Μία αποτυχία, η απόρριψη από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα “Βουλή των Εφήβων”, όταν ήταν μαθητής της Β’ Λυκείου τον ώθησε, όπως τονίζει σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, να επιλέξει σπουδές στα πεδία της Οικονομικής Ανάπτυξης και της Πολιτικής Οικονομίας και να εστιάσει την έρευνά του στο πώς η ιστορική κληρονομιά, ο πολιτισμός και η βιογεωγραφία κάθε τόπου διαμορφώνουν την οικονομική δυναμική του.

Ύστερα, δε, από πτυχιακές και μεταπτυχιακές σπουδές στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών αποφάσισε να παρακολουθήσει δικτατορικό πρόγραμμα στις ΗΠΑ, στο Πανεπιστήμιο Brown και να προσηλωθεί στο ερευνητικό έργο, το οποίο χρηματοδοτείται από διάφορους αμερικανικούς επιστημονικούς φορείς.

Ο Στέλιος Μιχαλόπουλος, αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Brown, ο οποίος βραβεύθηκε τον περασμένο Ιούνιο από το Ίδρυμα Μποδοσάκη για το επιστημονικό του έργο στον Τομέα των Κοινωνικών Επιστημών στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ παραλληλίζει την πρόσφατη οικονομική κρίση στην Ελλάδα με το κραχ του 1930 στην Αμερική, επισημαίνοντας ότι η χώρα μας έχει βιώσει και πτωχεύσεις στο παρελθόν- όπως η Μικρασιατική Καταστροφή που αποτελεί αντικείμενο της νέας του έρευνας του- και τα έχει καταφέρει. Εκφράζει όμως απαισιοδοξία για τη φυγή Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό και την απώλεια ανθρώπινου κεφαλαίου, “το οποίο η Ελλάδα έχει κάνει δώρο στον κόσμο”, όπως επισημαίνει.

Τονίζει ακόμα ότι μέχρι τώρα οι οικονομολόγοι σε διεθνείς οργανισμούς “έδιναν φάρμακο χωρίς να παίρνουν το ιστορικό του ασθενή”, χωρίς να εξετάζουν την ιστορία ενός τόπου, την προφορική παράδοση, την ιδιαιτερότητα, την ετερογένεια, σημαντικά συστατικά για την κατανόηση των πολιτικών που μπορούν να είναι αποτελεσματικές.

Ακολουθεί η συνέντευξη του Στέλιου Μιχαλόπουλου στην Κατερίνα Γιαννίκη για το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:

Ερ: Πώς γεννήθηκε το ενδιαφέρον για την Πολιτική Οικονομία και Οικονομία Ανάπτυξης;

Απ: Μάλλον γεννήθηκε από μία αποτυχία. Υπήρχε η Βουλή των Εφήβων το 1995, ήμουν τότε μαθητής της Β΄ Λυκείου και είχα κάνει μία έρευνα στον τόπο καταγωγής μου, στο Άργος, για το πώς ουσιαστικά η ελληνική κοινωνία βλέπει τους Ρομά και για το αν οι Ρομά είχαν ενταχθεί ή όχι στο κοινωνικό πλαίσιο. Εργάζονταν, αλλά δεν ζούσαν στο Άργος και εκείνη την περίοδο κάποιοι είχαν αρχίσει να νοικιάζουν διαμερίσματα στην πόλη, ήταν η αρχή μίας μετάβασης, και ένας καθηγητής μου πρότεινε να γράψω για το συγκεκριμένο θέμα για τη “Βουλή των Ελλήνων”.

Δεν έγινα δεκτός, αλλά μου έμεινε η εμπειρία ότι και η ελληνική κοινωνία, παρ’ όλο που είναι τόσο ομοιογενής από άποψη θρησκείας και γλώσσας έχει μέσα της κάποια χαρακτηριστικά φυλετικής ανομοιογένειας.

