Tί είναι η διπολική διαταραχή

Η διπολική διαταραχή (γνωστή και ως διπολική συναισθηματική διαταραχή, μανιοκαταθλιπτική διαταραχή ή απλώς μανιοκατάθλιψη), είναι μια ψυχική νόσος.

 

Υπάρχουν γενικευμένα προβλήματα με κοινωνικό στίγμα, στερεότυπα καθώς και προκατάληψη ενάντια σε άτομα με διπολική διαταραχή, ωστόσο η διπολική διαταραχή έχει συνδεθεί και με την δημιουργικότητα και ακόμη και την ιδιοφυΐα, και πολλοί καλλιτέχνες, όπως ο ζωγράφος Βίνσεντ βαν Γκογκ, η ηθοποιός και συγγραφέας Κάρι Φίσερ και η συγγραφέας Βιρτζίνια Γουλφ, έπασχαν από αυτή.

Συμπτωματολογία

Η μανία είναι κυρίαρχο χαρακτηριστικό της διπολικής διαταραχής, και μπορεί να συμβεί με διαφορετικά επίπεδα σοβαρότητας. Σε ηπιότερα επεισόδια μανίας, γνωστά ως υπομανία, τα άτομα εμφανίζονται ενεργητικά, ευερέθιστα, και μπορεί να είναι πολύ παραγωγικά. Όταν η μανία γίνεται πιο σοβαρή, τα άτομα αρχίζουν να συμπεριφέρονται αλλοπρόσαλλα και παρορμητικά, παίρνοντας συχνά λανθασμένες αποφάσεις και έχουν μη ρεαλιστικές ιδέες για το μέλλον, ενώ η ανάγκη για ύπνο μειώνεται σημαντικά. Σε πολύ σοβαρά επεισόδια μανίας, τα άτομα μπορεί να βιώσουν πολύ διαστρεβλωμένες πεποιθήσεις για τον κόσμο και την πραγματικότητα, αυτό είναι γνωστό και ως ψύχωση.

Τα άτομα που βιώνουν μανιακά επεισόδια, επίσης, συχνά βιώνουν και καταθλιπτικά επεισόδια. Κάποιοι βιώνουν μια κατάσταση στην οποία παρουσιάζονται ταυτόχρονα χαρακτηριστικά μανίας και κατάθλιψης, αυτά ονομάζονται μικτά επεισόδια και είναι τα πιο ευμετάβλητα στο πλαίσιο της διαταραχής. Τα μανιακά και καταθλιπτικά επεισόδια διαρκούν από λίγες ημέρες έως μερικούς μήνες.

Μανιακά επεισόδια

Η μανία είναι μια περίοδος αυξημένης ή ευερέθιστης διάθεσης, η οποία μπορεί να λάβει τη μορφή της ευφορίας, και διαρκεί για τουλάχιστον μία εβδομάδα (λιγότερο εάν απαιτείται νοσηλεία).[1]
Στο κατώφλι της αιωνιότητας, πίνακας του Βίνσεντ βαν Γκογκ από τα 1890 που συμβολίζει την απόγνωση που χαρακτηρίζει την κατάθλιψη, ο Βαν Γκογκ έπασχε από διπολική διαταραχή, κάποιοι υποθέτουν ότι κατά την διάρκεια μικτού επεισοδίου έκοψε το ίδιο του το αυτί.

Τα άτομα με μανία συνήθως βιώνουν μια αύξηση στην ενέργεια και μειωμένη ανάγκη για ύπνο, και πολλές φορές μπορεί να κοιμούνται μόλις τρεις ή τέσσερις ώρες κάθε νύχτα. Μερικοί μπορεί να περάσουν μέρες χωρίς ύπνο. Ένα μανιακό άτομο μπορεί να εμφανίζει ταχύ ρυθμό ομιλίας και να εμφανίζει την αίσθηση της πίεσης του λόγου, καθώς και οι σκέψεις του φαίνεται να αλλάζουν με ταχύ ρυθμό.[2] Κατά την διάρκεια της μανίας η προσοχή ενός ατόμου διασπάται εύκολα. Η κριτική ικανότητα του ανθρώπου επίσης επηρεάζεται αρνητικά και οι πάσχοντες μπορεί να κάνουν μεγάλες δαπάνες ή να παρουσιάζουν επικίνδυνη συμπεριφορά που δεν είναι φυσιολογική γι’ αυτούς. Η χρήση ουσιών είναι συχνή και η συμπεριφορά τους μπορεί να γίνει επιθετική και ενοχλητική. Μπορεί να αισθάνονται εκτός ελέγχου ή σαν να έχουν «επιλεγεί για μια ειδική αποστολή» καθώς εμφανίζουν μεγαλοπρεπείς και παραληρητικές ιδέες. Η σεξουαλική ορμή μπορεί να αυξηθεί. Στην πιο ακραία μορφή μανίας, ένα άτομο μπορεί να εμφανίσει ψύχωση ή διάσπαση από την πραγματικότητα, όπου η σκέψη επηρεάζεται μαζί με την διάθεση.[3] Αυτό μπορεί μερικές φορές να οδηγήσει σε βίαιες συμπεριφορές.[4] Μερικοί άνθρωποι με μανία βιώνουν έντονο άγχος και ευερεθιστότητα (σε σημείο οργής), ενώ άλλοι είναι αισιόδοξοι και ευφορικοί.[5][6][7]

Η έναρξη ενός μανιακού επεισοδίου συχνά προαναγγέλλεται από διαταραχές του ύπνου. Αλλαγές στη διάθεση, ψυχοκινητικές αλλαγές και αλλαγές στην όρεξη καθώς και μια αύξηση του άγχους μπορεί επίσης να εμφανιστούν έως τρεις εβδομάδες πριν από την ανάπτυξη ενός μανιακού επεισοδίου.

