Πρωτοπρ. Άγγελος Αγγελακόπουλος, Αρχιμ. Σωφρόνιος Σαχάρωφ και Οικουμενισμός

Ἐν Πειραιεῖ 19-09-2016
ΑΡΧΙΜ. ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΣΑΧΑΡΩΦ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ
Πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος
ἐφημ. Ἱ. Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Νέας Καλλιπόλεως Πειραιῶς
Ὅσοι ἔχουν ἀσχοληθεῖ μέχρι σήμερα μέ τόν Ἀρχιμανδρίτη κυρό Σωφρόνιο Σαχάρωφ καί ἔχουν γράψει ἄρθρα, κείμενα ἤ βιβλία σχετικά μ’αὐτόν, ἐπισημαίνουν συνήθως ὅτι ὑπῆρξε βαθυστόχαστος θεολόγος τοῦ ἀκτίστου φωτός, μεγάλος ἀσκητής καί σωστός Ἁγιορείτης.
Ἀναμφίβολα τά ἀνωτέρω ἰσχύουν. Ὅμως, δέν ἔχει τονιστεῖ ἐμφαντικά οὔτε ὑπογραμμιστεῖ μέχρι τώρα ἡ θέση καί ἡ στάση τοῦ Γέροντος Σωφρονίου ἔναντι τῆς παναιρέσεως τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἀπεπειράθη νά προσλάβει ἐκκλησιαστική καί συνοδική κατοχύρωση καί νομιμοποίηση στήν λεγομένη «Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο» τοῦ Κολυμπαρίου τῶν Χανίων τῆς Κρήτης τόν Ἰούνιο τοῦ 2016, πού στήν πραγματικότητα εἶναι μία μικρή ἀρθιμητικῶς καί μεταπατερική «Σύνοδος». Αὐτό θά προσπαθήσουμε νά κάνουμε, μέ τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ καί ὅση ἡμῖν δύναμις, ἔχοντας ὡς βασικές πηγές τά τρία βιβλία τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ μέ τίτλο : «Οἰκοδομώντας τόν Ναό τοῦ Θεοῦ μέσα μας καί στούς ἀδελφούς μας», τόμοι Α΄, Β΄ καί Γ΄, ἐκδ. Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 2014. Τό παρόν κείμενο μπορεῖ νά ἀποτελέσει μία ἀκόμη ἀπάντηση στούς διοργανωτές, συμμετέχοντες, ὑπογράψαντες καί ὑποστηρικτές τῆς Κολυμπαρίου Συνάξεως καί τῶν ἀπαραδέκτων ἐξ ὀρθοδόξου ἐπόψεως ἀποφάσεών της, ἰδιαιτέρως δέ στό κείμενο μέ τίτλο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον»[1].
Θά πρέπει, ἐπίσης, νά διευκρινιστεῖ ὅτι οἱ ἀπαντήσεις τοῦ π. Σωφρονίου στίς ἐρωτήσεις, πού τοῦ ἔθεταν διάφοροι, ἦταν προφορικές καί ἐκείνης τῆς στιγμῆς. Ἀργότερα, οἱ ἀδελφοί τῆς Μονῆς τίς κατέγραψαν σέ γραπτό λόγο. Δηλ. ὁ Γέρων δέν κάθισε νά γράψει ἕνα ἐγχειρίδιο δογματικῆς μέ ἀκριβολογία. Ἔτσι ἐξηγεῖται καί τό γεγονός ὅτι ἐν τῇ ρύμῃ τοῦ λόγου του χρησιμοποιεῖ, καταχρηστικῶς βέβαια καί ὄχι κυριολεκτικῶς, κάποιες ἐκφράσεις καί ὅρους, πού σήμερα ἠχοῦν οἰκουμενιστικά, ὅπως «ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν», «διαίρεση τοῦ Χριστιανισμοῦ», «ἡ Ἐκκλησία διαχωρίστηκε σέ τόσο μεγάλο ἀριθμό διαφορετικῶν ὁμολογιῶν», «ἀγγλικανική ἐκκλησία», «ρωμαιοκαθολικοί», «ἑτερόδοξη ἐκκλησία», κ.ἄ.
Α) Ὁ π. Σωφρόνιος περί τῆς «ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν»
« (Δημοσιογράφος) : – Ἄν ὅλοι εἴμαστε χριστιανοί, καί οἱ ρωμαιοκαθολικοί καί οἱ ἀγγλικανοί καί οἱ προτεστάντες καί οἱ ὀρθόδοξοι, τότε γιατί τόση διχόνοια μεταξύ μας στόν χριστιανικό κόσμο;
– Γιατί μερικοί χριστιανοί εἶναι σταυρωμένοι καί ἄλλους τούς καταδιώκουν;
– Εἶναι ἄραγε δυνατή ἡ ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν; Καί μέ ποιόν τρόπο;
Δέν ἀπάντησα σέ κανένα ἐρώτημα, γιατί στό καθένα ἀπό αὐτά μπορεῖ νά δοθοῦν ἀπαντήσεις σέ διαφορετικό μέτρο βάθους, ὅπως σέ ἕναν ἀπέραντο ὠκεανό.
