Πίνακας περιεχομένων

Με αφορμή τη συζήτηση για την εφαρμογή των , το Μέτωπο Αγώνα Σπουδαστών καταγγέλλει ότι η κυβέρνηση επιχειρεί να επιβάλει ένα άδικο και αντιεκπαιδευτικό μέτρο, προσπαθώντας να το παρουσιάσει ως «εκκαθάριση» των μητρώων των ΑΕΙ. Όπως υποστηρίζει η Εκτελεστική Γραμματεία, στην πραγματικότητα πρόκειται για μέτρο που πλήττει ενεργούς φοιτητές, οι οποίοι παλεύουν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους υπό αντίξοες συνθήκες και χωρίς την απαραίτητη κρατική στήριξη.

Επιπλέον, τονίζεται ότι η κυβέρνηση αποκρύπτει πως τα προβλήματα καθυστέρησης στην αποφοίτηση οφείλονται κυρίως στην υποστελέχωση, το αυξημένο κόστος σπουδών και τις ανεπαρκείς υποδομές.

Αποδομούνται επίσης τα επιχειρήματα περί «διευκολύνσεων» στους εργαζόμενους φοιτητές, επισημαίνοντας ότι πρόκειται για προσχηματικές ρυθμίσεις που δεν αντιμετωπίζουν τα πραγματικά εμπόδια.

Δείτε εδώ 

Κατά το ΜΑΣ, οι διαγραφές επιβάλλονται όχι για την αναβάθμιση των ΑΕΙ, αλλά για να ικανοποιηθούν δείκτες αξιολόγησης που εξυπηρετούν την επιχειρηματική λειτουργία των πανεπιστημίων. Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση προωθεί την ταχύτατη παραγωγή αποφοίτων ως εργαλείο εξυπηρέτησης της αγοράς εργασίας, αδιαφορώντας για τις μορφωτικές ανάγκες των φοιτητών και τις πραγματικές προϋποθέσεις ολοκλήρωσης των σπουδών τους.

 Ο νόμος «βάζει τάξη» κάνοντας «εκκαθάριση» και στις λίστες των εγγεγραμμένων στα πανεπιστήμια;

Είναι ψέμα ότι η κυβέρνηση θέλει να «βάλει τάξη» και να κάνει μια «εκκαθάριση» των καταλόγων των ΑΕΙ από φοιτητές που εισήχθησαν περασμένες δεκαετίες. Αν ήθελε αυτό θα αρκούσαν ορισμένα διοικητικά μέτρα.
Αντίθετα επιβάλει τη θηλιά του «ανώτατου ορίου φοίτησης». Οι διαγραφές απειλούν ενεργούς φοιτητές που παλεύουν να πάρουν το πτυχίο τους σε αντίξοες συνθήκες, όπως για παράδειγμα φοιτητές που εισήχθησαν στα πανεπιστήμια ακόμα και το ακαδημαϊκό έτος 2017-2018 ή και μετά μέσα στην δύσκολη περίοδο της Πανδημίας και είναι 23 και 24 χρονιών!
Είναι ενδεικτικό ότι περισσότεροι από το 50% των αποφοίτων του 2023 δεν θα είχαν προλάβει να πάρουν πτυχίο αν είχε εφαρμοστεί ο νόμος που θέλει να εφαρμόσει η κυβέρνηση.