Υπομανιακά επεισόδια

Η υπομανία χαρακτηρίζεται απο ήπια έως μέτρια επίπεδα αυξημένης διάθεσης όπως αισιοδοξία, πίεση του λόγου και αυξημένη δραστηριότητα καθώς και μειωμένη ανάγκη για ύπνο. Σε γενικές γραμμές, η υπομανία δεν προκαλεί δυσλειτουργία όπως η μανία.[8] Πολλά άτομα με υπομανία είναι στην πραγματικότητα πιο παραγωγικοί από ό,τι συνήθως, ενώ τα μανιακά άτομα έχουν δυσκολία να ολοκληρώσουν τις εργασίες που τους ανατίθενται. Μερικοί άνθρωποι με υπομανία δείχνουν αυξημένη δημιουργικότητα, αν και άλλοι επιδεικνύουν κακή κρίση και ευερεθιστότητα. Πολλοί παρουσιάζουν έντονη σεξουαλική ορμή. Στην υπομανία ωστόσο δεν παρουσιάζονται ψυχωσικά χαρακτηριστικά.

Η υπομανία μπορεί να είναι ευχάριστη για το άτομο που την βιώνει. Έτσι, ακόμα και όταν η οικογένεια και οι φίλοι αναγνωρίζουν εναλλαγές της διάθεσης, το άτομο συχνά θα αρνηθεί ότι κάτι δεν πάει καλά με την διάθεση του.[9] Εάν αφεθεί χωρίς θεραπεία, ένα επεισόδιο υπομανίας μπορεί να διαρκέσει οπουδήποτε από λίγες ημέρες έως αρκετά χρόνια, όμως συνήθως τα συμπτώματα διαρκούν για μερικές εβδομάδες έως μερικούς μήνες.[10]

Καταθλιπτικά επεισόδια

Τα σημεία και συμπτώματα της καταθλιπτικής φάσης της διπολικής διαταραχής περιλαμβάνουν αίσθημα θλίψης, άγχους, ενοχής, θυμό, απομόνωση και απελπισία καθώς και διαταραχές στον ύπνο και την όρεξη. Κόπωση και απώλεια ενδιαφέροντος σε συνήθως ευχάριστες δραστηριότητες, προβλήματα συγκέντρωσης, μοναξιά, απέχθεια προς τον εαυτό, απάθεια ή αδιαφορία, αποπροσωποποίηση, απώλεια ενδιαφέροντος για σεξουαλική δραστηριότητα, κοινωνικό άγχος, ευερεθιστότητα, χρόνιος πόνος (με ή χωρίς γνωστή αιτία), έλλειψη κινήτρων και σκέψεις αυτοκτονίας επίσης εμφανίζονται. Σε σοβαρές περιπτώσεις, το άτομο μπορεί να γίνει ψυχωτικό, μια κατάσταση γνωστή ως διπολική κατάθλιψη με ψυχωσικά χαρακτηριστικά. Αυτά τα συμπτώματα περιλαμβάνουν ψευδαισθήσεις ή, λιγότερο συχνά, παραισθήσεις, συνήθως δυσάρεστες. Ένα μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο διαρκεί για τουλάχιστον δύο εβδομάδες, και μπορεί να συνεχιστεί για πάνω από έξι μήνες, αν αφεθεί χωρίς θεραπεία.[11]

Όσο πιο νωρίς εμφανιστεί η διαταραχή στην ζωή ενός ανθρώπου τόσο πιο πιθανό είναι τα πρώτα επεισόδια να είναι καταθλιπτικά. Επειδή η διπολική διάγνωση απαιτεί μανιακά ή υπομανιακά επεισόδια, πολλοί ασθενείς αρχικά διαγιγνώσκονται και αντιμετωπίζονται σαν να έχουν μείζονα κατάθλιψη.[12][13]
Μικτά επεισόδια

Στο πλαίσιο της διπολικής διαταραχής, μια μικτή κατάσταση είναι μια κατάσταση κατά την οποία τα συμπτώματα της μανίας και της κατάθλιψης συμβαίνουν ταυτόχρονα. Τυπικά παραδείγματα περιλαμβάνουν κλάμα κατά τη διάρκεια ενός καταθλιπτικού επεισοδίου ή ταχείες σκέψεις κατά τη διάρκεια ενός μανιακού επεισοδίου. Τα άτομα μπορούν επίσης να αισθάνονται έντονη απογοήτευση σε αυτή την κατάσταση, για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να έχει σκέψεις «μεγαλείου» ενώ ταυτόχρονα να αισθάνεται αποτυχημένος. Τα μικτά επεισόδια είναι συχνά η πιο επικίνδυνη περίοδος της διπολικής διαταραχής, κατά την οποία οι κίνδυνοι της κατάχρησης ουσιών, διαταραχής πανικού, απόπειρες αυτοκτονίας, και άλλες επιπλοκές αυξάνονται σημαντικά.[14]
Συνδεδεμένα χαρακτηριστικά

Τα συνδεδεμένα χαρακτηριστικά είναι κλινικά φαινόμενα που συχνά ακολουθούν την διαταραχή αλλά δεν είναι μέρος των διαγνωστικών κριτηρίων. Στους ενήλικες η διαταραχή συνοδεύεται με μεταβολές στις γνωστικές διεργασίες και ικανότητες. Αυτές περιλαμβάνουν μειωμένη προσοχή και μειωμένες εκτελεστικές ικανότητες καθώς και εξασθενημένη μνήμη. Το πώς το άτομο αντιλαμβάνεται τον κόσμο επίσης εξαρτάται απο την φάση της διαταραχής, με διαφοροποιητικά χαρακτηριστικά μεταξύ των μανιακών, υπομανιακών και καταθλιπτικών φάσεων.[15] Μερικές έρευνες έχουν διαπιστώσει μια σημαντική συσχέτιση μεταξύ της διπολικής διαταραχής και της δημιουργικότητας.[16] Μερικοί ασθενείς μπορεί να έχουν δυσκολία στη διατήρηση των σχέσεων.[17] Υπάρχουν πολλοί κοινοί προάγγελοι που εμφανίζονται σε παιδιά που αργότερα διαγιγνώσκονται με διπολική διαταραχή. Αυτοί περιλαμβάνουν ανωμαλίες στην διάθεση, πλήρη μείζονα επεισόδια κατάθλιψης καθώς και διαταραχή ελλειμματική προσοχής – υπερκινητικότητας (ADHD).[18]
Συνοσηρότητα