Τοῦ ἀπάντησα :
-Δέν ὑπάρχει λογική ἀπάντηση στίς ἐρωτήσεις σας…
Δέν προχώρησα πιό πέρα ἀπό αὐτό. Σέ σᾶς θά πῶ τό γιατί. Διότι, ὅλα στό Εὐαγγέλιο ὑπερβαίνουν τό ἀνθρώπινο μέτρο. Ὅπως ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τό Εὐαγγέλιο «οὐκ ἔστι κατά ἄνθρωπον»[2]. Δέν εἶναι κατά τό μέτρο τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι, λοιπόν, δέν ὑπάρχει λογική ἀπάντηση, γιατί ὅλα γίνονται δεκτά μέ τήν πίστη, ὅπως λέει ὁ Κύριος : «Πιστεύετε εἰς τόν Θεόν καί εἰς ἐμέ πιστεύετε»[3]. Αὐτό δέν εἶναι καθόλου θέμα λογικῆς, ἀλλά πίστεως.
Τό ἐρώτημα γιά τή δυνατότητα τῆς ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν τό ἀπέφυγα, λέγοντας μόνο : «Καταλαβαίνω ὅτι εἶναι βαρύ γιά ὅλους μας».
Γιατί γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους εἶναι ἀδύνατον νά ἀπορρίψουμε τή θεωρία μας γιά τήν ἐν Χριστῷ ζωή μας καί τήν ἀντίληψή μας γιά τήν ἀποκάλυψή Του; Διότι, ὅλοι δέν ἔχουμε τήν ἴδια γνώση, στόν ἴδιο βαθμό. Στή Δύση δέν δόθηκε νά συλλάβει τό πλήρωμα τῆς ἀποκαλύψεως σχετικά μέ τήν ἀρχή τοῦ προσώπου-ὑποστάσεως στό θεῖο Εἶναι καί στό ἀνθρώπινο εἶναι, ὅπως τό ἔχουμε ἐμεῖς στήν Ὀρθοδοξία.
Οἱ ἄλλοι συνήθισαν νά δέχονται τόν Χριστό καί τήν ἀποκάλυψη στό μέτρο, πού τούς δόθηκε. Ἀγαποῦν ἐκεῖνο, πού γνώρισαν. Καί ἡ τραγικότητα βρίσκεται στή διαφορά τοῦ βαθμοῦ κατανοήσεως τῆς ἀποκαλύψεως, πού δόθηκε ἐν Χριστῷ καί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού ἐπεδήμησε στήν Ἐκκλησία. Ἡ ἀγγλικανική ἐκκλησία προτείνει τόν δικό της τύπο ἑνότητος, ὅπως δηλαδή παρουσιάζεται ἡ ἑνότητα τῆς ἀγγλικανικῆς ἐκκλησίας σέ ὅλο τόν κόσμο. Μερικοί τήν ὀνόμασαν ἐκκλησία-γέφυρα γιά τήν ἑνότητα. Οἱ ρωμαιοκαθολικοί σκέφτονται τήν ἑνότητα μόνο ὡς ὑποταγή ὅλων στόν ἐπίσκοπο Ρώμης. Στό μέτρο πού τό θέμα αὐτό συνδέεται μέ τό προσωπικό βίωμα τοῦ κάθε ἀνθρώπου, λογικά δέν μποροῦμε νά ἀποδείξουμε τίποτε. Αὐτό εἶναι μόνο θέμα πίστεως. Καί ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «διά πίστεως περιπατοῦμεν, οὐ διά εἴδους»[4].
Πατήρ Ν. : Πρέπει νά μεταφερθοῦμε σέ ἄλλο ἐπίπεδο. Γιά νά πάρουμε ἀπάντηση, χρειάζεται νά καταφύγουμε στό ἐπίπεδο τῆς προσευχῆς καί τῆς ἀποκτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τότε ὅλα γίνονται σαφῆ. Καί ἐσεῖς τότε δείξατε τήν εἰκόνα τοῦ Γέροντα, στό σημεῖο ὅπου εἶναι γραμμένο : «Δέομαί Σου, ἐλεῆμον Κύριε, ὅπως πάντες οἱ λαοί γνωρίσωσί Σε ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ»[5].
«Νά προσεύχεσθε γιά τήν εἰρήνη τοῦ σύμπαντος κόσμου, τήν εὐστάθεια τῶν ἁγίων Ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ καί τήν ἕνωση τῶν πάντων. Γιά τί εἴδους ἕνωση; Εἴμαστε τόσο διαιρεμένοι, πού εἶναι πολύτιμη ἀσφαλῶς κάθε ὁρατή ἕνωση. Ἀλλά, μᾶς χρειάζεται νά σκεφτόμαστε γιά «τήν ἑνότητα τῶν πάντων κατ’εἰκόνα τῆς ἑνώσεως τοῦ Θεοῦ μας, τῆς Ἁγίας Τριάδος»[6]. «Ἡ «ἕνωση» αὐτή εἶναι ἕνωση ἀγάπης Χριστοῦ»[7].

ip[
Exit mobile version