεξόδου από την κρίση…

Δεν υπήρξε από το πολιτικό μας σύστημα και πιο συγκεκριμένα από τα κυβερνητικά κόμματα (παλιά και νέα) καμιά εθνική στρατηγική για το τι σήμαινε η παγκοσμιοποίηση και η ισχυροποίηση των δυνάμεων του διεθνούς κεφαλαίου, η ακόμα πιο έντονη συσσώρευση του πλούτου στην οικονομική ολιγαρχία και ο ρόλος των εθνών – κρατών σε συνθήκες άγριου ανταγωνισμού, εκτεταμένων πολεμικών συγκρούσεων και γεωστρατηγικών ανακατατάξεων.

Το πολιτικό σύστημα «δεν άκουσε τη βαριά βοή των επερχόμενων γεγονότων».

Είδαμε τα περισσότερα τα κόμματα να εξορκίζουν τα μνημόνια,  να επαναστατούν ανέξοδα και την επόμενη στιγμή να εφαρμόζουν νέα δικά τους μνημόνια.

Και τώρα τι;

Έχουμε μνημόνιο διαρκείας, αρκετών δεκαετιών, που υπονομεύει την προσπάθεια για οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική πρόοδο, για την αντιμετώπιση της φτώχειας, που απλώνεται όλο και σε περισσότερα τμήματα της κοινωνίας.

Για ποιο τέλος των μνημονίων μπορούμε να μιλήσουμε;

  • όταν όλοι οι εφαρμοστικοί νόμοι είναι ισχυροί και ακλόνητοι,
  • όταν και άλλα ήδη προνομοθετημένα μέτρα έρχονται στην ίδια κατεύθυνση,
  • όταν η χώρα δεν μπορεί να βγει στις περίφημες αγορές και είναι υπό προστασία / κηδεμονία,
  • όταν το Υπερταμείο βάζει χέρι σε αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία,
  • όταν οι δεσμεύσεις για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα στραγγίζουν κάθε ικμάδα παραγωγικής άνθησης,

Εθνικές εκλογές με πολιτικές στείρου κομματικού διχασμού;

Με τα δύο μεγάλα κόμματα να δημιουργούν κλίμα διχασμού, ενώ συμφωνούν στις βασικές επιλογές για τη χώρα, που ήδη έχουν διαμορφωθεί και ερίζουν το ποιο θα τις εφαρμόσει καλύτερα ή, πιο απλά, το ποιο θα γεύεται τα αγαθά της εξουσίας. Γιατί γι’ αυτά δεν κρίνεται τίποτα άλλο.

Γιατί και ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και η Ν.Δ. κινούνται στην ίδια κοίτη της οικονομίας: στο νεοφιλελευθερισμό είτε παραφθαρμένο είτε αυθεντικό. Η διαφορά τους εστιάζει και η αντιπαράθεσή τους γίνεται ανάμεσα στο διάχυτο λαϊκισμό της εξαπάτησης των εργαζόμενων και στον άκρατο κυνισμό των νόμων της αγοράς. Και τι επιδιώκει ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. στις Ευρωεκλογές του 2019; «Μια προοδευτική συμμαχία απέναντι στην ακροδεξιά».

Κυβέρνησε και κυβερνά ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. με τους ακροδεξιούς ΑΝ.ΕΛ. χωρίς κανένα αγκάθι και ξαφνικά θυμάται ότι έχει ως αντίπαλο την ακροδεξιά!

Η Ν.Δ. ευαγγελίζεται μια ανάπτυξη της απόλυτης ασυδοσίας του κεφαλαίου. Αναδεικνύει τη δική της αυθεντική νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική πάνω στο υπόστρωμα που ήδη έχει αναπτύξει ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Μισεί το Δημόσιο και το θεωρεί ανασταλτικό παράγοντα για την ανέλιξη της οικονομίας. Μισεί το κοινωνικό κράτος και υπόσχεται το κράτος της καταστολής των διεκδικήσεων και των κοινωνικών αγώνων.

