Τους όρους και τις προϋποθέσεις για να λάβει κάποιος τη φορολογική απαλλαγή των επενδυτικών σχεδίων που έχουν υπαχθεί στους αναπτυξιακούς νόμους 3908/2011 και 4399/2016, εξειδικεύουν δύο Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις που δημοσιεύτηκαν σε ΦΕΚ και υπογράφονται από τον υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων ‘Αδωνι Γεωργιάδη και τον υφυπουργό Οικονομικών Απόστολο Βεσυρόπουλο.

 Πρόκειται για τις εξής:

α. Κοινή Υπουργική Απόφαση υπ΄αριθ. Πρωτ. 61238/15-6-2020, του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων και του Υφυπουργού Οικονομικών «Εφαρμογή της ενίσχυσης Φορολογικής Απαλλαγής σε επενδυτικά σχέδια που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του νόμου 3908/2011» και

β. Κοινή Υπουργική Απόφαση υπ΄αριθ. Πρωτ. 61239/15-6-2020, του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων και του Υφυπουργού Οικονομικών «Εφαρμογή της ενίσχυσης Φορολογικής Απαλλαγής σε επενδυτικά σχέδια που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του νόμου 4399/2016»

Παρά το γεγονός ότι η χρήση της φορολογικής απαλλαγής των επενδυτικών σχεδίων που έχουν ενταχθεί στους δύο αναπτυξιακούς νόμους βρίσκεται κανονικά σε εφαρμογή, η έκδοση των δύο ΚΥΑ οι οποίες αποσαφηνίζουν τους όρους και τις διαδικασίες, κρίθηκε επιβεβλημένη,  καθώς υπήρχε σχετική πρόβλεψη και στους δύο νόμους. Έτσι, πλέον, δεν τίθεται θέμα παρερμηνείας για την ενίσχυση με φορολογική απαλλαγή.

Όπως αναφέρεται στις δύο ΚΥΑ, η ενίσχυση φορολογικής απαλλαγής που παρέχεται στους επενδυτικούς φορείς για επενδυτικά σχέδια που υπάγονται στα καθεστώτα ενισχύσεων του ν. 3908/2011 και του ν. 4399/2016, συνίσταται στην απαλλαγή από την καταβολή φόρου εισοδήματος επί των πραγματοποιούμενων προ φόρου κερδών, τα οποία προκύπτουν με βάση τη φορολογική νομοθεσία, από το σύνολο των δραστηριοτήτων του φορέα, αφαιρουμένου, στις περιπτώσεις των νομικών προσώπων, του φόρου του νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας που αναλογεί στα κέρδη που διανέμονται ή αναλαμβάνονται από τους εταίρους.

Η ενίσχυση φορολογικής απαλλαγής μπορεί να παρέχεται μεμονωμένα ή/και συνδυαστικά με τα άλλα είδη ενισχύσεων του άρθρου 4 του ν. 3908/2011, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στις διατάξεις των δύο αναπτυξιακών νόμων,  και ανάλογα με το καθεστώς ενισχύσεων στο οποίο έχει υπαχθεί το εκάστοτε επενδυτικό σχέδιο.

Εφόσον η ενίσχυση φορολογικής απαλλαγής παρέχεται συνδυαστικά με άλλα είδη ενισχύσεων, χορηγείται βάσει του μίγματος ενισχύσεων που έχει αποτυπωθεί στην απόφαση υπαγωγής του επενδυτικού σχεδίου και το οποίο δεν μπορεί να τροποποιηθεί μετά την έκδοση αυτής (τμήμα της ενίσχυσης που χορηγείται με τη μορφή της επιχορήγησης ή/ και επιδότησης χρηματοδοτικής μίσθωσης έναντι του τμήματος της ενίσχυσης που χορηγείται με τη μορφή της φορολογικής απαλλαγής).

Το ποσό της ενίσχυσης της φορολογικής απαλλαγής προσδιορίζεται κατ’ αρχάς στην απόφαση υπαγωγής του επενδυτικού σχεδίου και προκύπτει βάσει των καθορισθέντων ποσοστών ενισχύσεων που έχουν διαμορφωθεί για κάθε ομάδα επιλέξιμων δαπανών. Το τελικό δικαιούμενο ποσό της ενίσχυσης της φορολογικής απαλλαγής, για κάθε επενδυτικό σχέδιο, καθορίζεται ακριβώς, με την ολοκλήρωση του επενδυτικού σχεδίου και την έκδοση της σχετικής διοικητικής πράξης (απόφαση ολοκλήρωσης και έναρξης παραγωγικής λειτουργίας), βάσει του πραγματικού ενισχυόμενου κόστους αυτού, λαμβανομένων υπόψη των ποσοστών που έχουν καθοριστεί στην απόφαση υπαγωγής, ανά ομάδα επιλέξιμων δαπανών, για κάθε επιμέρους τμήμα του επενδυτικού σχεδίου (συμβατική επένδυση ή χρηματοδοτική μίσθωση

 Χρόνος έναρξης της ωφέλειας του κινήτρου  

Ο φορέας της επένδυσης έχει το δικαίωμα έναρξης της ωφέλειας του κινήτρου από τη διαχειριστική περίοδο κατά την οποία δημοσιεύεται η απόφαση ολοκλήρωσης και έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης. Ο φορέας της επένδυσης μπορεί να αξιοποιήσει το σύνολο της δικαιούμενης ενίσχυσης της φορολογικής απαλλαγής εντός 15 διαχειριστικών περιόδων μετά τη διαχειριστική περίοδο, εντός της οποίας δημοσιεύτηκε η απόφαση ολοκλήρωσης και έναρξης παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης.

