Είναι γεγονός πως το σχολείο και ειδικά η Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, έχει αλλάξει πολύ από τον καιρό που πηγαίναμε εμείς σχολείο. Αν με ρωτάτε, θυμάμαι τα πρώτα χρόνια στο σχολείο να φτιάχνω για αρκετό καιρό βροχούλες και μαγκούρες (το γράμμα γιώτα). Μάλιστα, δεν είχα πολλές εργασίες και μπορούσα όλη την υπόλοιπη μέρα να παίζω στην αλάνα με τα παιδιά της γειτονιάς.

της Έφης Κοντογιάννη, Φιλόλογος

Όμως, οι καιροί άλλαξαν, το σχολείο και τα βιβλία αναδιαμορφώθηκαν, οι απαιτήσεις διαφοροποιήθηκαν και αυξήθηκαν. Τα περισσότερα παιδιά ξέρουν να σχηματίζουν γραμματάκια ήδη από το νηπιαγωγείο. Από την πρώτη χρονιά στο σχολείο, καλούνται να λύσουν προβλήματα και να αποτυπώσουν οργανωμένα τη σκέψη τους στο χαρτί και φυσικά δεν υπάρχει αλάνα! Τη θέση της αλάνας πήραν διάφορες δραστηριότητες, κυρίως αθλητικές αλλά και ψυχαγωγικές. Οι δραστηριότητες αυτές μαζί με την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας, καθιστά το πρόγραμμα των παιδιών, αλλά και των γονέων «φορτωμένο». Γονείς και παιδιά αγχώνονται να προλάβουν να τελειώσουν το διάβασμα (που συνήθως αποτελείται από πλήθος φωτοτυπιών), ώστε να προλάβουν να πάνε τα παιδιά στις εξωσχολικές τους δραστηριότητες, που τόσο έχουν ανάγκη.

 

 

Έτσι, οι περισσότεροι γονείς θεωρούν πως βοηθώντας τα, θα τελειώσουν πιο γρήγορα. Άλλοι γονείς, θεωρούν πως είναι υποχρέωσή τους να είναι δίπλα τους κατά τη διεκπεραίωση των εργασιών τους, γιατί έτσι θα γίνουν καλύτεροι μαθητές. Και άλλοι βέβαια, θεωρούν οι ίδιοι πως οι εργασίες είναι πολύ δύσκολες για να τις φέρει εις πέρας μόνο του. Όμως, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Για ποιο λόγο δίνονται οι εργασίες; Οι εργασίες δίνονται στους μαθητές όχι μόνο για να εμπεδώσουν τη γνώση που κατέκτησαν μέσα στην τάξη, αλλά κυρίως για να αναπτύξουν δεξιότητες οι οποίες, κατά τη γνώμη μου, είναι πολύ σημαντικότερες από κάθε γνώση.

 

Το παιδί, με την καινούρια ιδιότητά του ως μαθητής, μαθαίνει πως έχει υποχρεώσεις. Οφείλει να γνωρίζει τις εργασίες που έχει να κάνει στο σπίτι, έχει το αίσθημα της ευθύνης. Σιγά σιγά, αναπτύσσει οργανωτικές δεξιότητες και προσπαθεί να διαχειριστεί το χρόνο του. Όταν ένα παιδί διαβάζει μόνο του, νιώθει το ίδιο πιο ανεξάρτητο. Την επόμενη μέρα, ο δάσκαλος θα το επιβραβεύσει και η χαρά του θα είναι διπλή. Τη μεθεπόμενη μέρα, ο δάσκαλος θα του επισημάνει τα λάθη του και θα προσπαθήσει να τα κατανοήσει, γιατί η ευθύνη του λάθους είναι δική του. Δεν το έλυσε η μαμά! Όλα αυτά τα εφόδια θα διαμορφώσουν μια ανεξάρτητη και υπεύθυνη προσωπικότητα, όσον αφορά τις υποχρεώσεις του στο σχολείο αλλά και τις υποχρεώσεις του μετέπειτα, ως μέλος της κοινωνίας.