Η διάγνωση της διπολικής διαταραχής μπορεί να γίνει πιο περίπλοκη από συνυπάρχουσες ψυχιατρικές παθήσεις όπως η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, κοινωνική φοβία, διαταραχή πανικού και διαταραχή ελλειμματική προσοχής – υπερκινητικότητας. Η κατάχρηση ουσιών μπορεί να προϋπάρχει της εμφάνισης των συμπτωμάτων διπολικής διαταραχής, περιπλέκοντας περαιτέρω τη διάγνωση. Μια προσεκτική ανάλυση κατά μήκος των συμπτωμάτων και επεισοδίων, εμπλουτισμένη αν είναι δυνατόν από φίλους και μέλη της οικογένειας, είναι ζωτικής σημασίας για τη θέσπιση ενός σχεδίου θεραπείας, ειδικά όταν υπάρχουν αυτά τα συνυπάρχοντα νοσήματα.[19]
Αιτιολογία

Τα αίτια της διπολικής διαταραχής ενδέχεται να διαφέρουν μεταξύ των ατόμων . Οι μελέτες σε διδύμους έχουν δείξει μια σημαντική γενετική συμβολή, καθώς και την επίδραση του περιβάλλοντος. Για τη διπολική διαταραχή Ι, τα ποσοστά αντιστοιχίας στις σύγχρονες μελέτες είναι σταθερά γύρω στο 40% σε μονοζυγωτικά δίδυμα (ίδια γονίδια), σε σύγκριση με το 0 έως το 10% σε διζυγωτικά δίδυμα.[20] Η συνολική κληρονομικότητα της διπολικής διαταραχής έχει τεθεί σε 0,71.[21] Η σχετικά χαμηλή αντιστοιχία μεταξύ διζυγωτικών δίδυμων που μεγαλώνουν μαζί δείχνει ότι οι οικογενειακές περιβαλλοντικές επιπτώσεις είναι περιορισμένες.[21]
Γενετικά αίτια

Γενετικές μελέτες έχουν δείξει πολλές χρωμοσωμικές περιοχές και υποψήφια γονίδια που φαίνεται να σχετίζονται με την ανάπτυξη της διπολικής διαταραχής, αλλά τα αποτελέσματα δεν είναι συνεπή και συχνά δεν αντιγράφονται.[22]

Αν και η πρώτη γενετική εύρεση για τη μανία ήταν το 1969,[23] οι μελέτες σύνδεσης έχουν ασυνέπειες.[24]

Τα ευρήματα συνηγορούν στην ετερογένεια, με διαφορετικά γονίδια να εμπλέκονται σε διαφορετικές οικογένειες. Επιμέρους γονίδια είναι πιθανό να έχουν μόνο μια μικρή επίδραση και να συμμετέχουν σε κάποια πτυχή που σχετίζεται με τη διαταραχή (και σε ένα ευρύ φάσμα τις φυσιολογικής ανθρώπινης συμπεριφοράς) και όχι στη διαταραχή αυτή καθαυτή.[24][25][26][27][28][29]

Η προχωρημένη ηλικία του πατέρα έχει συνδεθεί με μια κάπως αυξημένη πιθανότητα της διπολικής διαταραχής στους απογόνους, σύμφωνα με την υπόθεση της αύξησης νέων γενετικών μεταλλάξεων.[30]
Ψυχολογικά αίτια
microscopic image of a neuron
Μελέτες απεικονίσεως αποκάλυψαν διαφορές στον όγκο διάφορων περιοχών του εγκεφάλου ανάμεσα σε ασθενείς με διπολική διαταραχή και υγιείς ανθρώπους.

Ανωμαλίες στη δομή και λειτουργία ορισμένων κυκλωμάτων του εγκεφάλου θα μπορούσαν να κρύβουν τη διπολική διαταραχή. Αναλύσεις MRI σε άτομα με διπολική διαταραχή αναφέρουν αύξηση του όγκου των πλαγίων κοιλιών, της ωχράς σφαίρας καθώς και την αύξηση των ποσοστών λευκής ουσίας.[31][32][33] Ευρήματα της λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας δείχνουν μία ανώμαλη διαφοροποίηση μεταξύ περιοχών του προμετωπιαίου και στεφανιαίου λοβού, ιδιαίτερα στην αμυγδαλή, που ενδέχεται να συμβάλει στην κακή ρύθμιση των συναισθημάτων και των συμπτωμάτων της διάθεσης.[34]

Σύμφωνα με μία υπόθεση, όταν οι άνθρωποι που έχουν γενετική προδιάθεση προς την διπολική διαταραχή βιώνουν στρεσογόνα γεγονότα, το όριο του στρες στο οποίο συμβαίνουν οι αλλαγές της διάθεσης γίνεται σταδιακά χαμηλότερο, μέχρι τα επεισόδια τελικά να ξεκινήσουν (και να επαναληφθούν) χωρίς προειδοποίηση. Υπάρχουν στοιχεία στον άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων, πως μπορεί να αναπτύξει ανωμαλίες στη διπολική διαταραχή που οφείλεται στο στρες.[35][36][37][38]

Άλλα συστατικά του εγκεφάλου που έχουν προταθεί ότι παίζουν ένα ρόλο είναι τα μιτοχόνδρια,[39] και μια αντλία τριφωσφορικής αδενοσίνης νατρίου,[40] προκαλώντας κυκλικές περιόδους κακής πυροδότησης των νευρώνων (κατάθλιψη) καθώς και υπερευαισθησίας των νευρώνων (μανία).[41]
Περιβαλλοντικά αίτια

Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι περιβαλλοντικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και την πορεία της διπολικής διαταραχής, και ότι οι ατομικές ψυχοκοινωνικές μεταβλητές μπορεί να αλληλεπιδράσουν με γενετικές προδιαθέσεις.[28] Υπάρχουν αρκετά συνεπή στοιχεία από μελέτες που δείχνουν ότι πρόσφατα γεγονότα στην ζωής και στις διαπροσωπικές σχέσεις συμβάλλουν στην πιθανότητα υποτροπών της διπολικής διαταραχής, όπως και στην μείζονα κατάθλιψη.[42] Υπήρξαν επανειλημμένες αναφορές ότι το ένα τρίτο έως το ήμισυ των ενηλίκων που έχει διαγνωστεί με διπολική διαταραχή αναφέρουν τραυματικές/βίαιες εμπειρίες στην παιδική ηλικία, κάτι που συνδέεται με γρηγορότερη εμφάνιση καθώς και χειρότερη εξέλιξη της διαταραχής.[43] Ο συνολικός αριθμός αυτών που αναφέρουν στρεσογόνα γεγονότα στην παιδική ηλικία είναι υψηλότερος σε εκείνους που διαγνώσθηκαν με διπολική διαταραχή στην ενήλικη ζωή τους σε σύγκριση με εκείνους χωρίς ιδιαίτερα στρεσογόνα γεγονότα.[44]
Νευρολογικά αίτια

Λιγότερο συχνά η διπολική διαταραχή μπορεί να συμβεί σε συνδυασμό με μια νευρολογική πάθηση ή βλάβη όπως εγκεφαλικό επεισόδιο, τραυματική βλάβη εγκεφάλου, μόλυνση από HIV, πολλαπλή σκλήρυνση, πορφυρία και πιο σπάνια απο επιληψία κροταφικού λοβού.[45]
Νευροενδοκρινολογικά αίτια

Η ντοπαμίνη, ένας γνωστός νευροδιαβιβαστής υπεύθυνος για την εναλλαγή της διάθεσης έχει αποδειχθεί ότι αυξάνεται κατά τη διάρκεια της μανίας.[46] Δύο επιπλέον νευροδιαβιβαστές, το γάμμα-αμινοβουτυρικό οξύ και το γλουταμικό, έχει ανακαλυφθεί ότι προκαλούν ανεβασμένα επίπεδα διάθεσης. Το γλουταμικό αυξάνεται σημαντικά εντός του αριστερού πλαγιοπίσθιου προμετωπιαίου φλοιόυ κατά τη διάρκεια της μανιακής φάσης της διπολικής διαταραχής, και επιστρέφει σε φυσιολογικά επίπεδα μόλις το επεισόδιο τελειώσει.[47] Το γάμμα-αμινοβουτυρικό βρίσκεται σε υψηλότερες συγκεντρώσεις σε άτομα με διπολική διαταραχή οδηγώντας στην μείωση υποδοχέων γάμμα-αμινοβουτυρικού.[48][49] Η αύξηση του γάμμα-αμινοβουτυρικού είναι πιθανόν να προκαλείται από μια διαταραχή στην πρόωρη ανάπτυξη που με τη σειρά της προκαλεί μια διαταραχή της μετανάστευσης των κυττάρων και του σχηματισμόυ φυσιολογικής ανάπτυξης των δομών του εγκεφάλου που συνδέονται συνήθως με τον εγκεφαλικό φλοιό.[50]
Πρόληψη

Η πρόληψη της διπολικής διαταραχής έχει επικεντρωθεί στο στρες (όπως στις αντιξοότητες της παιδικής ηλικίας ή μιας πολύ συγκρουσιακής οικογένειας), κάτι το οποίο παρόλο που δεν είναι διαγνωστικός παράγοντας για την διπολική διαταραχή, θέτει κάποια γενετικά και βιολογικά ευάλωτα άτομα σε κίνδυνο για μια πιο άσχημη πορεία της νόσου.[51] Έχει υπάρξει συζήτηση και προβληματισμός γύρω από την χρήση κάνναβης και την διπολική διαταραχή.[52]
Διάγνωση

Η διάγνωση βασίζεται σε προσωπικές εμπειρίες του ασθενούς καθώς και ανωμαλίες στην συμπεριφορά που έχουν παρατηρηθεί από μέλη της οικογένειας, φίλους ή συναδέλφους. Η διάγνωση συνεχίζεται με σημάδια που παρατηρεί ο ψυχίατρος ή ο ψυχολόγος ως οι μόνοι αρμόδιοι. Υπάρχει μια λίστα με κριτήρια που πρέπει να υπάρχουν για να διαγνωσθεί τελικά η διπολική διαταραχή, αυτά βασίζονται στην ύπαρξη και την διάρκεια ορισμένων συμπτωμάτων ή σημείων.[53]

Αρχικά μπορεί ο ασθενής να εξεταστεί απο έναν ιατρό. Παρόλο που δεν υπάρχουν βιολογικές εξετάσεις που να επιβεβαιώνουν την διπολική διαταραχή, μπορεί να γίνουν κάποιες για να αποκλειστούν παθήσεις και ασθένειες που παρουσιάζονται με παρόμοια συμπτώματα.
Διπολικό φάσμα

Το διπολικό φάσμα αναφέρεται σε μια κατηγορία διαταραχών που παρουσιάζουν ασυνήθιστα ανεβασμένη ή καταθλιπτική διάθεση. Αυτές οι διαταραχές κυμαίνονται από διπολική διαταραχή I, πλήρη μανιακά επεισόδια, κυκλοθυμία, υπομανιακά επεισόδια έως διαταραχές που πληρούν μόνο μερικά από τα κριτήρια μανίας ή υπομανίας. Αυτές οι διαταραχές συνήθως περιλαμβάνουν τα καταθλιπτικά συμπτώματα ή επεισόδια που μπορούν να εναλλαχτούν με ανεβασμένη διάθεση ή ακόμα και μικτά επεισόδια που εμφανίζουν τα συμπτώματα και των δύο πόλων.[54] Η έννοια του διπολικού φάσματος είναι η ίδια με αυτή του Emil Kraepelin, της μανιοκαταθλιπτικής ασθένειας.[55] Αυτή τη στιγμή η μανιοκαταθλιπτική ασθένεια αναφέρεται συνήθως ως διπολική διαταραχή. Ένα απλό ονοματολογικό σύστημα συστήθηκε το 1978 για να ξεχωρίζει πιο εύκολα το σημείο που βρίσκεται το άτομο μέσα στο διπολικό φάσμα.[56]