Δεν υπάρχει ουσιαστική πολιτική πρόταση για τις ευρείες γεωστρατηγικές ανακατατάξεις που γίνονται στην περιοχή μας. Για ποια συμφωνία των Πρεσπών μιλάνε όταν έχει γίνει ήδη σκουπίδι – ακόμα και αυτή η εις βάρος μας συμφωνία – με την ηγεσία της ΠΓΔΜ να κινείται στη γραμμές πλαστογράφησης της ιστορίας και ενός πρωτόγονου αλυτρωτισμού;

Εμείς θεωρούμε ότι πρέπει να διαμορφωθεί ένα δημοκρατικό πολιτικό σχέδιο με κοινωνική συναίνεση και εθνική συνεννόηση για το πραγματικό ξεπέρασμα της κρίσης, για μια δημιουργική προοδευτική πορεία της Ελλάδας, για την προαγωγή της ειρήνης και της φιλίας όλων των χωρών στην περιοχή μας. 

Και εμείς πού είμαστε, το εκπαιδευτικό κίνημα υπάρχει;

Πώς να υπάρχει; Όταν στην ΟΛΜΕ δεν μπορούμε να διαμορφώσουμε έστω γενικές θέσεις για τις αντιμεταρρυθμιστικές πολιτικές της αποδόμησης της δημόσιας εκπαίδευσης και της πλήρους απαξίωσης του εκπαιδευτικού επαγγέλματος;

  • όταν άλλοι θεωρούν ότι η ΟΛΜΕ δεν είναι ταξική και κινούνται εκτός κάθε έννοιας συλλογικής και ενωτικής δράσης,
  • όταν άλλοι κατέχουν την «αλήθεια» και δεν συμφωνούν σε τίποτα πέραν αυτής για να διαφυλάξουν την παραταξιακή τους καθαρότητα,
  • όταν άλλοι δεν ξέρουν πώς να ισορροπήσουν ανάμεσα στο σήμερα και στο αύριο όσον αφορά τη σχέση τους με την κυβέρνηση,
  • όταν άλλοι δεν διαμορφώνουν δημιουργικό λόγο…

Ναι, εμείς η Π.Ε.Κ. ισχυριζόμαστε ότι αν δεν συνθέτουμε και δεν διαμορφώνουμε αποφάσεις στην ΟΛΜΕ σχετικοποιώντας τις παραταξιακές μας θέσεις, υπονομεύουμε ευθέως και συνειδητά το λόγο ύπαρξης του συνδικαλισμού, πλήττουμε την αξία της συλλογικής δράσης.

Οι παρατάξεις συγκροτούνται, υπάρχουν, λειτουργούν, αποκτούν την καταστατική τους σύσταση γιατί υπάρχει η ΟΛΜΕ, για να μπορεί να δρα η ΟΛΜΕ – για κανέναν άλλο λόγο…

Ναι, υπερηφανευόμαστε ότι πάντα υπερασπιζόμαστε:

  • το θεσμικό συνδικαλισμό,
  • την κινηματική συλλογική δράση,
  • το δημιουργικό εκπαιδευτικό κίνημα με θέσεις και προτάσεις.

Εκλέγουμε αιρετούς σε δύσκολο περιβάλλον…

Το εργασιακό περιβάλλον του επαγγέλματός μας έχει μετασχηματιστεί δραματικά. Διορισμοί δεν έγιναν καθ’ όλη τη διάρκεια των χρόνων των μνημονίων και έχουν ουσιαστικά ναρκοθετηθεί και για το άμεσο μέλλον λόγω της φοβερής συρρίκνωσης του εκπαιδευτικού, μορφωτικού και πολιτιστικού περιεχομένου του σχολείου. Η λαϊκίστικη συγκυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ. «διόριζε» κάθε χρόνο χιλιάδες εκπαιδευτικούς και τώρα υπόσχεται κι άλλους διορισμούς για λογαριασμό μιας άλλης κυβέρνησης. Δεκάδες χιλιάδες αναπληρωτές – που λειτουργούν ως εκπαιδευτικοί – ζουν την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια, αφού πολλοί από αυτούς δεν θα διοριστούν ποτέ.