Για τη χρήση της φορολογικής απαλλαγής εφαρμόζονται τα οριζόμενα στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 78 του ν. 4399/2016.

Όταν το επενδυτικό σχέδιο περιλαμβάνει δαπάνες εξοπλισμού που αποκτώνται με χρηματοδοτική μίσθωση, η φορολογική απαλλαγή που δικαιούται ο φορέας της επένδυσης στην εκάστοτε διαχειριστική περίοδο, υπολογίζεται επί του τμήματος της αξίας κτήσης του εξοπλισμού, το οποίο εμπεριέχεται στα μισθώματα που καταβλήθηκαν μέχρι τη λήξη της διαχειριστικής αυτής περιόδου.

Για τον προσδιορισμό του ποσού αυτού, οι φορείς των οποίων τα επενδυτικά σχέδια εμπεριέχουν την ενίσχυση της φορολογικής απαλλαγής χρηματοδοτικής μίσθωσης, από τη διαχειριστική περίοδο θεμελίωσης του δικαιώματος χρήσης της ωφέλειας εκ της ενίσχυσης της φορολογικής απαλλαγής και έως την εξάντληση του οφέλους ή την παρέλευση της δεκαπενταετίας, θα πρέπει να υποβάλλουν κάθε έτος βεβαίωση της τράπεζας, με την οποία έχει συναφθεί η σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, από την οποία θα προκύπτουν τα ποσά που καταβλήθηκαν εντός του έτους.

Το ποσό της ενίσχυσης της φορολογικής απαλλαγής εμφανίζεται, ανά επενδυτικό σχέδιο, ως αφορολόγητο αποθεματικό, σε ειδικό λογαριασμό στα βιβλία της επιχείρησης και σχηματίζεται από το φόρο εισοδήματος επί των καθαρών κερδών που δηλώνονται με την αρχική εμπρόθεσμη δήλωση φορολογίας εισοδήματος, ο οποίος δεν καταβάλλεται λόγω της παρεχόμενης φορολογικής απαλλαγής.

Ο ειδικός αυτός λογαριασμός θα φέρει την ονομασία «Ειδικό αποθεματικό απαλλαγής φόρου του ν. 3908/2011» και θα ακολουθείται από τον αριθμό φακέλου του επενδυτικού σχεδίου. Ως προς το ειδικό αυτό αποθεματικό ισχύουν και εφαρμόζονται οι κείμενες διατάξεις περί αποσβέσεων της φορολογικής νομοθεσίας, ενώ τα ειδικά αποθεματικά που δημιουργούνται λόγω αξιοποίησης της ενίσχυσης της φορολογικής απαλλαγής κατά τα ανωτέρω, δεν μπορεί να διανεμηθούν ή να κεφαλαιοποιηθούν εντός του χρονικού διαστήματος που προβλέπεται.

Σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησης μέρους ή του συνόλου του αποθεματικού μετά την παρέλευση του ως άνω διαστήματος, προστίθεται στα κέρδη της επιχείρησης και φορολογείται στο φορολογικό έτος, κατά το οποίο έλαβε χώρα η διανομή ή ανάληψη του αντίστοιχου ποσού του αποθεματικού, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας.

Για την εφαρμογή των παραπάνω, το οφειλόμενο ποσό αποδίδεται με ιδιαίτερη δήλωση εντός του επόμενου μήνα από αυτόν εντός του οποίου γεννήθηκε, σύμφωνα με τα πιο πάνω, η υποχρέωση επιστροφής. Για τη βεβαίωση, καταβολή και έλεγχο έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) και του ν. 2717/1999 (Α΄ 97).

Ειδικότερα, στην περίπτωση φορολογικής απαλλαγής για την επιβολή των διατάξεων του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) ως αφετηρία υπολογισμού των τόκων λαμβάνεται η λήξη της προθεσμίας κατά την οποία θα έπρεπε να είχε αρχικά καταβληθεί ο φόρος εισοδήματος της αρχικής εμπρόθεσμης δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.

Δήλωση Φορολογικής Απαλλαγής (για φέτος δεν θα ζητηθεί ΔΦΑ)

Όπως ορίζουν οι δύο  ΚΥΑ, οι επενδυτικοί φορείς, των οποίων τα επενδυτικά σχέδια έχουν υπαχθεί στις διατάξεις  των ν. 3908/2011 και 4399/2016 για την ενίσχυση της φορολογικής απαλλαγής, υποχρεούνται να υποβάλλουν κάθε έτος, εντός των οριζομένων προθεσμιών της υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και πριν την υποβολή της δήλωσής των, Δήλωση Φορολογικής Απαλλαγής (ΔΦΑ), στην οποία θα δηλώνεται το ποσό του φόρου, το οποίο δεν καταβάλλεται λόγω της παρεχόμενης ενίσχυσης.