Τα σημεία του φάσματος που χρησιμοποιούν αυτή την ονοματολογία συμβολίζονται με την χρήση των παρακάτω κωδικών:

M—σοβαρή μανία
D—σοβαρή κατάθλιψη (μονοπολική κατάθλιψη)
m—ηπιότερη μανία (υπομανία)
d—ηπιότερη κατάθλιψη

Συνεπώς το, mD, αντιπροσωπεύει μια υπομανιακή κατάσταση με μείζων κατάθλιψη. Ένας περαιτέρω διαχωρισμός γίνεται μερικές φορές στην σειρά των γραμμάτων για να αναδείξει την σειρά των επεισοδίων, όταν δηλαδή η φυσιολογική κατάσταση του ασθενούς διακόπτεται από επεισόδια μανίας ακολουθούμενα από κατάθλιψη (MD) ή αντιστρόφως (DM).

Εφαρμόζοντας αυτό το μοντέλο η μονοπολική κατάθλιψη συμβολίζεται με D. Η μονοπολική μανία (M) είναι είτε πολύ σπάνια, ή ανύπαρκτη δεδομένου ότι υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία για κάτι τέτοιο, τέτοιες περιπτώσεις εξάλλου αναφέρονται ως Md.[57]

Η μονοπολική υπομανία (m) χωρίς συνοδευόμενη κατάθλιψη έχει αναφερθεί ωστόσο στην ιατρική βιβλιογραφία.[58] Υπάρχει προβληματισμός για το εάν αυτή η κατάσταση μπορεί να εμφανιστεί με μεγαλύτερη συχνότητα στον γενικό πληθυσμό που δεν λαμβάνει θεραπεία. Η επιτυχής κοινωνική λειτουργία αυτών των ατόμων με τις δυνητικά υψηλές επιδόσεις μπορεί να οδηγήσει στο να τους χαρακτηρίζουν φυσιολογικούς, αντί για άτομα με σημαντική απορρύθμιση.
Κριτήρια και υποτύποι

Δεν υπάρχει καμία σαφής συναίνεση μεταξύ επιστημόνων ως προς το πόσοι τύποι της διπολικής διαταραχής υπάρχουν.[59] Ωστόσο το DSM-IV-TR (Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders) και ICD-10 (International Statistical Classification of Diseases and Related Health Problems) αναφέρουν ότι η διπολική διαταραχή είναι αντιληπτή ως ένα φάσμα διαταραχών που συμβαίνουν σε ένα συνεχές. Το DSM-IV-TR απαριθμεί τρεις ειδικούς υποτύπους και έναν υποτύπο για μη καθορισμένη κατηγορία διπολικής διαταραχής.[60]
Διπολική Διαταραχή Ι

Ένα ή περισσότερα μανιακά επεισόδια. Υποκατηγορίες καθορίζουν αν έχουν υπάρξει πάνω από ένα επεισόδια και τον τύπο το πιο πρόσφατου επεισοδίου.[61] Ένα καταθλιπτικο ή υπομανιακό επεισόδιο δεν χρειάζεται για τη διάγνωση αλλά συχνά συμβαίνει.

Διπολική Διαταραχή ΙΙ

Κανένα μανιακό αλλά ένα ή και περισσότερα υπομανιακά επεισόδια, καθώς και ένα ή περισσότερα καταθλιπτικά επεισόδια.[62] Τα υπομανιακά επεισόδια δεν φτάνουν τις ακραίες μορφές της μανίας (π.χ συνήθως δεν προκαλούν σοβαρή κοινωνική δυσλειτουργία και δεν υπάρχουν ψυχωσικά συμπτώματα) και αυτό μπορεί να κάνει την διπολική διαταραχή ΙΙ δύσκολη να διαγνωσθεί έγκαιρα καθώς τα υπομανιακά επεισόδια μπορεί να φαίνονται ως μια περίοδος μεγάλης παραγωγικότητας και αναφέρονται σπανιότερα από τα καταθλιπτικά επεισόδια.

Κυκλοθυμία

Ένα ιστορικό υπομανιακών επεισοδίων με περιόδους κατάθλιψης που δεν πληρούν τα κριτήρια για μείζονα καταθλιπτικά επεισόδια.[63] Υπάρχει μια ήπια κυκλική αλλαγή της διάθεσης η οποία φαίνεται στον παρατηρητή ως στοιχείο της προσωπικότητας και εμποδίζει την ομαλή κοινωνική και διαπροσωπική λειτουργία του ασθενούς.

Διπολική Διαταραχή που δεν μπορεί να καθοριστεί

Αυτή η διάγνωση γίνεται όταν η διαταραχή δεν συμπίπτει με καμία από τις πιο πάνω κατηγορίες. Μπορεί να επηρεάσει πολύ αρνητικά την ποιότητα ζωής του ασθενούς.[64]

Διπολική διαταραχή ταχείας εναλλαγής

Οι περισσότεροι άνθρωποι που πληρούν τα κριτήρια για τη διπολική διαταραχή βιώνουν μια σειρά επεισοδίων, κατά μέσο όρο 0.4 έως 0.7 ανά έτος, διάρκειας τριών έως έξι μηνών.[65] Η ταχεία ενναλαγή, ωστόσο, είναι μία κατάσταση που μπορεί να εφαρμοστεί σε οποιοδήποτε από τους παραπάνω υποτύπους. Η ταχεία εναλλαγή στην διπολική διαταραχή χαρακτηρίζεται απο τέσσερα ή περισσότερα επεισόδια ετησίως και εμφανίζεται σε ένα σημαντικό ποσοστό των ατόμων με διπολική διαταραχή. Ο ορισμός της ταχείας εναλλαγής και βάσει του Diagnostic and Stistical Manual of Mental Disroders (DSM) είναι τουλάχιστον τέσσερα μείζονα καταθλιπτικά, μανιακά, υπομανιακά ή μεικτά επεισόδια να έχουν συμβεί κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 12 μηνών.[66] Υπερταχεία (σε διάστημα κάποιων ημερών) καθώς και υπερ-υπερταχεία (σε διάστημα κάποιων ωρών) εναλλαγή έχει επίσης εμφανιστεί.[67][68]
Διαφορική Διάγνωση

