Το υψηλότερο ποσό ως προς το διαθέσιμο δαπανούν σε έξοδα κατοικίας τα ελληνικά νοικοκυριά, σύμφωνα με πανευρωπαϊκή έρευνα της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Δημόσιας, Συνεταιριστικής και Κοινωνικής Στέγης Housing Europe.

Ειδικότερα, όπως αναφέρει ρεπορτάζ του Έθνους, στην Ευρώπη, κατά μέσο όρο, το 21,4% του διαθέσιμου εισοδήματος (έπειτα από φόρους και έξοδα ασφάλισης) αντιστοιχεί σε δαπάνες για κατοικία, δηλαδή ενοίκιο, δόσεις στεγαστικού δανείου, φόρους ή έξοδα συντήρησης. Ωστόσο, στη χώρα μας, το ποσοστό αυτό ξεπερνά το 40% του διαθέσιμου εισοδήματος για το 39,6% του πληθυσμού, δηλαδή για 4 στα 10 νοικοκυριά.

Σύμφωνα το Housing Europe, το υψηλό αυτό ποσοστό αποδίδεται στην συρρίκνωση σε ποσοστό 36% των εισοδημάτων το 2017, αλλά και στη μείωση της απασχόλησης κατά 20%, σε σχέση με το peak του 2010, λόγω της οικονομικής κρίσης.

Άλλωστε, η φορολογική επιβάρυνση στα ακίνητα αυξήθηκε από 0,2% του ΑΕΠ το 2010 (περίπου 600 εκατ. ευρώ) σε 2,1% το 2017 (περίπου 3,7 δισ. ευρώ). Ταυτόχρονα, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, στην Ευρώπη η απασχόληση εμφάνισε ιστορικό υψηλό, σύμφωνα με τη Eurostat. Δεύτερη ως προς την υψηλότερη αναλογία εξόδων κατοικίας – διαθέσιμου εισοδήματος έρχεται η Δανία, με τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο να ακολουθούν.

Όπως επισημαίνει το Housing Europe, η Ελλάδα δεν διαθέτει πολιτική για την προώθηση της κοινωνικής κατοικίας, παρότι η χώρα επλήγη δυσανάλογα από την κρίση του 2008-2009, που οδήγησε σε κατακρήμνιση των διαθέσιμων εισοδημάτων.

Σε επίπεδο μόνο Δήμου Aθηναίων, όπως αναφέρει η έρευνα, εφαρμόζεται ένα υβριδικό πρόγραμμα παροχής προσιτής κατοικίας που επικεντρώνεται σε άτομα που βρίσκονται στο όριο της φτώχειας. Τον Απρίλιο του 2019, ο Δήμος Αθηναίων υπέγραψε μνημόνιο κατανόησης με το Housing Europe και το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, με αντικείμενο το σχεδιασμό και την εφαρμογή κινήτρων πολιτικής κοινωνικής κατοικίας.