 Θέλει η κυβέρνηση να αντιμετωπιστεί τη καθυστέρηση στην αποφοίτηση των φοιτητών

Αν ήθελε αυτό θα έπαιρνε μέτρα στήριξης που απαιτούν οι φοιτητικοί σύλλογοι γιατί για την καθυστέρηση ολοκλήρωσης των σπουδών δεν φταίει η «τεμπελιά» των φοιτητών αλλά η κυβερνητική πολιτική που καθημερινά δημιουργεί νέα εμπόδια.
▶ Που 1 στους 2 φοιτητές εργάζονται για να αντεπεξέλθουν στο γιγάντιο κόστος σπουδών.
▶ Που η φοιτητική μέριμνα είναι διαλυμένη.
▶ Που κυριαρχεί η υποστελέχωση με μαθήματα να ξεκινούν στα μέσα του εξαμήνου ή άλλα να μην προσφέρονται, ενώ οι καθηγητές δεν επαρκούν για την εκπόνηση των διπλωματικών εργασιών.
▶ Που δεν «χωράνε» όλοι στις λίστες εργαστηρίων λόγω ανεπάρκειας υποδομών και που η εξεύρεσή της υποχρεωτικής πρακτικής άσκησης είναι ατομική υπόθεση καθυστερώντας ολόκληρα εξάμηνα.
▶ Που δεν υπάρχουν ειδικά μέτρα στήριξης των εργαζόμενων φοιτητών
▶ Που υποβαθμίζεται η αξία των πτυχίων που δημιουργεί έλλειψη κινήτρου για την ολοκλήρωση των σπουδών.
Αυτό επιβεβαιώνουν και έρευνες που αποτυπώνουν ότι οι κοινωνικές – οικονομικές δυσκολίες και η έλλειψη ουσιαστικής μέριμνας και στήριξής ευθύνεται για την καθυστέρηση ολοκλήρωσης σπουδών
Αντίθετα ο «φόβος της διαγραφής» προσθέτει έξτρα άγχος και εμπόδια και αποτελεί παράγοντα παραίτησης από την προσπάθεια.

 Δεν προβλέπονται εξαιρέσεις και διευκολύνσεις;

Όσα προβλέπονται δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα. Η κατάσταση για να αντιστραφεί απαιτεί γενναία αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης και μέτρα πραγματικής στήριξης των φοιτητών.
Η δήθεν «διευκόλυνση των εργαζόμενων φοιτητών» και ο… εξαναγκασμός της «μερικής φοίτησης» είναι κοροϊδία. Προϋποθέτει απόδειξη τουλάχιστον 20 ωρών εβδομαδιαίας εργασίας όταν στους φοιτητές κυριαρχεί η μαύρη – ανασφάλιστη δουλειά. Επίσης όποιος ενταχθεί στη ρύθμιση δεν μπορεί να δηλώσει περισσότερα από τα μισά μαθήματα (π.χ. σε ένα εξάμηνο με 5, μπορεί μόλις 2). Αντίστοιχα αυτό αφορά και τα διάφορα προβλήματα υγείας.
Η νέα ρύθμιση που έφερε η κυβέρνηση κάτω από τις μεγάλες πιέσεις, προσπαθεί να «χρυσώσει το χάπι» παρουσιάζοντας ότι «μας κάνει χάρη» δίνοντας μια «τελευταία ευκαιρία» όμως:

Διαβάστε εδώ 

– Η προϋπόθεση της επιτυχούς ολοκλήρωσης του 75% των πιστωτικών μονάδων (και όχι γενικά των μαθημάτων του) αποκλείει δεκάδες χιλιάδες ενεργούς φοιτητές αφού παραβλέπει αντικειμενικά εμπόδια όσων προσπαθούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους λόγω μη προσφερόμενων μαθημάτων, λόγω του μεγάλου αριθμού πιστωτικών μονάδων των εργαστηρίων, της πρακτικής άσκησης κτλ.
– Η παράταση για 2 εξάμηνα των σπουδών δεν αντιμετωπίζει τους βασικούς λόγους για τους οποίους έχουν καθυστερήσει τις σπουδές τους (πχ αυτά τα δύο εξάμηνα δεν θα υπάρχουν μέτρα προσαρμογής μαθημάτων για τους εργαζόμενους φοιτητές, ούτε θα εξασφαλιστεί η αντίστοιχή στήριξή τους στην πρακτική άσκηση)

Διαγραφές φοιτητών: 6 Ερωτήσεις - Απαντήσεις

 Θα βελτιωθεί αναλογία διδασκόντων – φοιτητών

Η αναλογία διδασκόντων – φοιτητών θα βελτιωθεί στην πράξη αν ανοίξουν θέσεις ΔΕΠ, ΕΔΙΠ, ΕΤΕΠ, αν σταματήσει το αίσχος των διαφόρων μορφών συμβασιούχων διδασκόντων, που στηρίζεται σε προγράμματα χρηματοδοτήσεων με ημερομηνία λήξης. Αλλωστε το πρόβλημα της υποστελέχωσης των πανεπιστημίων μας δεν αφορά στενά στην αναλογία διδασκόντων – φοιτητών. Για να προσφέρεται και να υποστηρίζεται επαρκώς ένα ΠΣ, αν θέλουμε να μιλάμε για σύγχρονες σπουδές, είναι απαραίτητη η στελέχωσή του με βάση τις επιστημονικές του απαιτήσεις, τη συγκρότησή του ως προς το προσφερόμενο αντικείμενο κι όχι μόνο – ή κυρίως – με το πόσοι είναι οι φοιτητές σε αυτό.
Όμως, ακόμα κι αν πάρουμε την αναλογία ξερά, οι διαγραφές φοιτητών δεν θα βελτιώσουν ούτε ουσιαστικά, ούτε καν εικονικά αυτήν την αναλογία. Αφού στην αναλογία του 1/47 που μετράει στις αξιολογήσεις της η ΕΘΑΑΕ, υπολογίζει μόνο όσες και όσους η κυβέρνηση θεωρεί ως ενεργούς, δηλαδή όσους είναι εντός του ν+2.