Ωστόσο, εξαιτίας του ότι οι εν λόγω ΚΥΑ δημοσιεύθηκαν λίγες ημέρες πριν (15/6) για το τρέχον έτος δεν θα ζητηθεί ΔΦΑ.  Η ισχύς αυτής της διάταξης θα αρχίσει από το 2021. Μάλιστα εντός των επομένων ημερών αναμένεται η τροποποίηση των ΚΥΑ ως προς το συγκεκριμένο σημείο που θα ορίζει ότι η ΔΦΑ θα είναι υποχρεωτική από το επόμενο έτος.

Επισημαίνεται ότι για κάθε επενδυτικό σχέδιο η επιχείρηση θα πρέπει να υποβάλλει ξεχωριστή ΔΦΑ. Με την έναρξη χρήσης της φορολογικής απαλλαγής ο επενδυτικός φορέας υποχρεούται να υποβάλει την πρώτη ΔΦΑ στις οριζόμενες προθεσμίες της υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.

Η ΔΦΑ θα πρέπει να υποβάλλεται κάθε έτος, ανεξάρτητα από το αν ο επενδυτικός φορέας έχει πραγματοποιήσει κέρδη ή όχι, ήτοι ακόμη και μηδενική, μέχρι την εξάντληση του δικαιούμενου ποσού φορολογικής απαλλαγής ή μέχρι την παρέλευση της προθεσμίας των 15 ετών από τη διαχειριστική περίοδο θεμελίωσης του δικαιώματος χρήσης της ωφέλειας.

Η ΔΦΑ δημιουργείται και υποβάλλεται ηλεκτρονικά, από τον επενδυτικό φορέα, μέσω του Πληροφοριακού Συστήματος Κρατικών Ενισχύσεων (Π.Σ.Κ.Ε.) εντός των οριζόμενων προθεσμιών της υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Τα δηλωθέντα στη ΔΦΑ στοιχεία διασταυρώνονται από τις αρμόδιες, με τα αντίστοιχα της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.

 Μαζί με τη Δ.Φ.Α., υποβάλλονται επίσης, ανάλογα με την περίπτωση, μέσω του Π.Σ.Κ.Ε.:

α) Η απόφαση ολοκλήρωσης και έναρξης παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης.

β) Η τυχόν σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης εξοπλισμού (leasing) και βεβαίωση του πιστωτικού ιδρύματος περί καταβολής μισθωμάτων (τουλάχιστον τελευταίου τριμήνου). Στην περίπτωση τελικής δόσης και αποπληρωμής συνυποβάλλεται και βεβαίωση του πιστωτικού ιδρύματος περί απόκτησης της κυριότητας του εξοπλισμού για τον οποίο έχει συναφθεί η σχετική σύμβαση.

γ) Τυχόν γνωμοδοτήσεις, χαρακτηρισμοί ή εγκρίσεις των επενδυτικών σχεδίων από Ειδικές Επιτροπές ή άλλες αρμόδιες υπηρεσίες του Δημοσίου, οι οποίες συνοδεύουν το επενδυτικό σχέδιο.

Ειδικά για τους επενδυτικούς φορείς που σε προηγούμενο φορολογικό έτος έχει δημοσιευτεί απόφαση ολοκλήρωσης επένδυσης στην οποία προβλέπεται η χρήση του κινήτρου της φοροαπαλλαγής, αυτοί υποχρεούνται σε αναδρομική υποβολή των σχετικών ΔΦΑ κατά τα ανωτέρω, για όλα τα έτη από τη δημοσίευση της απόφασης ολοκλήρωσης. Η υποβολή της ΔΦΑ για το φορολογικό έτος κατά το οποίο δημοσιεύτηκε η απόφαση ολοκλήρωσης θα πρέπει να προηγείται και να ακολουθεί σειριακά η υποβολή των επόμενων φορολογικών ετών.

Τρόπος υπολογισμού ποσού φορολογικής απαλλαγής

Για τον υπολογισμό της φοροαπαλλαγής λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία που έχουν δηλωθεί από τον επενδυτικό φορέα κατά την αρχική δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Σε περίπτωση τροποποίησης της αρχικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, ο επενδυτικός φορέας υποχρεούται να υποβάλλει και αντίστοιχη τροποποίηση της ΔΦΑ.

Τέλος, για κάθε διαχειριστική περίοδο, ο φόρος που δεν καταβάλλεται υπολογίζεται με βάση το συντελεστή φορολογίας εισοδήματος, όπως προκύπτει από τη φορολογική νομοθεσία, ανάλογα με τη νομική μορφή του δικαιούχου της ενίσχυσης της φορολογικής απαλλαγής.