Όταν ξεκίνησα να κάνω έρευνα στα Οικονομικά κατάλαβα ότι υπάρχουν κοινωνίες που είναι η βάση τους και οι καταβολές τους πολυφυλετικές. Σε χώρες της Αφρικής, και της Νοτιοανατολικής Ασίας δεν υπάρχει πλειοψηφική κοινότητα, αλλά κατακερματισμένες εθνοτικά κοινωνίες, οι οποίες έχουν πολύ ενδιαφέρον.

Το 1990 ξεκινήσαμε να εισάγουμε κάποια κοινωνιολογικά στοιχεία στην Οικονομική Ανάπτυξη για να κατανοήσουμε, γιατί μερικές χώρες είναι πολύ πλούσιες και μερικές πολύ φτωχές. Τότε αρχίσαμε να διαπιστώνουμε ότι οι θεσμοί μετράνε πολύ, ότι η ποιότητα των θεσμών μετράει και μία εμπειρική ιδιαιτερότητα που άρχισαν οι οικονομολόγοι να συνειδητοποιούν είναι ότι πολυφυλετικές κοινωνίες κατά μέσο όρο δεν έχουν καλή πορεία, έχουν χαμηλότερη οικονομική ανάπτυξη. Όταν λέμε πολυφυλετικές κοινωνίες δεν εννοούμε κοινωνίες με μετανάστες, όπως στις ΗΠΑ, όπου ζουν άνθρωποι που έχουν επιλέξει να είναι μεταξύ άλλων.

Στη Νοτιοανατολική Ασία ή στην Αφρική τα σύνορα δημιουργήθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα από τους αποικιοκράτες. Κανείς δεν ρώτησε αν συγκεκριμένες φυλές θα ήθελαν να δημιουργήσουν ένα κράτος ή όχι. Χώρες δημιουργήθηκαν από ιστορικό ατύχημα παρά από μία ενδογενή διαδικασία, από την οποία εν τέλει φθάνουμε σε μία ισορροπία κρατών. Τα κράτη στην Αφρική δημιουργήθηκαν εξωγενώς. Στην Ευρώπη τα σύνορα δημιουργήθηκαν από μία διαδικασία χρονοβόρα με αρκετούς πολέμους με αλλαγές πληθυσμών, μετακινήσεις που διήρκεσε αιώνες μέχρι να φθάσουμε στο σήμερα.

Eρ: Ποια συμπεράσματα αντλούνται για τις οικονομικές συνθήκες από τη μελέτη των πολυφυλετικών κοινωνιών;

Απ: Δεν κοιτάζω πάρα πολύ σε μακροοικονομικό επίπεδο. Οι οικονομολόγοι βλέπουν πολλές φορές την οικονομική κατάσταση και λένε φταίει η κυβέρνηση της Ναμίμπια, της Ελλάδας, του Νεπάλ.

Έχουμε μία τάση να σκεφτόμαστε ότι η κυβέρνηση και το κράτος έχουν τεράστιες δυνατότητες, μπορούν να κάνουν οτιδήποτε, άρα είναι θέμα σωστής διαχείρισης το αν μία κοινωνία θα πάει καλά ή όχι. Σκέφτονται όλοι αν το κράτος κάνει τις σωστές επιλογές ή όχι.

Αυτό κατά μία έννοια είναι σωστό σε περιοχές του πλανήτη που το κράτος είναι πολύ ισχυρό. Κατά μέσο όρο τα ευρωπαϊκά κράτη είναι ισχυρά, π.χ. στη Γερμανία αν αποφασιστεί κάτι σε κεντρικό επίπεδο ο νόμος θα περάσει παντού και οι κρατικοί λειτουργοί θα μπορούν να τον εφαρμόσουν σε κάθε περιοχή της χώρας. Το ίδιο και στην Αμερική.