 Θα μειωθεί ο φόρτος του διοικητικού προσωπικού;

Οι φοιτητές που έχουν ξεπεράσει το ν+2 δεν δικαιούνται πάσο, τα ελάχιστα της φοιτητικής μέριμνας κ.λπ., οπότε η ύπαρξή τους δεν επιφορτίζει με κανέναν τρόπο τους διοικητικούς υπαλλήλους.
Αντίθετα, αν η κυβέρνηση ήθελε να μειώσει το φόρτο εργασίας των εργαζομένων στα ΑΕΙ θα μπορούσε να κάνει προσλήψεις, να σταματήσει την ανάθεση παράλληλων καθηκόντων, να τους «αποφορτίσει» από όλο τον όγκο των διαδικασιών της επιχειρηματικής λειτουργίας που «τρέχει», όπως οι διαγωνισμοί για τις διάφορες εργολαβίες, οι διαδικασίες εμπορικής αξιοποίησης των υποδομών των πανεπιστημίων κ.ά.
Όμως, την εποχή της ψηφιακής μετάβασης στο όνομα της οποίας η κυβέρνηση αρνείται να προσλάβει διοικητικούς, η κυβέρνηση με αυτό το επιχείρημα αυτογελοιοποιείται ή αυτοδιαψεύδεται.

 

 Γιατί η κυβέρνηση επιμένει στην εφαρμογή του νόμου;

Οι αντιδράσεις της ακαδημαϊκής κοινότητας ενάντια στις διαγραφές των φοιτητών είναι δίκαιες και διευρύνονται με φοιτητικούς συλλόγους, συλλόγους ΔΕΠ, Τμήματα πανεπιστημίων και την ομοσπονδία διοικητικού προσωπικού των ΑΕΙ να απαιτούν να μην εφαρμοστούν.
Το μέτρο των διαγραφών επιβάλλεται για τα «οφέλη ως προς… τους δείκτες αξιολόγησης» όπως είπε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός. Επιβεβαιώνεται ότι στο επίκεντρο της πολιτικής τους δεν είναι οι φοιτητές, οι ανάγκες τους, η αντιμετώπιση των προβλημάτων των ΑΕΙ και η ανάπτυξη της επιστημονικής γνώσης αλλά η εξασφάλιση μέσω του καλύτερου πλασαρίσματος των Πανεπιστημίων στις κατατάξεις ζεστού χρήματος για τα επιχειρηματικά πρότζεκτ και όχι φυσικά για τους φοιτητές .
Αυτό απασχολεί τις… «αξιολογήσεις» τους. Δεν είναι τυχαίο ότι οι διαγραφές σχεδιάστηκαν πρώτη φορά το 2007 (κυβέρνηση ΝΔ) και ψηφίστηκαν το 2011 («Νόμος Διαμαντοπούλου» – ΠΑΣΟΚ).

Διαβάστε επίσης 

Παράλληλα, η κυβέρνηση και ΕΕ στοχεύουν στη μαζική παραγωγή αποφοίτων διαφόρων κατηγοριών – επιπέδων εκπαίδευσης, ώστε να διαμορφώνονται «δεξαμενές» εργαζομένων με πιστοποιημένα προσόντα, για να διαλέγουν οι εργοδότες. Έτσι, επειδή ο «χρόνος είναι χρήμα» και κέρδος από την εκμετάλλευση… ζητούμενο είναι η ταχύτητα αποφοίτησης για να παράγονται απόφοιτοι σε επαρκή αριθμό και όσοι δεν τα «καταφέρνουν» να στρέφονται «μια ώρα αρχύτερα» σε δομές κατάρτισης.