Υπάρχουν διάφορες άλλες ψυχικές διαταραχές οι οποίες μπορεί να παρουσιάζουν παρόμοια συμπτώματα με τη διπολική διαταραχή. Αυτές περιλαμβάνουν τη σχιζοφρένεια, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ADHD), και κάποιες διαταραχές της προσωπικότητας, συμπεριλαμβανομένης της οριακής (μετεχμιακής) διαταραχής προσωπικότητας.[69][70][71]

Έχει παρατηρηθεί ότι η διάγνωση για διπολική διαταραχή γίνεται βάσει του ιστορικού του ασθενούς, έτσι ώστε, από τεχνική άποψη, ο καθένας με μια ιστορία υπομανίας και κατάθλιψης έχει διπολική διαταραχή, ανεξάρτητα από την τρέχουσα ή μελλοντική του ψυχική κατάσταση. Αυτό έχει περιγραφεί ως «ένα ηθικό και μεθοδολογικό ζήτημα», καθώς αυτό σημαίνει ότι κανείς δεν μπορεί να θεωρηθεί ως θεραπευμένος (παρά μόνο χαρακτηρίζεται «σε ύφεση») από διπολική διαταραχή. Αυτή θεωρείται ιδιαίτερα προβληματική κατάσταση, δεδομένου ότι τα σύντομα υπομανιακά επεισόδια είναι ευρέως διαδεδομένα μεταξύ των ανθρώπων και δεν συνδέονται κατ’ ανάγκην με την δυσλειτουργία.
Θεραπεία
Το λίθιο είναι το μόνο φάρμακο που θεραπεύει τη μανία στα παιδιά.

Η διπολική διαταραχή δεν μπορεί να θεραπευτεί, αντιθέτως η θεραπεία εστιάζει στο να βοηθήσει κάποιο άτομο να ελέγχει τα υπάρχοντα επεισόδια και στο να μην αναπτύξει άλλα επεισόδια στο μέλλον. Η θεραπεία γίνεται με φαρμακευτική αγωγή και ψυχοθεραπεία. Νοσηλεία ίσως χρειαστεί, ειδικά σε επεισόδια μανίας.[72][73]
Ψυχοθεραπευτική προσέγγιση

Η ψυχοθεραπεία έχει ως στόχο την ανακούφιση των συμπτωμάτων, αναγνωρίζει τι πυροδοτεί το κάθε επεισόδιο, μείωνει τα αρνητικά συναισθήματα που εκφράζονται στις σχέσεις, αναγνωρίζει αρχικά συμπτώματα πριν από την πλήρη υποτροπή καθώς και αναγνωρίζει τους παράγοντες που οδηγούν στην διατήρηση της ύφεσης.[74][75][76] Η γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία, θεραπεία με επίκεντρο την οικογένεια και ψυχοεκπαίδευση έχουν την μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και βοηθάνε στην πρόληψη των υποτροπών, ενώ η θεραπεία κοινωνικού ρυθμού και η διαπροσωπική ψυχοθεραπεία φαίνεται να είναι οι πιο αποτελεσματικές όσον αφορά τα καταθλιπτικά συμπτώματα. Οι περισσότερες μελέτες έχουν βασιστεί μόνο σε ασθενείς με δπολική διαταραχή, όμως, και η θεραπεία κατά τη διάρκεια της οξείας φάσης μπορεί να είναι μια ιδιαίτερη πρόκληση.[77][78]
Φαρμακευτική αγωγή

Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός φαρμάκων που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της διπολικής διαταραχής.[79] Η φαρμακευτική αγωγή με το καλύτερο αποτέλεσμα είναι το λίθιο, το οποίο είναι αποτελεσματικό στη θεραπεία της οξείας μανίας[80] καθώς και στην πρόληψη των υποτροπών περισσότερο για μανιακά αντί για καταθλιπτικά επεισόδια.[81] Το λίθιο μειώνει τον κίνδυνο της αυτοκτονίας και αυτοτραυματισμού σε άτομα με διπολική διαταραχή.[82]

Τέσσερα αντιεπιληπτικά χρησιμοποιούνται στη θεραπεία της διπολικής διαταραχής. Η καρβαμαζεπίνη είναι αποτελεσματική στη θεραπεία των μανιακών επεισοδίων , με κάποιες έρευνες να δείχνουν πως είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική στην ταχεία εναλλαγή της διπολικής διαταραχής καθώς και σε εκείνους με έντονα ψυχωσικά συμπτώματα . Είναι λιγότερο αποτελεσματική ωστόσο στην πρόληψη της υποτροπής από το λίθιο.[83] Η καρβαμαζεπίνη έγινε δημοφιλής επιλογή θεραπείας για τη διπολική διαταραχή στα τέλη του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αλλά εκτοπίστηκε από το βαλπροϊκό νάτριο στη δεκαετία του 1990 το οποίο πλέον χρησιμοποιείται συχνότερα σαν θεραπεία για την διπολική διαταραχή καθώς είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό στην θεραπεία μανιακών επεισοδίων.[84] Η λαμοτριγίνη έχει κάποια αποτελεσματικότητα στη θεραπεία της διπολικής κατάθλιψης, έχει επίσης αποδειχθεί ότι έχει κάποια αποτελεσματικότητα στην πρόληψη περαιτέρω επεισοδίων αν και σύμφωνα με μελέτες που έχουν γίνει δεν είναι αρκετά αποτελεσματική στην ταχεία εναλλαγή.[85][86] Η αποτελεσματικότητα της τοπιραμάτης είναι άγνωστη.[87] Ανάλογα με τη σοβαρότητα της περίπτωσης, αντιεπιληπτικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό με λίθιο ή και μόνα τους.[88]

