Ερώτηση προς τις Υπουργούς Παιδείας και Εργασίας κατέθεσε ο βουλευτής Φθιώτιδας Γιάννης Σαρακιώτης, φέρνοντας στο προσκήνιο τις διακρίσεις που υφίστανται οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί τόσο στη Γενική Εκπαίδευση όσο και στο Ειδικό Εκπαιδευτικό Προσωπικό και το Βοηθητικό Προσωπικό. Στην παρέμβασή του, εστιάζει σε τρία καίρια ζητήματα: την πρόσφατη αλλαγή στα κριτήρια για την παροχή , τις άδειες μητρότητας και το συνεχώς επιδεινούμενο στεγαστικό πρόβλημα.

Ο κ. Σαρακιώτης υπενθύμισε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε αποστείλει προειδοποιητική επιστολή στην Ελλάδα στις 25 Ιουλίου 2024, και στις 7 Μαΐου 2025 προχώρησε στην έκδοση αιτιολογημένης γνώμης, καθώς οι απαντήσεις της Κυβέρνησης κρίθηκαν ανεπαρκείς. Η χώρα μας καλείται να συμμορφωθεί νομοθετικά μέχρι τις 7 Ιουλίου 2025, διαφορετικά κινδυνεύει με παραπομπή στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Δείτε εδώ 

Αλλαγές στο επίδομα ανεργίας αφήνουν εκτός τους αναπληρωτές

Όπως επισημαίνει ο βουλευτής, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, αντί να περιορίσει τις ανισότητες, τις εντείνει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη υπουργική απόφαση για την καταβολή επιδόματος ανεργίας, η οποία ορίζει πως πλέον απαιτούνται τουλάχιστον 175 ημέρες ασφάλισης μέσα σε διάστημα 14 μηνών πριν την ένταξη στην επιδότηση, εξαιρουμένων των δύο τελευταίων μηνών, αντί των 125 ημερών που ίσχυαν προηγουμένως.

Αυτό πρακτικά αποκλείει από το δικαίωμα στην επιδότηση πολλούς αναπληρωτές που προσλαμβάνονται σε μεταγενέστερες φάσεις της σχολικής χρονιάς, χωρίς δική τους υπαιτιότητα. Επιπλέον, για όσους εκπαιδευτικούς τελικά πληρούν τις προϋποθέσεις, μειώνεται και το ύψος του επιδόματος, σύμφωνα με τις νέες προβλέψεις.

Άδειες μητρότητας με διαφορετικά μέτρα και σταθμά

Ο κ. Σαρακιώτης αναδεικνύει τις σοβαρές ανισότητες που ισχύουν και στο ζήτημα των αδειών μητρότητας. Τονίζει ότι σε μια χώρα με έντονο δημογραφικό πρόβλημα, η απουσία ισότιμης μεταχείρισης αποτελεί σοβαρό έλλειμμα κοινωνικής δικαιοσύνης. Οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί, όπως αναφέρει, δικαιούνται πεντάμηνη άδεια μητρότητας, η οποία περιλαμβάνει δύο μήνες πριν και τρεις μετά τον τοκετό, καθώς και ειδική αναρρωτική άδεια λόγω κύησης και εξάμηνη άδεια ανατροφής τέκνου με αποδοχές.

Αντιθέτως, οι αναπληρώτριες λαμβάνουν μόνο 119 ημέρες άδειας μητρότητας, δηλαδή οκτώ εβδομάδες πριν και εννέα μετά τον τοκετό, χωρίς δυνατότητα για επιπλέον άδειες. Όσον αφορά την ανατροφή παιδιού, προβλέπονται τέσσερις μήνες, εκ των οποίων μόνον οι δύο επιδοτούνται, ενώ οι υπόλοιποι είναι άνευ αποδοχών και δεν μοριοδοτούνται ούτε προσμετρώνται ως προϋπηρεσία.

Αναπληρωτές χωρίς επίδομα ανεργίας, άδειες και στέγη: Προειδοποίηση Ε.Ε. και πολιτική αδιαφορία

Το στεγαστικό πρόβλημα αποθαρρύνει τους αναπληρωτές

Η ερώτηση του βουλευτή δεν παραλείπει το ζήτημα της στέγασης, που κάθε χρόνο προκαλεί μεγάλα προβλήματα στους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς, ιδιαίτερα σε τουριστικές περιοχές. Η τάση πολλών ιδιοκτητών να στρέφονται στη βραχυχρόνια μίσθωση, μόλις ξεκινά η τουριστική περίοδος, έχει ως αποτέλεσμα να μειώνονται δραματικά οι διαθέσιμες κατοικίες για μακροχρόνια ενοικίαση.

Η δυσκολία εύρεσης στέγης οδηγεί αρκετούς αναπληρωτές σε παραιτήσεις εντός της σχολικής χρονιάς. Η κατάσταση αυτή δημιουργεί αλυσιδωτές επιπτώσεις τόσο για τους ίδιους όσο και για τη λειτουργία των σχολικών μονάδων, εντείνοντας την αστάθεια στο εκπαιδευτικό σύστημα.

Έκκληση για άρση των ανισοτήτων και συμμόρφωση με το ευρωπαϊκό δίκαιο

Ο βουλευτής Φθιώτιδας απευθύνει σαφές μήνυμα προς την Κυβέρνηση, υποστηρίζοντας πως δεν μπορεί να συνεχίζεται αυτή η κατάσταση εις βάρος των αναπληρωτών. Όπως χαρακτηριστικά δηλώνει: «Οι νέοι επιστήμονες που εργάζονται ως αναπληρωτές δεν είναι παιδιά ενός κατώτερου Θεού. Επιτελούν έργο κρίσιμο για τη δημόσια εκπαίδευση και αξίζουν πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα».

Δείτε εδώ

Καταλήγοντας, υπενθυμίζει ότι οι εκπαιδευτικοί αυτοί μετακινούνται κάθε χρόνο σε απομακρυσμένες περιοχές χωρίς καμία διασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης, ενώ οι γυναίκες εκπαιδευτικοί υφίστανται σαφείς διακρίσεις ως προς τη μητρότητα. Με τη νέα υπουργική απόφαση, ακόμη και το δικαίωμα στην ανεργία περιορίζεται. Όπως υπογραμμίζει, η Πολιτεία έχει χρέος να στηρίξει τη δημόσια παιδεία και όχι να την αντιμετωπίζει ως βάρος.