Δεν ισχύει όμως για όλο τον κόσμο, στη Νοτιοανατολική Ασία και Αφρική, τα κράτη είναι πάρα πολύ αδύναμα, δηλαδή παίρνουν αποφάσεις, αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα να τις εφαρμόσουν. Εκεί, η κρατική ικανότητα να επιβάλει οποιεσδήποτε πολιτικές στον χώρο είναι πολύ περιορισμένη. Παίρνει αποφάσεις, οι οποίες μπορεί να ισχύουν στην πρωτεύουσα και σε κάποιες άλλες μεγάλες πόλεις. Στη Σομαλία το κράτος είναι σχεδόν ανύπαρκτο, ακόμη και στο Μογκαντίσου που είναι η πρωτεύουσα δεν είναι ξεκάθαρο αν το κράτος έχει τον έλεγχο ή όχι.

Γι αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον το πεδίο των διαφορετικών φυλών και γλωσσών. Το κράτος δεν φθάνει σε όλες τις κοινότητες, δεν υπάρχει αστυνομία, δεν υπάρχουν δικαστήρια, πχ σε αγροτικές περιοχές σε απόσταση 300 χλμ από την πρωτεύουσα στο Κονγκό, όμως άνθρωποι ζουν εκεί. Τι συμβαίνει εκεί; Πώς λύνονται οι διαφορές; Τι συμβαίνει με τους θεσμούς; Συνειδητοποιείς ουσιαστικά ότι οι κοινωνίες αυτές έλυναν τα προβλήματά τους εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Οι φυλές εκεί προϋπήρχαν της αποικιοκρατίας, είχαν τις δικές τους πολιτικές δομές, μερικές φυλές ήταν πολύ αναπτυγμένες θεσμικά, είχαν τα δικά τους δικαστήρια, τον δικό τους αρχηγό, είχαν τη δική τους αστυνομία, άλλες ήταν πιο κατακερματισμένες, οπότε εκεί όλα επιλύονταν σε τοπικό επίπεδο, χωριού και οικογένειας.

Στις περιοχές αυτές του κόσμου, στις οποίες οι σημερινές κρατικές δομές δεν φθάνουν, βλέπεις ότι οι κληρονομιές που έχουν οι διαφορετικές γλωσσικές ομάδες, οι διαφορετικές φυλετικές ομάδες είναι πολύ σημαντικές για το ποιες φυλές θα έχουν καλύτερη πορεία οικονομικά και ποιες χειρότερη.

Είναι σαν μέσα στο ίδιο το κράτος να έχεις πολλά διαφορετικά κράτη με διαφορετικές ποιότητες. Αυτή είναι η εικόνα από ένα κομμάτι της έρευνάς μου που προσπαθεί να κατανοήσει τι συμβαίνει σε πολυσυλλεκτικές κοινωνίες.

Ερ: Θεωρείται θετικό στοιχείο για μία χώρα και την οικονομική της ευημερία η ποικιλομορφία, η πολυσυλλεκτικότητα;

Απ: Αυτό που φαίνεται ότι τα άκρα δεν είναι καλά, δηλαδή κοινωνίες που είναι τελείως ομοιογενείς δεν τα πάνε πολύ καλά από άποψη καινοτομίας, αν όλοι σκεφτόμαστε το ίδιο, τότε μπορεί να συμφωνούμε, αλλά δεν σκεφτόμαστε κάτι καινούριο άρα η καινοτομία λογικά δεν θα είναι πολύ ισχυρή μεταξύ μας.

Από το άλλο άκρο, αν είμαστε όλοι ετερογενείς, διαφωνούμε σε όλα, μπορεί να έχουμε πολύ διαφορετικές ιδέες, που είναι πολύ καλό για καινοτομία αλλά δεν θα προχωρήσουμε ποτέ.

Αρχίζουμε να κατανοούμε ως οικονομολόγοι ότι υπάρχει κάποια ιδανική ετερογένεια, η οποία βοηθά μία κοινωνία να προχωράει ταυτόχρονα χωρίς να διαλύεται είτε από εσωτερικές έριδες αν είναι ετερογενής, είτε από στασιμότητα στην περίπτωση της απόλυτης ομοιογένειας.

Ένα από τα συστατικά μιας δυναμικής κοινωνίας είναι και μία θετική ετερογένεια.