Αντιψυχωσικά έχουν βρεθεί να είναι χρήσιμα για τη διαχείριση της μανίας που σχετίζεται με τη διπολική διαταραχή, ωστόσο οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις δεν είναι σαφείς.[89] Η ολανζαπίνη είναι αποτελεσματική στην πρόληψη των υποτροπών, αν και τα στοιχεία δεν είναι τόσα πολλά όσο για το λίθιο.[90] Τα αντικαταθλιπτικά δεν έχουν δείξει να επιφέρουν κάποια βελτίωση που να μην την προκαλούν και απο μόνοι τους άλλοι σταθεροποιητές διάθεσης.[91]

Χορήγηση βενζοδιαζεπινών για σύντομο χρονικό διάστημα μπορεί να χρησιμοποιηθεί παράλληλα με άλλα φάρμακα μέχρι να σταθεροποιηθεί πλήρως η διάθεση.[92]
Πρόγνωση

Για πολλά άτομα με διπολική διαταραχή μια καλή πρόγνωση προκύπτει από μια καλή θεραπεία, η οποία με τη σειρά της, προκύπτει από μια σωστή διάγνωση. Επειδή η διπολική διαταραχή μπορεί να έχει ένα υψηλό ποσοστό λανθασμένης διάγνωσης,[12] είναι συχνά δύσκολο για τα άτομα με την διαταραχή να λάβουν έγκαιρη και κατάλληλη θεραπεία.

Η διπολική διαταραχή μπορεί να είναι μια σοβαρή ιατρική κατάσταση. Ωστόσο τα άτομα με διπολική διαταραχή μπορεί να ζήσουν μια ολοκληρωμένη και ικανοποιητική ζωή. Αρκετά συχνά, η φαρμακευτική αγωγή είναι απαραίτητη για την επίτευξη του στόχου αυτού. Τα άτομα με διπολική διαταραχή μπορεί να έχουν περιόδους φυσιολογικής ή σχεδόν φυσιολογικής λειτουργίας μεταξύ των επεισοδίων (νορμοθυμία).[93]
Λειτουργικότητα

Η λειτουργικότητα του ατόμου στη διπολική διαταραχή Ι και ΙΙ μεταβάλλεται με το χρόνο κατά μήκος ενός φάσματος από καλή ως μέτρια έως κακή. Κατά τη διάρκεια των περιόδων της μείζονος κατάθλιψης ή μανίας, η λειτουργικότητα είναι συνήθως κακή, με την κατάθλιψη να συνδέεται περισσότερο με την δυσλειτουργία από τη μανία. Η λειτουργικότητα του ατόμου μεταξύ των επεισοδίων είναι κατά μέσο όρο καλή. Ωστόσο τα συμπτώματα της υπομανίας συνδέονται περισσότερο με την βελτίωση της λειτουργικότητας του ατόμου.[94]

Μια άλλη μελέτη επιβεβαίωσε τη σοβαρότητα της διαταραχής λέγοντας πως «το ποσοστό της θνησιμότητας από κάθε αίτιο σε ασθενείς με διπολική διαταραχή έχει αυξηθεί περίπου δύο φορές». Η διαταραχή συνδέεται με ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό αυτοκτονίας, ειδικά στα καταθλιπτικά επεισόδια.[95]
Αυτοκτονία

Η διπολική διαταραχή μπορεί να προκαλέσει αυτοκτονικό ιδεασμό που οδηγεί σε απόπειρες αυτοκτονίας. Ένα στα τρία άτομα με διπολική διαταραχή έχουν κάνει απόπειρες αυτοκτονίας στο παρελθόν ή έχουν αυτοκτονήσει. Το ποσοστό θνησιμότητας από αυτοκτονία στη διπολική διαταραχή είναι μεταξύ 18 και 25.[96][97][98]

Ιστορία της διαταραχής

Παραλλαγές της διάθεσης και διαφοροποιήσεις στα επίπεδα ενέργειας έχουν παρατηρηθεί στην ιστορία προ αμνημονεύτων χρόνων. Οι λέξεις «μελαγχολία» (μια παλιά λέξη για την κατάθλιψη) και «μανία» προέρχονται από την αρχαία Ελλάδα. Η λέξη μελαγχολία προέρχεται από το μέλας, που σημαίνει «μαύρο» και χόλος που σημαίνει «χολή»,[99] ενδεικτικό της προέλευσης του όρου στις προ-Ιπποκράτη θεωρίες. Εντός των θεωριών αυτών η μανία θεωρήθηκε πως βγαίνει από περίσσεια κίτρινη χολή, ή ένα μείγμα από μαύρη και κίτρινη χολή. Οι γλωσσικές ρίζες της μανίας, ωστόσο, δεν είναι τόσο ξεκάθαρες. Κάποιες ετυμολογίες που προτείνει ο Ρωμαίος ιατρός, Aυρηλιανός, συμπεριλαμβανομένων των αρχαίων ελληνικών λέξεων «ἀνία», που σημαίνει «να παράγει μεγάλη ψυχική οδύνη» και «μανός», που σημαίνει «χαλαρός», το οποίο προσεγγίζει σε υπερβολική χαλάρωση του νου και της ψυχής.[100] Υπάρχουν τουλάχιστον πέντε άλλες υποψήφιες ετυμολογίες, και μέρος της σύγχυσης που περιβάλλει την ακριβή ετυμολογία της λέξης «μανία» είναι η ποικίλη χρήση της στην προ-Ιπποκράτειο ποίηση και μυθολογία.[100]

