Στην αυστριακή ευρωπαϊκή προεδρία πιστώνεται το επόμενο βήμα προς την απελευθέρωση του πλανήτη από τον εφιάλτη του πλαστικού μιας χρήσης. Ικανοποιημένοι δηλώνουν οι ακτιβιστές μεγάλων οικολογικών οργανώσεων, οι οποίοι ωστόσο τονίζουν πως έως την πλήρη αποδέσμευση της ανθρωπότητας από το βλαβερό για τον πλανήτη υλικό, υπάρχει μέλλον…

Η πρόταση οδηγίας απόσυρσης συγκεκριμένων ειδών πλαστικού μιας χρήσης (μπατονέτες, καλαμάκια, μπουκάλια νερού και αναψυκτικών, πλαστικά ποτήρια, πιάτα και μαχαιροπήρουνα κ.α.) που έπεσε στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, φαίνεται πως δεν ξάφνιασε ιδιαίτερα, καθώς η Αυστρία, δέσμια των σχετικών υποσχέσεών της ως προέδρου της Ευρώπης, δήλωνε αποφασισμένη να κάνει το βήμα, πριν τη λήξη της θητείας της στο τιμόνι της ΕΕ και την αντικατάστασή της από τη Ρουμανία.

Η νέα Οδηγία έρχεται ύστερα από τη θλιβερή διαπίστωση των επιστημόνων ότι η θαλάσσια ρύπανση από το μη διασπώμενο υλικό είναι πλέον εξαιρετικά εκτεταμένη και απειλεί την ποιότητα των νερών και τη ζωή του πλανήτη. Με βάση την τελευταία ευρωπαϊκή έκθεση, 43% όλων των θαλάσσιων απορριμμάτων που μολύνουν τους ωκεανούς αποτελείται από μόλις 10 είδη πλαστικών αντικειμένων μιας χρήσης (δοχεία φαγητού, πλαστικά ποτήρια και καπάκια, μπατονέτες, μαχαιροπήρουνα -συμπεριλαμβάνονται τα πιάτα, οι αναδευτήρες και τα καλαμάκια- μπαλόνια και βέργες μπαλονιών, πακέτα και περιτυλίγματα, μπουκάλια ποτών, αποτσίγαρα, προϊόντα υγιεινής και σακούλες μεταφοράς). Μετά τη χρήση τους τα προϊόντα αυτά καταλήγουν συχνά στη φύση, ξεβράζονται σε παραλίες ή βυθίζονται στους ωκεανούς, επηρεάζοντας αρνητικά τα οικοσυστήματα, τη βιοποικιλότητα, τη ζωή.

Ειδικά για τη Μεσόγειο, έρευνα του Παγκόσμιου Ταμείου για τη Φύση (WWF), που δημοσιοποιήθηκε το καλοκαίρι αποκάλυπτε ότι τα πλαστικά αποτελούν το 95% των σκουπιδιών που εντοπίζονται τόσο στον βυθό της θάλασσας, όσο και στις ακτές. Η ρύπανση αυτή προέρχεται κυρίως από την Τουρκία και την Ισπανία, και σε δεύτερη φάση, από την Ιταλία, την Αίγυπτο, τη Γαλλία και την Ελλάδα, με τους τουρίστες που επισκέπτονται την περιοχή να ευθύνονται για την ετήσια αύξηση κατά 40% των απορριμμάτων που καταλήγουν στη Μεσόγειο.

Η Ελλάδα

Η Ελλάδα καταναλώνει περίπου 0,6 εκατομμύρια τόνους πλαστικών το χρόνο και ανακυκλώνει μόλις 20%. Τα στοιχεία 80 καθαρισμών ελληνικών ακτών, στο πλαίσιο έρευνας, καταδεικνύουν ότι το πιο κοινό υλικό ρύπανσης είναι το πλαστικό με ποσοστά από 43 έως 51% και ακολουθούν το χαρτί με 13 έως 18% και το αλουμίνιο με 7 έως 12%. Σύμφωνα με την έρευνα του WWF, τα κύρια σκουπίδια που βρίσκει κανείς στις ελληνικές παραλίες είναι φίλτρα τσιγάρων, καπάκια από μπουκάλια, καλαμάκια και αναδευτήρες, πλαστικά μπουκάλια, συσκευασίες φαγητών και πλαστικές σακούλες. Η διαχείριση των πλαστικών απορριμμάτων και η ανακύκλωση συμπεριλαμβάνονται στην Εθνική Στρατηγική για τα Στερεά Απόβλητα και την Εθνική Στρατηγική για το Πρόγραμμα για την Πρόληψη Αποβλήτων. Η Ελλάδα πρέπει έως το 2020 να ανακυκλώνει το 65% των πλαστικών συσκευασιών που χρησιμοποιεί. Δυστυχώς, η χώρα έχει ακόμα δρόμο να διανύσει, καθώς, όπως τονίζεται στην έρευνα, η ισχύουσα διαχείριση στερεών αποβλήτων είναι ανεπαρκής. Επιπλέον, η ευαισθητοποίηση των πολιτών για το θέμα παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Μόλις 34% των Ευρωπαίων δηλώνουν ότι αποφεύγουν την αγορά πλαστικών προϊόντων μιας χρήσης, ενώ ειδικά για τους Έλληνες το ποσοστό αυτό μόλις που φτάνει το 24%.