Ερ: Ποιο το είναι το θέμα της τρέχουσας έρευνάς σας, συνδέεται με τη Μικρασιατική Καταστροφή;

Απ: Πριν από ένα χρόνο πήρα από το Εθνικό Ίδρυμα Υποτροφιών της Αμερικής επιχορήγηση για την έρευνά μου. Το ενδιαφέρον είναι έντονο τώρα με τις προσφυγικές ροές, ειδικότερα για το τι μπορεί να συμβεί σε μία κοινωνία όταν αλλάξει δημογραφικά και θρησκειολογικά από μεγάλες προσφυγικές ροές.

Ιστορικά έχουμε το παράδειγμα στην Ελλάδα το 1923, μέσα σε λίγους μήνες 1,5 εκατομμύριο πρόσφυγες, 20% του πληθυσμού από τη Μικρά Ασία βρέθηκαν στον ελλαδικό χώρο. Είναι συγκλονιστικό γεγονός και μας ενδιαφέρει πολύ από οικονομική άποψη να ερευνήσουμε τι συνέβη σε αυτές τις περιοχές, τι συνέβη στους πρόσφυγες, τι συνέβη στη σχέση των προσφύγων με τους γηγενείς.

Το 1923 και το 1940 την περίοδο του Μεσοπολέμου, υπήρξαν αρκετές μελέτες και μονογραφίες που περιγράφουν τι συνέβη στους χιλιάδες διαφορετικούς οικισμούς στην Ελλάδα, στους οποίους ήρθαν πρόσφυγες.

Ερευνητικά δεν έχουμε όμως μελετήσει τι έχει συμβεί στις προσφυγικές κοινωνίες σε σχέση με τους γηγενείς μετά τη δεύτερη γενιά προσφύγων.

Με την έρευνα προσπαθώ να καταλάβω τι κάνουν τα παιδιά των προσφύγων, τα εγγόνια των προσφύγων σε σχέση με των γηγενών. Έχουν διαμορφωθεί οι πολιτικές τους προτιμήσεις βάσει της ιστορίας, της προσφυγικής μνήμης που έχει διατηρηθεί ισχυρή στους πρόσφυγες και δεν είναι τόσο δυνατή στους γηγενείς; Είναι κάποια από τα ερωτήματα για τα οποία αναζητώ απαντήσεις αυτή την περίοδο.

Συνεργαζόμαστε στενά με την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία μας έχουν βοηθήσει πάρα πολύ με στοιχεία σε μεγάλη ανάλυση, ώστε να μπορέσουμε να καταλάβουμε ποιοι συνοικισμοί ήταν προσφυγικοί, ποιοι είχαν γηγενή πληθυσμό, να μπορέσουμε να συγκρίνουμε περιοχές, χωριά που ήταν πολύ κοντά το ένα στο άλλο και να κατανοήσουμε τι συνέβη τις δεκαετίες του 1970, του 1980 μέχρι το 2011.

Ερ: Γιατί είναι σημαντικό περισσότεροι άνθρωποι να κατανοούν τις έννοιες της οικονομίας;

Απ: Οικονομικά πρέπει να ξέρεις τα βασικά, εργαλειακά, τι σημαίνει μακροοικονομία ακόμη κι αν γίνεις ζωγράφος ή πολιτικός μηχανικός τα βασικά στοιχεία της μακροοικονομίας είναι πάρα πολύ σημαντικά. Πρέπει να ξέρεις, ιστορία, κατά προτίμηση ιστορία των εθνών για να καταλαβαίνεις ανά πάσα στιγμή οι πολιτικές που διαβάζεις σε διαφορετικά μέρη του πλανήτη σε τι κόσμο απευθύνονται. Αν σκεφτείς την οικονομία από μόνη της, στο κενό είναι ουσιαστικά σαν να δίνεις φάρμακο σε ασθενή χωρίς να έχεις πάρει ιστορικό.