Στις αρχές της δεκαετίας του 1800, ο Γάλλος ψυχίατρος Jean – Étienne Dominique Esquirol και οι «συναισθηματικές μονομανίες», ήταν η πρώτη προσέγγιση σε ό,τι ήταν να εξελιχθεί στη σύγχρονο κατάθλιψη.[101] Η βάση της τρέχουσας σύλληψης της μανιοκατάθλιψης μπορεί να εντοπιστεί στη δεκαετία του 1850, στις 31 Ιανουαρίου του 1854, ο Jules Baillarger περιγράφει στη Γαλλική Αυτοκρατορική Ακαδημία Ιατρικής μία διφασική ψυχική ασθένεια που προκαλεί επαναλαμβανόμενες ταλαντώσεις μεταξύ μανίας και της κατάθλιψης, την οποία ονόμασε folie à double forme («διπλής μορφής παραφροσύνη»).[102] Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 14 Φεβρουαρίου 1854, ο Jean – Pierre Falret παρουσίασε μια περιγραφή στην Ακαδημία σχετικά με το τι ήταν ουσιαστικά η ίδια διαταραχή, και ορίζεται folie circulaire («κυκλική παραφροσύνη») από αυτόν. [103]

Αυτές οι έννοιες αναπτύχθηκαν περαιτέρω από τον Γερμανό ψυχίατρο Emil Kraepelin, ο οποίος, χρησιμοποιώντας την προσέγγιση του Kahlbaum σχετικά με την κυκλοθυμία,[104] κατηγοριοποιεί και μελετά τη φυσική πορεία των ασθενών με διπολική διαταραχή οι οποίοι δεν λάμβαναν κανένα είδος θεραπείας. Αυτός επινόησε τον όρο μανιοκαταθλιπτική ψύχωση, αφού διαπίστωσε ότι οι περίοδοι της οξείας ασθένειας, μανίας ή κατάθλιψης, γενικά χαρακτηρίζονταν από διαστήματα όπου ο ασθενής ήταν σε θέση να λειτουργήσει κανονικά.[105]

Ο όρος «μανιοκαταθλιπτική αντίδραση» εμφανίστηκε στο πρώτο διαγνωστικό εγχειρίδιο της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας το 1952, επηρεασμένη από την κληρονομιά του Adolf Meyer ο οποίος είχε προτείνει την ασθένεια ως αντίδραση βιογενετικών παραγόντων από ψυχολογικές και κοινωνικές επιρροές.[106] Οι υποτύποι της διπολικής διαταραχής προτάθηκαν για πρώτη φορά από τον Γερμανό ψυχίατρο Karl Leonhard το 1957 ο οποίος ήταν και ο πρώτος που εισήγαγε τον όρο διπολικός (για άτομα με μανία) και μονοπολικός (για άτομα με καταθλιπτικά επεισόδια).[107]

Πηγές

Βιβλιογραφία

  • Barker, P., επιμ. (2003). Psychiatric and mental health nursing: the craft and caring. London: Arnold.
  • Basco, Monica Ramírez (2005). The bipolar workbook: tools for controlling your mood swings. Guilford Press. ISBN 978-1-59385-162-0.
  • Basco, Monica Ramirez. Rush, A. John (2005). Cognitive-Behavioral Therapy for Bipolar Disorder (Second έκδοση). New York: The Guilford Press. ISBN 978-1-59385-168-2. OCLC 300306925.
  • Bergen, M. (1999). Riding the Roller Coaster: Living with Mood Disorders. Wood Lake Publishing. ISBN 978-1-896836-31-7.
  • Brown, Malcomb R.. Basso, Michael R. (2004). Focus on Bipolar Disorder Research. Nova Science Publishers. ISBN 978-1-59454-059-2.
  • Diagnostic and statistical manual of mental disorders: DSM-IV. Washington, DC: American Psychiatric Association. 1994. ISBN 978-0-89042-061-4. OCLC 29953039.
    • Diagnostic and statistical manual of mental disorders: DSM-IV (4th, text revision έκδοση). Washington, DC: American Psychiatric Association. 2000. ISBN 978-0-89042-025-6. OCLC 742067027.
  • Joseph, Chris (2008). Manicdotes: There’s Madness in His Method. London: Austin & Macauley. ISBN 978-1-905609-07-9. Amazon review.
  • Goodwin, F. K.. Jamison, K. R. (1990). Manic–Depressive Illness. New York: Oxford University Press. ISBN 978-0-19-503934-4.
  • Goodwin, F. K.. Jamison, K. R. (2007). Manic–depressive illness: bipolar disorders and recurrent depression. Oxford University Press. ISBN 978-0-19-513579-4.
  • Jamison, Kay Redfield (1995). An Unquiet Mind: A Memoir of Moods and Madness. New York: Knopf. ISBN 978-0-330-34651-1.
  • Jamison, Kay R.. Goodwin, Frederick Joseph (2007). Manic–depressive illness: bipolar disorders and recurrent depression. Oxford: Oxford University Press. ISBN 978-0-19-513579-4. OCLC 70929267.
  • Leahy, Robert L.. Johnson, Sheri L. (2003). Psychological Treatment of Bipolar Disorder. New York: The Guilford Press. ISBN 978-1-57230-924-1. OCLC 52714775.
  • Liddell, Henry George. Scott, Robert (1980). A Greek-English Lexicon (Abridged έκδοση). Oxford University Press. ISBN 978-0-19-910207-5.
  • Millon, Theordore (1996). Disorders of Personality: DSM-IV-TM and Beyond. New York: John Wiley and Sons. ISBN 978-0-471-01186-6.
  • Robinson, D. J. (2003). Reel Psychiatry: Movie Portrayals of Psychiatric Conditions. Port Huron, Michigan: Rapid Psychler Press. ISBN 978-1-894328-07-4.
  • Sadock, Benjamin J.. Kaplan, Harold I.. Sadock, Virginia A. (2007). Kaplan & Sadock’s synopsis of psychiatry: behavioral sciences/clinical …. ISBN 978-0-7817-7327-0.
  • Yatham, Lakshmi (2010). Bipolar Disorder. New York: Wiley. ISBN 978-0-470-72198-8.
  • Perry, I (1947). Vincent van Gogh’s illness: a case record. Bulletin of the History of Medicine.

Παραπομπές

 

 

ip[
Exit mobile version