«Ξεκίνησα να εργάζομαι ως θεατρολόγος στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση το 2001. Ωρομίσθια τότε, σε χωριό λίγο έξω από την Θεσσαλονίκη και λίγα χρόνια μετά το τέλος των σπουδών μου στην Θεατρολογία του Πανεπιστημίου Πατρών , βρήκα θαυμάσια την ευκαιρία να δοκιμάσω τον εαυτό μου σ’ ένα πεδίο που ποτέ δεν ειχα φανταστεί πως θα γίνει μια νέα πηγή έμπνευσης για την αγάπη μου προς το θέατρο.

Κι όσο μαγεμένη τελείωσα τις σπουδές μου στο πανεπιστήμιο, το ίδιο αν όχι περισσότερο μαγεμένη ένιωθα κάθε μέρα χαιρετώντας τα παιδιά στο δημοτικό σχολείο Νεοχωρούδας Θεσσαλονίκης. Εκείνο που στα χρόνια της σχολής βρίσκαμε πως είναι το πιο σπάνιο είδος θεάτρου, η πιο ατόφια μορφή έκφρασης στην θεατρική τέχνη, βρέθηκε μέσα σε κρύες σχολικές αίθουσες ξετυλίγοντας μοκέτες για παιχνίδι και σφαλίζοντας παράθυρα πριν ξεκινήσει ο πρώτος αυτοσχεδιασμός.

Είκοσι χρόνια μετά …

Με εποχές και γενιές που αλλάζουν, ζωές οικογενειών σε κρίση και σχολική ζωή με πλείστα όσα προβλήματα , η σταθερή πάντα ανάγκη των παιδιών για θεατρική έκφραση , για αποτύπωση συναισθήματος μέσα από το παιχνίδι σου υπενθυμίζει την αναγκαιότητα να είσαι εκεί. Σε πείσμα της αβεβαιότητας των καιρών και της υποβάθμισης του μαθήματος από τις εκάστοτε υπουργικές αποφάσεις ( προεξάρχουσα εδώ η αναφορά στην υπουργική απόφαση του τότε υπουργού Παιδείας κ.Φίλη που απέσυρε το μάθημα απο τις δύο τελευταίες τάξεις του δημοτικού σχολείου),

όλοι εμείς ,οι εκπαιδευτικοί της θεατρικής παιδείας , έχουμε διαβεί μαζί με τους μαθητές μας τον δύσκολο δρόμο και έχουμε ξεπεράσει κάθε εμπόδιο εργασιακής επισφάλειας ( ελαστικές σχέσεις εργασίας, διαρκείς μετακινήσεις, οικονομική ανασφάλεια).

Τί φταίει λοιπόν;  Πώς μπορεί να δικαιολογηθεί η απουσία σύστασης οργανικών θέσεων για το συγκεκριμένο διδακτικό αντικείμενο ; Πώς εξηγείται η κατάργηση του μαθήματος ‘’ στοιχεία Θεατρολογίας’’ από την Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ; Η απουσία σύστασης οργανικών κενών και αντίστοιχων διορισμών στην Ειδική Αγωγή;

Να υποθέσουμε εδώ πως ο ρόλος μας δεν χαίρει της εκτίμησης που θα αναμέναμε από πλευράς Υπουργείου Παιδείας; Κι αν όντως κάτι τέτοιο συμβαίνει, πώς δικαιολογούνται οι επίμονες δηλώσεις ένθεν κακείθεν από υπουργικά στελέχη για αναγνώριση του ρόλου των Τεχνών στο δημόσιο σχολείο και του συνεχιζόμενου έργου που επιτελείται από τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς;

Είναι φανερό πως αδιέξοδο δεν μπορεί να υπάρχει.

Και διορθώστε με αν κάνω λάθος.

Έχουμε ειδικό εκπαιδευτικό επιστημονικό προσωπικό που διεκδικεί να συνεχίσει να παράγει έργο και υπουργικό επιτελείο που το αναγνωρίζει ως τέτοιο. Γονείς και παιδιά που προσβλέπουν στο νέο ανοιχτό σχολείο που χρόνια παλεύουμε να χτίσουμε. Συνεπώς, τί ακριβώς περιμένουμε;

Για πόσο καιρό ακόμα θα μπορεί κανείς να δέχεται να αναπληρώνει τον εαυτό του; Mε τί κόστος;

Και κυριότερα στις πλάτες πόσων ακόμα παιδιών θα βαραίνει η εκάστοτε κυβερνητική αναλγησία»;

Αποστολίδου Μελίνα

Θεατρολόγος ΠΕ91.01