 

Δε θεωρώ, λοιπόν πως πρέπει να καταργηθούν οι εργασίες για το σπίτι, ούτε είμαι υπέρ του καθημερινού «βομβαρδισμού» από φωτοτυπίες. Στο κυρίως θέμα. Πρέπει ο γονιός να «διαβάζει» το παιδί; Η άποψή μου είναι πως ο γονιός πρέπει να εμπλέκεται στο διάβασμά του παιδιού με συγκεκριμένους τρόπους. Από την αρχή της σχολικής ζωής του παιδιού, οι γονείς (όσοι δύνανται) καλό θα ήταν να διαμορφώσουν το χώρο όπου θα διαβάζουν. Στο δωμάτιό τους, ένα καθαρό κι οργανωμένο γραφείο, θα βοηθήσει το παιδί να συνδέσει την ώρα του διαβάσματος με ένα ήσυχο και άνετο μέρος χωρίς πολλά ερεθίσματα. Είναι γεγονός πως τα παιδιά που διαβάζουν στο τραπέζι της κουζίνας, το οποίο είναι ένα κοινό για όλα τα μέλη της οικογένειας μέρος, τα ερεθίσματα είναι πολλά και καθυστερούν να τελειώσουν το διάβασμά τους. Επίσης, ο γονιός μπορεί να κατευθύνει το παιδί ως προς την οργάνωση και το χρονοδιάγραμμά τους, ώσπου να καταφέρει να το κάνει μόνο του. Όπως πρέπει ο χώρος διαβάσματος να είναι σταθερός, έτσι και η ώρα την οποία το παιδί ξεκινά το διάβασμα.

 

Άλλα παιδιά προτιμούν να διαβάζουν αμέσως μετά το φαγητό, ενώ άλλα έχουν ανάγκη να ξεκουραστούν κατά τις μεσημεριανές ώρες. Μάλιστα, οι γονείς πρέπει να διατηρούν όσο μπορούν μια σταθερή ρουτίνα, ώστε να αποφευχθούν περιπτώσεις αναβλητικότητας. Σε καμία περίπτωση, οι γονείς δεν πρέπει να λύνουν οι ίδιοι τις ασκήσεις των παιδιών, γιατί έτσι νιώθει αμέτοχο στην εκπαιδευτική διαδικασία. Μπορούν όμως, μετά τη διεκπεραίωση των εργασιών να ελέγχουν και να επιβραβεύουν το παιδί. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο γονιός άθελά του έχει πάρει το ρόλο του δασκάλου! Προσπαθώντας να βοηθήσει το παιδί, καταλήγει να χάνει την υπομονή του και να έχει αντίθετα αποτελέσματα. Στα μάτια του παιδιού, η μαμά είναι η μαμά, δεν είναι η δασκάλα. Στη μαμά τα παιδιά έχουν το θάρρος να πουν χίλιες δυο δικαιολογίες για να καθυστερήσουν το διάβασμα (π.χ πεινάω, θέλω τουαλέτα) και η μαμά αναλαμβάνει το ρόλο του κακού, που διορθώνει λάθη ορθογραφίας και συμπεριφοράς, αποθαρρύνοντας το παιδί.

 

Οι ρόλοι δεν πρέπει να συγχέονται, γιατί μπερδεύουν το παιδί και δημιουργείται αρνητικό κλίμα στο οικογενειακό περιβάλλον. Το παιδί χάνει το αίσθημα της πρωτοβουλίας και της ευθύνης, όταν ο γονιός αναλαμβάνει να βρει τις εργασίες της επόμενης μέρας. Καθυστερεί να ωριμάσει, καθώς δεν μαθαίνει να λειτουργεί αυτόνομα. Καταλήγοντας, ούτε οι εργασίες πρέπει να καταργηθούν, ούτε οι γονείς πρέπει να «διαβάζουν» τα παιδιά τους. Υπάρχει, όπως σε όλα τα ζητήματα η «χρυσή τομή». Μέσω αυτής της «χρυσής τομής», θα διατηρήσουν οι γονείς μια υγιή σχέση με τα παιδιά τους και τα ίδια τα παιδιά θα τους ευγνωμονούν αύριο για το χώρο που τους έδωσαν.

 

Τέλος, θέλω να επισημάνω το διαχωρισμό παιδιού-μαθητή. Πολλοί γονείς πιστεύουν πως όσο το παιδί φέρνει καλούς βαθμούς-είναι καλό παιδί-όλα πάνε καλά. Πολλές φορές απεδείχθη όμως, πως συνέβαιναν πράγματα για τα οποία το παιδί δε μίλησε ποτέ. Καλύτερα να αφιερώνεται περισσότερος χρόνος με ουσιαστικές συζητήσεις μεταξύ γονιού-παιδιού, παρά στο «κοινό» διάβασμα για να φέρει καλούς βαθμούς στο σπίτι.