Το πρόβλημα που είχαμε, οι μακροοικονομόλογοι, (Παγκόσμια Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) είναι ότι δεν παίρναμε ιστορικό, επειδή ξέραμε ότι μία πολιτική έχει λειτουργήσει σε μία κοινωνία Χ, δίναμε τις ίδιες πολιτικές να εφαρμοστούν και σε άλλες. Προφανώς αυτό είναι λάθος. Ακαδημαϊκά, ο χώρος, στον οποίο δουλεύω δηλαδή το ότι η ιδιαιτερότητα και η σημασία της ιστορίας σε σχέση με τους θεσμούς, σε σχέση με την ετερογένεια είναι πολύ σημαντικά συστατικά για την κατανόηση των πολιτικών, είναι ένα πεδίο που πριν από 20 χρόνια δεν εξεταζόταν ακαδημαϊκά. Δεν υπήρχε έρευνα όσον αφορά τη σημασία της ιστορίας, της προφορικής παράδοσης, της τοπικής κοινωνίας, της ετερογένειας στην αποτελεσματικότητα μιας πολιτικής.

Σε ακαδημαϊκό επίπεδο, εγώ και αρκετοί άλλοι οικονομολόγοι έχουμε μονιμοποιηθεί σε πανεπιστήμια της Αμερικής και αρχίζει σιγά σιγά το ακαδημαϊκό πεδίο να ανοίγει προς αυτή την κατεύθυνση.

Eρ: Ποιες είναι οι εκτιμήσεις σας για την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα;

Απ: Δεν είμαστε στις ειδήσεις τώρα, ήμασταν για περίπου δύο με τρία χρόνια, τώρα δεν υπάρχει ακαδημαϊκό ενδιαφέρον ιδιαίτερο για την Ελλάδα.

Έχουμε βιώσει μία καταστροφή, συγκρίσιμη με το κραχ του 1930 στην Αμερική. Αν σκεφτούμε ότι όλα ξεκίνησαν το 2008 που ήμασταν ιδιαίτερα ψηλά και κοιτάξουμε το 2019, έχουμε χάσει το 1/3 των οικονομικών μας δυνατοτήτων.

Βέβαια, είμαι οικονομολόγος που δεν κοιτάζω τις ετήσιες μεταβολές, κοιτάζω σε επίπεδο δεκαετιών. Αν το δούμε πιο μακροσκοπικά είμαστε ακόμη στις πλούσιες περιοχές του πλανήτη, έχουμε φτωχύνει σε σχετικές τιμές.

Εξαρτάται τι συγκρίνεις κάθε φορά, τη δεκαετία, την εικοσαετία; Η ελληνική κοινωνία έχει περάσει από μεγάλες πτωχεύσεις – Τρικούπης, προσφυγικό- αν το σκεφτούμε διαχρονικά δεν συμβαίνει πρώτη φορά στην Ελλάδα κάτι κακό και έχουμε καταφέρει να ορθοποδήσουμε. Είμαι αισιόδοξος αν το δω ιστορικά, πως ξεκινήσαμε το 1821 με την Ελλάδα να είναι λίγο λιγότερη από την Πελοπόννησο και τα επόμενα χρόνια να επεκτείνεται και οικονομικά και γεωγραφικά με τα λάθη της, με τις καταστροφές της, αλλά να επιστρέφει λίγο πιο ισχυρή από πριν. Αυτό με κάνει αισιόδοξο, αν σκεφτώ τα τελευταία 200 χρόνια της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.

Αυτό που δεν με κάνει αισιόδοξο είναι ότι στο παρελθόν το ανθρώπινο κεφάλαιο δεν έφευγε τρέχοντας σε περιόδους μεγάλων ανακατατάξεων.