Οι μεταθέσεις και οι αποσπάσεις είναι μαγική εικόνα. Ένα πολύ μεγάλο μέρος των συναδέλφων μας δεν πρόκειται ποτέ να βρεθούν κοντά στην οικογένειά τους.

Πολλοί εκπαιδευτικοί συμπληρώνουν ωράριο σε περισσότερα  από δύο σχολεία σε αντίξοες συνθήκες και με φοβερές οικονομικές δυσκολίες, ιδιαίτερα στην περιφέρεια της χώρας.

Οι μισθοί και οι συντάξεις βρίσκονται πιο κοντά στα όρια της φτώχειας παρά στα μεγέθη μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης.

Απαιτείται μια άλλη πιο δημιουργική αντίληψη…

Όλο αυτό το δύσκολο εργασιακό περιβάλλον των εκπαιδευτικών καθιστά το ρόλο των Υπηρεσιακών Συμβουλίων και των Αιρετών συναδέλφων του κλάδου μας ιδιαίτερα σημαντικό. Γιατί το αν βρίσκεται ο εκπαιδευτικός κοντά στην οικογένειά του και στην εστία του ή μακριά απ’ αυτές και για πολλά χρόνια, έχει καθοριστική σημασία στις οικονομικές δυνατότητές του, για μια δημιουργική επαγγελματική εξέλιξη.

Θεωρούμε ότι η διαφάνεια, η αντικειμενικότητα, η τήρηση της νομιμότητας, η καλή γνώση του θεσμικού περιβάλλοντος, οι νέες ιδέες και προτάσεις για την καλύτερη λειτουργία των Συμβουλίων, η έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωση σχολείων και συναδέλφων, η ίση αντιμετώπιση όλων των εκπαιδευτικών, οι επισκέψεις στα σχολεία, ο τακτικός απολογισμός στις Γενικές Συνελεύσεις, η συνεργασία με τις ΕΛΜΕ και την ΟΛΜΕ είναι συστατικά στοιχεία υποχρέωσης και ευθύνης για κάθε Αιρετό.

Η ΠΕΚ αγωνίζεται:

για την ανάπτυξη προοδευτικού εκπαιδευτικού κινήματος,

  • για έναν θεσμικό και δημιουργικό συνδικαλισμό,
  • για υπηρεσιακά συμβούλια στην υπηρεσία των σχολείων και των εκπαιδευτικών,

 

  • για αιρετούς που θα αγωνίζονται και θα υπερασπίζονται τα δίκαια και νόμιμα αιτήματα των εκπαιδευτικών μαζί με τα συλλογικά μας όργανα μακριά από παραγοντισμούς και από παράκεντρα εξουσίας!

Ψηφίζουμε – στηρίζουμε:

Προοδευτική Ενότητα Καθηγητών (Π.Ε.Κ.)

για:

  • Προοδευτική κυβερνητική πολιτική

 

  • Κατάργηση των δεσμεύσεων των μνημονίων

 

  • Ένα δημιουργικό εκπαιδευτικό κίνημα

 

  • Μια δημοκρατική κοινωνία

Αγωνιζόμαστε για:

  • Δημόσια Δωρεάν Παιδεία

 

  • Αναβάθμιση της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης

 

  • Στήριξη της Ειδικής Αγωγής

 

  • Βελτίωση των όρων εργασίας και άσκησης του εκπαιδευτικού έργου
  • Μισθούς και συντάξεις αξιοπρέπειας. Κανένας εκπαιδευτικός με μισθό κατώτερο των 1000 ευρώ