Ο δεύτερος λόγος που επέβαλε τη λήψη αυστηρότερης απόφασης για τα πλαστικά είναι ότι η ασύδοτη χρήση τους ισοδυναμεί με «βουνά» χαμένων πόρων, που δεν εξυπηρετούν τη θεωρία της κυκλικής οικονομίας. Υπενθυμίζεται ότι η ευρωπαϊκή στρατηγική για υπολογισμό των πλαστικών υλικών σε μία κυκλική οικονομία που εγκρίθηκε τον Ιανουάριο του 2018, έχει στόχο την πλήρη «μεταμόρφωση» του τρόπου με τον οποίο τα πλαστικά προϊόντα σχεδιάζονται, χρησιμοποιούνται, παράγονται και ανακυκλώνονται στην ΕΕ. Ο καλύτερος σχεδιασμός πλαστικών προϊόντων, οι υψηλότεροι ρυθμοί ανακύκλωσης πλαστικών απορριμμάτων, τα περισσότερα και καλύτερα ποιοτικά ανακυκλώσιμα υλικά θα συμβάλουν στην ενίσχυση της αγοράς ανακυκλωμένων πλαστικών. Αυτός ο σχεδιασμός στοχεύει στην προσφορά μεγαλύτερης προστιθέμενης αξίας σε μια πιο ανταγωνιστική και ανθεκτική βιομηχανία πλαστικών.

Η Οδηγία

Στην πραγματικότητα, η Οδηγία που έφτασε τις προάλλες στα έδρανα των Ευρωπαίων αντιπροσώπων, είναι η επόμενη Οδηγία (μετά από μία ηπιότερη, που είχε εκδοθεί τον Μάιο) σχετική με το θέμα, που -κατά απόλυτη εφαρμογή της μεταβατικής κατάργησης των πλαστικών μια χρήσης- «σφίγγει» περισσότερο τόσο τις υποχρεώσεις των κρατών – μελών της ΕΕ έναντι της κατανάλωσης του υλικού, όσο και τις δεσμεύσεις των βιομηχανιών παραγωγής του στη διαχείριση και τον καθαρισμό του πλανήτη από τα προϊόντα τους. Σε αυτή την Οδηγία τίθενται αυστηρότεροι στόχοι (π.χ. γίνεται ειδική μνεία στη συλλογή των πλαστικών μπουκαλιών, που ως το 2029 πρέπει να φτάνει το 70%) αλλά δίνεται και μεγαλύτερο χρονικό περιθώριο για απόσυρση σε κάποια συγκεκριμένα είδη πλαστικού, για «κοινωνικούς λόγους», όπως τα πιάτα και τα μαχαιροπήρουνα, που κατά κανόνα χρησιμοποιούνται σε συσσίτια.

«Δεν είναι κάτι που μπορεί να δικαιολογήσει ξέφρενους πανηγυρισμούς, αν μάλιστα σκεφτεί κανείς ότι για να δρομολογηθεί η πλήρης απόσυρση αυτών των υλικών θα πρέπει να περάσουν τουλάχιστον δύο ακόμη χρόνια… Ωστόσο, αυτή η Οδηγία θα μπορούσε να είναι για την Ελλάδα -χώρα η οποία δεν διαθέτει και καμιά εντυπωσιακή παραγωγή πλαστικού- μία τεράστια ευκαιρία» δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο υπεύθυνος για τα πλαστικά του ελληνικού τμήματος του Παγκόσμιου Ταμείου για τη Φύση (WWF)περιβαλλοντολόγος Αχιλλέας Πληθάρας και εξηγεί: «Η θάλασσα είναι το βασικό τουριστικό προϊόν της χώρας. Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να αξιοποιήσουμε τη συγκεκριμένη Οδηγία, ρίχνοντας μεγαλύτερο βάρος στην ανακύκλωση και εγκαινιάζοντας μια σειρά από ουσιαστικές πολιτικές προστασίας του περιβάλλοντος -στο πλαίσιο και της Εθνικής Στρατηγικής για το Περιβάλλον- ώστε να παρέχουμε στους τουρίστες ποιοτικότερο προϊόν και να υπηρετούμε και την κυκλική οικονομία».

Όπως έγινε γνωστό από τους ακτιβιστές παρατηρητές της διαδικασίας διαπραγματεύσεων για την υιοθέτηση της συγκεκριμένης Οδηγίας, τον υποστηρικτικότερο ρόλο έπαιξαν το Βέλγιο, η Ολλανδία και η Σκανδιναβία, χώρες που έχουν ήδη θέσει στόχους στην παραγωγή ανακυκλώσιμου πλαστικού και εξαιρετικά μεγαλύτερη ευαισθησία των πολιτών απέναντι στο θέμα. Αντίθετα, ανεπαρκείς «παίκτες» ήταν οι χώρες της Βαλτικής.

Σημειώνεται ότι η Ευρώπη των 28, μαζί με τη Νορβηγία και την Ελβετία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός πλαστικών στον κόσμο (μετά την Κίνα), παράγοντας 27 εκατ. τόνους πλαστικών απορριμμάτων κάθε χρόνο και απορρίπτοντας 150-500.000 εκατ. τόνους μικροπλαστικών στη Μεσόγειο και τις ευρωπαϊκές θάλασσες σε ετήσια βάση.