Έφυγαν από τη χώρα επιστήμονες, γιατροί, πολιτικοί μηχανικοί. Αν σκεφτούμε όλη την επένδυση ανθρώπινου κεφαλαίου τη δεκαετία του 2000 μέχρι τέλη της δεκαετίας του 2010 τι έκανε η Ελλάδα; Επένδυσε δισεκατομμύρια σε ανθρώπινο κεφάλαιο και υπήρξε πάρα πολύς κόσμος που έφυγε μέσα στη κρίση. Για να γυρίσει κάποιος και να κάνει αλλαγές στον τομέα του, δεν μπορεί να τις κάνει μόνος του, χρειάζεται μία κρίσιμη μάζα ανθρώπων που σκέφτονται διαφορετικά για να φέρουν την αλλαγή. Με κάνει απαισιόδοξο το γεγονός ότι εκατοντάδες χιλιάδες νέοι, ανθρώπινο κεφάλαιο που έχουμε πληρώσει εμείς, ως Έλληνες, που έχουν πληρώσει οι γονείς μας, το έχουμε κάνει δώρο στον κόσμο, στην Αμερική, στη Γερμανία, στη Σουηδία. Η παγκοσμιοποίηση λειτουργεί τέλεια, αλλά δυστυχώς υπάρχει ένα θύμα, κι αυτό είναι η μεσαία τάξη του ανθρωπίνου κεφαλαίου στην Ελλάδα, στην οποία υπάρχει ένα σχετικό κενό. Γι αυτό η ύφεση έχει διαρκέσει πολύ περισσότερο απ’ ότι θα διαρκούσε πριν από 50 χρόνια. Πριν από 50 χρόνια δεν έφευγε τόσος κόσμος και η αντίδραση θα ερχόταν νωρίτερα. Όσο καθυστερεί η αντίδραση τόσο η ύφεση παγιώνεται.

Ερ: Θα μπορούσαν να αποφευχθούν οικονομικές κρίσεις με την αξιοποίηση των οικονομολόγων και των γνώσεών τους στη χάραξη πολιτικών;

Απ: Δεν είναι ότι δεν είχαμε καλούς οικονομολόγους, αλλά είναι δύσκολο ορθολογικά μία κοινωνία που έχει συνηθίσει μία άνθηση από τη δεκαετία του 1990 έως το 2000 να αποδεχθεί ότι μέρος αυτής της άνθησης ήταν πλασματική.

Είναι Πολιτική Οικονομία, το θεώρημα του διάμεσου ψηφοφόρου, μπορείς να τον πείσεις με ορθολογικά επιχειρήματα όταν είναι τα νέα άσχημα; Πάντα θα υπάρχει κάποιος που θα σου πει ότι μπορεί να σου δώσει μία εξωτική γιατρειά, στην οποία δεν θα χρειαστεί να πονέσεις. Και θα πεις θα πάω σε εκείνον που υπόσχεται ίαση χωρίς πόνο. Αυτό βίωσε η ελληνική κοινωνία βίωσε τα πέντε στάδια της αποδοχής ότι ένα μέρος αυτών που είχαμε κερδίσει τα τελευταία 25 χρόνια από τις αρχές του 1990 μέχρι το 2010 δεν ήταν πραγματική δυνατότητα, ήταν περισσότερο καταναλωτική φρενίτιδα με όχι τόσο έντονα παραγωγικά χαρακτηριστικά. Είναι δύσκολο αλλά φαίνεται ότι ο ελληνικός λαός το δέχεται σιγά σιγά.

Αν δεν καταλάβεις πώς συμπεριφέρεται ένας λαός ειδικά σε δημοκρατικά πολιτεύματα, τότε οποιεσδήποτε πολιτικές πας να επιβάλεις ως οικονομολόγος είναι λανθασμένες. Πρέπει να σκέφτεσαι και τις πολιτικές προεκτάσεις της κάθε οικονομικής απόφασης που παίρνεις. Γι αυτό όταν ρωτάνε τους οικονομολόγους “τι πιστεύεις ότι θα συμβεί στην οικονομία της Ελλάδας τα επόμενα δύο χρόνια;”, το υπόδειγμά σου λέει τι θα συμβεί, αλλά για να κάνεις την πρόβλεψη έχεις ήδη κρατήσει σταθερές πολλές παραμέτρους, (π.χ. ότι δεν θα γίνουν εκλογές άμεσα, ότι δεν θα έρθουν δημαγωγοί στην εξουσία) όταν συμβαίνουν αυτά σε διαφορετικές χώρες το υπόδειγμά του είναι λανθασμένο.

Είναι πολύ δύσκολο το έργο του οικονομολόγου που έχει να λάβει αποφάσεις και να βγει να πει προβλέπω “3% ανάπτυξη ή ύφεση”. Το 3% βγαίνει από ένα μοντέλο στείρο, αλλά η κοινωνία δεν παραμένει σταθερή, μεταβάλλεται ως αποτέλεσμα των πολιτικών. Οπότε δεν μπορείς να προβλέψεις.

Ερ: Γιατί αποφασίσατε να συνεχίσετε το ερευνητικό σας έργο στο εξωτερικό;

Απ: Η έρευνα είναι το 99% του επαγγελματικού μας χρόνου. Έχουμε μεγάλη βοήθεια διδάσκουμε λίγο και στοχευμένα πάνω σε αντικείμενο της έρευνάς μας. Έχω άπλετο χρόνο να κάνω αυτό που θέλω. Αν σου αρέσει η έρευνα θα πας εκεί όπου ο εργοδότης σου θα σου πει πάρε το γραφείο σου, πάρε έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή και ερευνητικά κεφάλαια και κάνε αυτό που σου αρέσει. Για αυτό δεν κοιτάξω να γυρίσω στην Ελλάδα. Κάθε χρόνο διοργανώνεται τον Ιανουάριο στις ΗΠΑ το συνέδριο, της Αμερικανικής Economic Association (AEA) στο οποίο συμμετέχουν περίπου 500 πανεπιστήμια απ΄ όλο τον κόσμο, που θέλουν να προσλάβουν οικονομολόγους. Η Ελλάδα δεν συμμετέχει.

Ερ: Πώς αισθάνεστε για τη βράβευσή σας από το Ίδρυμα Μποδοσάκη, τι σημαίνει για έναν επιστήμονα η αναγνώριση του έργου του;

Απ: Είναι ιδιαίτερα τιμητικό, είναι το μεγαλύτερο βραβείο που έχουμε από ελληνικό φορέα. Είναι πολύ όμορφο που ενώ βλέπεις ότι η χώρα σου δεν συμμετέχει ακαδημαϊκά στην παγκόσμια αγορά εργασίας όσον αφορά τη ζήτηση, τουλάχιστον συμμετέχει όσον αφορά την αναγνώριση της προσπάθειας και του αποτελέσματος νιώθεις υπερήφανος. Νιώθεις υπερήφανος και που λαμβάνεις το σημαντικό βραβείο και που υπάρχει ο θεσμός και η αριστεία είναι αναγνωρίσιμη. Αφού αναγνωρίζει η Ελλάδα την αριστεία μπορεί να έρθει στην αγορά εργασίας, μπορεί να παίρνει τους καλύτερους σε κάθε κλάδο, γιατί τους αναγνωρίζει.

*Ο Στέλιος Μιχαλόπουλος το 2002 ξεκίνησε τις διδακτορικές σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Brown στις ΗΠΑ. Από το 2008 μέχρι το 2012 ήταν επίκουρος καθηγητής στο Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Tufts στη Βοστώνη. Το 2012 επέστρεψε στο Πανεπιστήμιο Brown όπου και το 2016 εξελέγη στη βαθμίδα του αναπληρωτή καθηγητή. Έχει δημοσιεύσει σε κορυφαία επιστημονικά περιοδικά, όπως American Economic Review, Econometrica, Journal of Political Economy και Quarterly Journal of Economics. Η έρευνά του αναγνωρίστηκε το 2015 με το Βραβείο Αριστείας στις Παγκόσμιες Οικονομικές Υποθέσεις από το Ινστιτούτο Kiel για την Παγκόσμια Οικονομία. Είναι επιστημονικός συνεργάτης στο Κέντρο Έρευνας και Οικονομικής Πολιτικής (CEPR) και στο Εθνικό Γραφείο Οικονομικών Ερευνών (NBER). <